« Εις την τρομεράν εκείνη μάχη, όπου τα σκυλιά οι Τούρκοι έπαθαν των παθών τους τον τάραχον από τα χέρια μας, επιάσαμεν ζωντανούς τρεις Τούρκους και ένα Χριστιανό, αγωγιάτη ίσως δούλον τους . Τον χριστιανό τον αφήσαμε να φύγη ελεύθερο. Για δύο μέρες δεν επειράξαμεν τους τρεις Τούρκους. Τους εδίναμε ψωμί να φάνε, όταν όμως εκαταλάβαμε, όπου δεν είχαν παράδες να μας δώσουν για να γλυτώσουν τη ζωή τους και μεις δεν μπορούσαμε πλειο να τους τρέφουμε, ημείς όπου πολλές φορές εψοφούσαμε από την πείνα, τους επήραμε δεμένους απάνου στο βουνό για να τους χαλάσουμε. Τους εγδύσαμε, τους εδέσαμε τα χέρια πίσω από τις πλάτες και τους είπαμε :
– Φωνάξετε να σας ελευθερώσουν, φωνάξετε όσο μπορείτε να φέρουν παράδες να σας εξαγοράσουν.
Εφωνάξανε αυτοί οι κακόμοιροι εις τους συντρόφους των, με όση μεγαλύτερη φωνή είχαν, αλλά κανένας δεν απολογήθηκε . Τότε χωρίς πολλά λόγια, το πράγμα ήταν από εμάς προαποφασισμένο, μίαν αμποσιά δίνουμε του πρώτου και τον πετάμε κάτω στον γκρεμό , όπου θα εξεψύχησε πριν φθάση κάτου. Ο δεύτερος όπου είδε πως επήγε ο πρώτος εφώναξε κλαίγοντας :
– Ευσπλαγχνία Σουλιώτες ! . Αμάν Σουλιώτες, να γίνω δούλος σας, να φάγω από τις μαγαρισιές σας, μην με σκοτώνετε ! .
Μιαν αμποσιά δίνουμε αυτουνού, έπαρέ τον και αυτόν κάτω στον γκρεμό. Ο τρίτος εφώναξε :
– Γίνομαι χριστιανός !
Αμπώνουμε και αυτόν, κάτω και αυτός από τον γκρεμό, και καθώς εγκρεμίζετο και εκτυπιότουν από πέτρα σε πέτρα εσκάλωσε ή επιάστηκε από τις ασφάκες, θα του λυθήκανε τα χέρια .
– Κρατήσου σφιχτά, του εφωνάξαμε .
– Ναι !
Εκοπήκανε οι ασφάκες, κάτω και αυτός με τους άλλους .
Έτζι εξεκάμαμε τα τρία εκείνα σκυλιά. Σκληρό πράγμα .
Αλλά η ζωή που ετραβούσαμε, οι δυστυχίες, τα βάσανα μας, η ανάγκη που μας υποχρέωνε να φερόμαστε σκληρά, ωσάν άγρια θηρία για να εκδικηθούμε από όσα κακά επαθαίναμε από τους Τούρκους, όλα αυτά μας έκαμαν να γίνουμε σκυλιά και εμείς, να μην πονούμε τίποτε για κανένα, να μην έχομε ευσπλαχνία για τίποτε . Αν δεν τους εσκοτώναμε, Τούρκοι ήσαν και εις την πρώτην περίσταση, θα έκαναν αυτοί εις εμάς εκείνο όπου μεις τους εκάμαμε . »
Μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς μέσα από την αμεσότητα της αφήγησης του Σουλιώτη αγωνιστή την αδιαφορία των πολεμιστών του Γένους μας για την ιουδαιοχριστιανική ηθική, παρόλο που φαινομενικά οι πλείστοι εξ αυτών ασπάζονταν την χριστιανική θρησκεία. Η οποία ηθική προφανώς θα ξεγυμνωνόταν σ’ όλη της την ασυμβατότητα προς κάθε πτυχή του αγώνος επιβιώσεως του Γένους, από την ίδια την αμείλικτη σκληρότητα των καταστάσεων που βιώναν oι απλοί άνθρωποι εκείνης της εποχής – πόσο δε μάλλον οι κεκηρυγμένοι εχθροί της τότε καθεστηκυίας τάξεως, της αδυσώπητης για τους ραγιάδες που τολμούσαν να σηκώσουν το κεφάλι Οθωμανικής Αυτοκρατορίας · ήταν, λοιπόν, εξ υπαρχής αδιανόητη.
Βεβαίως αν έβγαιναν ανοιχτά οι εκπρόσωποι της σημιτικής θρησκείας να καταδικάσουν τις ενέργειες των Ελλήνων αγωνιστών εν γένει – και εκείνης της εποχής ειδικότερα -, θα είχε ξεσκεπαστεί ο μειοδοτικός και ραγιαδόψυχος ρόλος τους, απαράλλαχτος διά μέσου των αιώνων.
Έτσι μπορεί η χριστιανική ορθόδοξη διδασκαλία να επιφυλάσσει μία θέση στην Κόλαση για τους απελευθερωτές του Έθνους μας αλλά οι ιθύνοντες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προκειμένου να έχουν την λαϊκή αποδοχή και κηδεμονία, τους εκθειάζει επισήμως ως αγωνιστές, όχι τόσο μάλιστα υπέρ του Ελληνισμού όσο υπέρ της Ορθοδοξίας : διαστρεβλώνοντας και μετερχομένη κάποια από τα πολύπτυχά της καμώματα – όταν δεν έρχονται κάποιοι «ριζικοί νεοορθόδοξοι» να πετάξουν πια κάθε μάσκα εθνικού χαρακτήρος μετά ιερού φανατισμού, ώστε να «επανέλθουν» στην πρωτογενή αντεθνική και απροκαλύπτως ιουδαϊκή απάρνηση κάθε ίχνους εθνικής ταυτότητος, εν όψει της … επελάσεως του «απολύτου» κ. Γιαχβέ…
Εξ άλλου, πάει καιρός που ο μανδύας της εθνικοφροσύνης δεν τους είναι πλέον καθόλου απαραίτητος, αφού πια η φθορά του εθνικού φρονήματος, της αυθεντικότητος και του εθνικού χαρακτήρος έχει υποσκάψει κι απισχνάνει την δύστυχη ψυχή και την δύναμη αντιστάσεως του αφελούς ξενιστού, δυνάμει μάλιστα και του καταλυτικώς διαβρωτικού ρόλου του δόγματος αυτού και των συνοδών του συμπλεγμάτων: που συνεχίζουν την ολέθρια κατάληψη του ξενιστού ακόμη και μετά την αποκαθήλωση του ψευδομεταφυσικού δόγματος καθ’ εαυτού – συχνά δε ακόμα πιο τυραννικά κι απόλυτα, όπως τα σημερινά τυραννικά, υποκριτικά και ευαγωγά κάθε μειοδοσίας και προδοσίας απατηλά κι ανερμάτιστα μονόχνωτα (:σημιτικά και χριστιανικής καταγωγής και καταβολής) δόγματα που φέρονται υπό μανδύες όπως «ανθρωπισμός», «ανθρώπινα δικαιώματα», «ατομικά δικαιώματα», «ειρήνη» κ.ο.κ. – και πού, όλα τους, κυλούν στην τα πάντα συμπαρασύρουσα κοίτη της αυτοαναιρέσεως και αυτοκτονίας του είδους μας, κατά παράδοξον
(…) επιλεκτικότητα!