Ο Aurel Zlate και η Alexandra Oaie είναι ένα ζευγάρι αθίγγανων που ζούσαν στην Ρουμανία. Καθώς όμως έμαθαν για τα κοινωνικά επιδόματα που παρέχονται στο Βρετανικό κράτος, αποφάσισαν να επωφεληθούν από αυτά και να μετακομίσουν στο Λονδίνο. Εκεί έκαναν οκτώ παιδιά , οι δυο μεγαλύτεροι γιοί τους είναι σήμερα 25 και 23 ετών.
Καθώς ήταν προϋπόθεση στην Βρετανία για να τους παρέχονται τα επιδόματα, έστελναν όλα τους τα παιδιά στο σχολείο. Τον υπόλοιπο χρόνο τα εκπαίδευαν από μικρά για το πώς να κάνουν κλοπές και διαρρήξεις και τα έπαιρναν μαζί στις παράνομες δραστηριότητές τους.
Η κρατική επιδότηση που δίνεται στην Βρετανία για αγορά πρώτης κατοικίας στους πολύτεκνους είναι τεράστια και τα χρηματοδοτούμενα τετραγωνικά μέτρα καθορίζονται από τον αριθμό των παιδιών. Το ζευγάρι των αθίγγανων έχοντας οκτώ παιδιά και ταυτόχρονα συγκεντρώνοντας τεράστια χρηματικά ποσά από τα κοινωνικά επιδόματα και από τις παράνομες δραστηριότητες , απέκτησε γρήγορα την δυνατότητα να αγοράσει μια βίλα στο West Green του Λονδίνου ενώ οι ίδιοι και τα παιδιά τους ξεκίνησαν να ντύνονται με πανάκριβα ρούχα επώνυμων σχεδιαστών μόδας.
Τα κέρδη όμως συνέχιζαν να εισρέουν με γρήγορους ρυθμούς. Έτσι σύντομα κατάφεραν να χτίσουν και μια πολυτελή έπαυλη στην Ρουμανία, που την χρησιμοποιούσαν ως το «εξοχικό» τους και που το δικαστήριο (υπάρχει και δικαστήριο στο τέλος της ιστορίας) την χαρακτήρισε ως «παλάτι».
Οι ίδιοι φυσικά δεν εργάζονταν παρά μόνο σε παράνομες εργασίες και όπως συνήθως συμβαίνει με τους αθίγγανους, αντιπαθούσαν κάθε μορφή εργασίας ακόμα και την οικιακή. Ἐτσι αποφάσισαν να προσλάβουν υπηρετικό προσωπικό για την έπαυλή τους στην Ρουμανία, ώστε να μαγειρεύει, να καθαρίζει και να κάνει τις διάφορες οικιακές εργασίες.
Όμως και η βίλα τους στο Λονδίνο χρειάζονταν προσωπικό, όπως έναν κηπουρό , έναν οδηγό και μια υπηρέτρια. Καθώς όμως , όπως συνήθως συμβαίνει με τους αθίγγανους, δεν ήταν και ιδιαίτερα «ανοιχτοχέρηδες» αποφάσισαν να κάνουν «περικοπές» στις δαπάνες του υπηρετικού προσωπικού και αντί να πληρώνουν τους υπηρέτες του Λονδίνου, να τους απαγάγουν και να τους κρατούν ως σκλάβους. Έπρεπε όμως να βρεθούν οι κατάλληλοι σκλάβοι, τέτοιοι που να μην είχαν την δυνατότητα να διαφύγουν.
Ως κηπουρό αλλά και ως οδηγό επέλεξαν τον ηλεκτρολόγο που εργάζονταν στην έπαυλη στην Ρουμανία, καθώς το «προσόν» του ήταν ότι δεν γνώριζε καθόλου την Αγγλική γλώσσα και θα του ήταν δύσκολο να διαφύγει. Τον μετέφεραν στην βίλα του Λονδίνου , του αφαίρεσαν τόσο την αστυνομική του ταυτότητα όσο και την άδεια οδηγήσεώς του, ώστε να μην φαίνεται από πουθενά η ταυτότητά του, και τον εγκατέστησαν σε μια καλύβα στην αυλή. Εκτός από τα χρέη κηπουρού, τον υποχρέωναν να εκτελεί και χρέη οδηγού στο φορτηγό τους , με το οποίο μετέφεραν καθημερινά τόνους από μεταλλικά αντικείμενα που τα έκλεβαν από τους δρόμους αλλά και από εργοστάσια και τα πωλούσαν στην συνέχεια ως μετάλλευμα αλλά και τόνους από υλικά που έκλεβαν από μάντρες οικοδομών τις οποίες άδειαζαν.
Κάποιες φορές είχε προσπαθήσει να ζητήσει βοήθεια από άτομα που περνούσαν έξω στον δρόμο. Όμως καθώς δεν γνώριζε Αγγλικά δεν προλάβαινε να τους εξηγήσει το τι συνέβαινε και στον χώρο υπήρχε πάντοτε και κάποιος από τους γιους του ζευγαριού για να εποπτεύει. Έτσι κάθε φορά που προσπαθούσε να ζητήσει βοήθεια τον χτυπούσαν αλύπητα. Την Πρωτοχρονιά, αφού η οικογένεια έφαγε στο εορταστικό τραπέζι, ο δύστυχος σκλάβος τόλμησε να τους ζητήσει ένα πιάτο φαγητό, διότι τον είχαν αφήσει νηστικό για πολύ μεγάλο διάστημα. Ως «τιμωρία για το θράσος του» οι δύο μεγαλύτεροι γιοι του ζευγαριού, αφού τον χτυπούσαν ανελέητα επί ώρες , του έκοψαν το χέρι με μαχαίρι και του διέλυσαν τον αντίχειρα χτυπώντας τον με τσεκούρι. Στην συνέχεια τον κακοποίησαν σεξουαλικά. Τον βίασαν και οι δύο.
Οι «δύστυχοι αυτοί οικονομικοί πρόσφυγες Ρομά» χρειάζονταν όμως και μια υπηρέτρια κατάλληλη ώστε επίσης να μην μπορεί να ξεφύγει. Έτσι κατάφεραν και έπεισαν την καθαρίστρια που εργάζονταν στην έπαυλη που είχαν στην Ρουμανία, να τους αφήσει να αναλάβουν οι ίδιοι να αναθρέψουν την επτάχρονη κόρη της και να την πάρουν μαζί τους στο Λονδίνο, αφού της υποσχέθηκαν ότι «το παιδί θα μεγαλώσει μέσα στον πλούτο και στην πολυτέλεια».
Πέταξαν το κορίτσι στην καλύβα για να ζει με τον 53χρονο και το υποχρέωναν να εργάζεται καθημερινά ως υπηρέτρια για τις δουλειές του σπιτιού. Δεν του επέτρεπαν να κοιμάται μέσα στο σπίτι αλλά το υποχρέωναν να κοιμάται στο πάτωμα της καλύβας. Τα μόνα ρούχα που είχε ήταν αυτά που φορούσε, δεν του είχαν δώσει ποτέ να φορέσει παπούτσια , δεν το είχε δει ποτέ γιατρός και δεν το άφηναν να πηγαίνει σχολείο ούτε καν το είχαν μάθει να μετράει, παρότι και τα οκτώ παιδιά της οικογένειας ήταν ντυμένα με ακριβά ρούχα και πήγαιναν σχολείο. Το χτυπούσαν καθημερινά και σύμφωνα με το δικαστήριο ο ένας γιος το χτυπούσε «όπως χτυπούν τα χαλιά». Το παιδί βρέθηκε με σπασμένα όλα του τα δόντια από τα χτυπήματα, τα οποία και αφαιρέθηκαν. Ο 53χρονος φώναζε το κορίτσι με το όνομα Cenusareasa που είναι η Ρουμανική ονομασία της «Σταχτοπούτας».
Τελικώς κάποια ημέρα ο 53χρονος κατάφερε να δραπετεύσει. Καθώς δεν μιλούσε Αγγλικά, έγραψε σε ένα χαρτί την λέξη SOS και το έδειξε σε κάποιον αστυνομικό. Μετά από έρευνα της αστυνομίας στο σπίτι, οι δύο αθίγγανοι γονείς και οι δύο ενήλικοι γιοι τους συνελήφθησαν, ενώ το κορίτσι μεταφέρθηκε σε ίδρυμα. Το δικαστήριο καταδίκασε και τους τέσσερις σε ποινές από 9 έως και 13 χρόνια φυλάκιση. Ο ποινικός κώδικας της Βρετανίας είναι τέτοιος ώστε αυτές οι ποινές εκεί να θεωρούνται «μεγάλες».
Στις παρακάτω φωτογραφίες απεικονίζεται , εξωτερικά και εσωτερικά, η καλύβα στην οποία διέμεναν ο 53χρονος και το κορίτσι.
Ὀχι δεν πρόκειται για κάποιο παραμύθι . Αποτελεί πραγματική είδηση που δημοσιεύτηκε σε χιλιάδες εφημερίδες με τίτλους όπως «Σύγχρονη Σταχτοπούτα στο Λονδίνο», «Σταχτοπούτα στην Βρετανία του 2012» κ.λ.π. Και όσοι θα πουν ότι αυτά που διάβασαν εδώ είναι εντελώς απίστευτα και εξωφρενικά και είναι αδύνατον να έχουν συμβεί, μπορούν να κοιτάξουν τους σχετικούς σύνδεσμους εδώ, εδώ, εδώ και εδώ. Η πολιτική του «αντιρατσισμού» ξεπερνά ακόμα και την πιο νοσηρή φαντασία.
Ένα ακόμη πρόσφατο διήγημα που μας είχε έρθει από το Λονδίνο μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Όσο θα συνεχίσει να κυριαρχεί στην Ευρώπη το πνευματικό δηλητήριο του “αντιρατσισμού”, τόσο θα ακούμε συνεχώς ολοένα και περισσότερες τέτοιες “απίστευτες” ειδήσεις προερχόμενες από τις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες …