Αρβανίτικος θρήνος για την άλωση της Πόλης.

Mπάρετ Σταμπόλι, ντίκετ
μπάρετ κλίσσα γιόνα
βραπ τ’ μάρ΄μ κρίκετ,
μπλίδι ατά εικόνα
Μος β-ν ντόρ ε λλίχεν
γκ’ άϊ ζίου μουχαμέτι
μός τσσάχεν, μός σσκέλεν
γκ’ άϊ τουρκαλάϊ ί σσκρέτι
Ου γκρε νί φουλιατό, νι θίρμ
έ νι τ’ μαδ τ’ κλιάρ
κλιά δέου, ντέτι ντ’ βαϊτίμ
κ΄-τ σ’έ κέσσ-μ πάρ
Κλιά Σσινι Κόλι εδέ βαϊτόν
Σσσγκέργι καβαλάρ
Κλιά σσιρ-μ-ρία με σσούμ πόν
Σταμπόλι τσ΄ ίσστ ντ’ βάρ
Μπλίδουνι ντιέλμ έ γιο τ’ ντάρ
βλέζ-ρ σι τς’ γέμι
πράπ με βίτρα έ γιο σσούμ πάρ
ντ’ ντόρ ντό τ’ έ κέμι

Απόδοση:

Χάνεται η Πόλη, καίγεται
χάνεται η εκλησσιά μας
να πάρουμε, τρέξτε, τους σταυρούς
μαζέψτε τις εικόνες ·
μη απλώσουν χέρι μιασμού
οι μαύροι μουχαμέτες,
μη τις σπάσουνε, μη πατηθούν
απ’ τους καταραμένους Τούρκους.
Σηκώθηκε ένας θρήνος, μία φωνή
κι ένα μεγάλο κλάμα,
κλαίει η γης, μοιρολογάει η θάλασσα
δεν είχαμε ποτέ δει τέτοιο κακό…
Κλαίει ο Άγιος Νικόλαος κι οδύρεται
ο έφιππος Αη-Γιώργης ·
κλαίει η Παναγία με πόνο βαθύ
αφού η Πόλη ενταφιάζεται.
Παιδιά ενωθείτε κι όχι πια χωρισμένοι,
αδέλφια καθώς είμαστε,
με χρόνια κι όχι πάρα πολύ αργά
θα την έχουμε πάλι στο χέρι μας.

Σχολιασμός:

Ο ως άνω έμμετρος αρβανίτικος θρήνος αναφέρεται στην πτώση της Κωνσταντινουπόλεως και στις δραματικές στιγμές που ακολούθησαν την κατάληψή της από τους Τούρκους.
Οι Αρβανίτες ως γνωστόν τους τελευταίους αιώνες του, ψυχορραγούντος πια, βίου της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (11ος-14ος αιών) κατέβηκαν και προνοιάστηκαν, με επίσημη πρόσκληση βυζαντινών αρχόντων και αυτοκρατόρων, στον ελλαδικό χώρο, συνεισφέροντας θετικά το φρέσκο και πολεμοχαρές αίμα τους στην δεξαμενή του μαχομένου Ελληνισμού: δίδοντας ουκ ολίγες ηρωϊκές μορφές του συγχρόνου ελληνισμού, από πολεμιστές και ήρωες της ελληνικής επαναστάσεως, μέχρι και άνδρες πολιτικούς, στρατιωτικούς, διανοουμένους και καλλιτέχνες · πλην οι κάθοδοι αυτές δεν ήσαν ούτε οι πρώτες αλλά ούτε και οι τελευταίες, απλώς υπήρξαν οι πιο μαζικές – και ως εκ τούτου μνημονεύονται περισσότερο από τους ιστοριογράφους.Ακολουθώντας τα πανάρχαια μονοπάτια βορρά-νότου, από την κάθοδο ακόμη των πρώτων και των τελευταίων (δωρικών) ελληνικών φύλων και από εποχή, αργότερα, των Ιλλυριών που πολεμούσαν στο πλάι των Ελλήνων κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως και στο πλάι των ποικίλων ελληνιστικών στρατών μετέπειτα, στους οποίους συνέρρεαν ως μισθοφόροι, όπως επί παραδείγματι των Μακεδόνων (βλέπε μάχη της Σελλασίας το 222 π.Χ. http://www.persee.fr/web/revues/home/prescript/article/bch_0007-4217_1910_num_34_1_3186 ) και των Ιλλυριών μισθοφόρων που απετέλεσαν επί μακρόν ένα ποσοτικώς αξιόλογο και ιδιαίτερα μαχητικό κομμάτι των αυτοκρατορικών ρωμαϊκών λεγεώνων και του ρωμαϊκού ναυτικού, δίνοντας μάλιστα στην Ρώμη μέχρι και αυτοκράτορες όπως ήσαν ο Δάκιος, ο Κλαύδιος ο δεύτερος (ο επονομαζόμενος και “Γοτθικός” για τις στρατιωτικές του επιτυχίες ενάντια στους Γότθους), ο Αυρηλιανός,ο Πρόμπος, ο Διοκλητιανός, ο Μαξιμιανός, ο Γαλέριος, ο Κωνσταντίνος ο Μέγας και άλλοι, όπως και τον Ιουλιανό τον Μέγα (έλκοντα ιλλυρικήν εκ πατρός την καταγωγήν, ήτοι του Ιουλίου Κωνσταντίου, ο οποίος ήταν αδελφός του Φλάβιου Βαλέριου Κωνσταντίνου), καταγόμενον “εκ του γένους των Πελασγών της Αλβανίας”(όπως αναφέρεται και στο εξαίρετο βιβλίο του Χρήστου Ζαλοκώστα, όπου περιγράφεται ο βίος και τα έργα του Ιουλιανού του Μεγάλου), οι Αρβανίτες μας ένωσαν τις τύχες τους μαζί με αυτές των υπολοίπων Ελλήνων ήδη από τον καιρό της πολυφυλετικής χαβούζας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κατά την διάρκεια της οποίας τόσοι ξένοι προς τον ελληνισμό (και πάσης φύσεως πολιτισμό πλην αυτού της καταστροφής ετέρων πολιτισμών) λαοί περάσαν από τα ιερά μας χώματα ως επίδοξοι κατακτηταί· συγκροτώντας απέναντι εκείνων φυσικώς ένα πυρήνα αντιστάσεως μαζί με τα Ελληνικά και λοιπά Άρια στοιχεία της αυτοκρατορίας. Έτσι, αν και στο διάβα αιώνων και χιλιετιών απωλέσθη σε μεγάλο βαθμό η ανάμνηση της βαθειάς τους συγγενείας, ανεδείχθη οίκοθεν και ανεγνωρίσθη φυσικώς το κοινό Αίμα και η συναφής Παράδοσις, σφυρηλατώντας ενεργώς και μαχίμως και το κοινό τους πεπρωμένο.Θα πρέπει να επισημανθεί επίσης και ένα σύνηθες λάθος σχετικά με τον δικέφαλο αετό, που ήταν ένα έμβλημα των Παλαιολόγων, το οποίον όμως πλέον ταυτοποιείται ως έμβλημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εν γένει: Κάθε αυτοκράτορας επί Βυζαντίου είχε το δικό του έμβλημα, το οποίο υιοθετείτο ως έμβλημα της αυτοκρατορίας κατά την περίοδο της βασιλείας του. Οπότε ο δικέφαλος αετός είναι κατ’ αρχήν έμβλημα των Παλαιολόγων και όχι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά έμεινε στην λαϊκή θύμηση ως έμβλημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αφού οι Παλαιολόγοι ήσαν οι τελευταίοι αυτοκράτορες αυτής.

Εξαίρουμε ακόμη την υιοθέτηση του αετού των Παλαιολόγων σε κόκκινο υπόβαθρο από τον Γεώργιο Καστριώτη-Σκεντέρμπεη ως εμβλήματος της ωργανωμένης αντιστάσεως των Αλβανών ηγεμόνων ενάντια στους Οθωμανούς κατά τα έτη 1444-1468, πράγμα που και από μόνο του αποδίδει εκπληκτικώς την ως άνω επισημαινομένη βαθειά, και ιστορικώς επικυρουμένη, ενότητα .
Μάλιστα, το έμβλημα αυτό παραλλαγμένο αποτελεί και την σημερινή σημαία της Αλβανίας · ο δε αριθμός των φτερών του αλβανικού δικεφάλου αετού συμβολίζει τον αριθμό των ετών της επικής αλβανικής αντιστάσεως ενάντια στους Οθωμανούς υπό την εμπνευσμένην ηγεσία του Γεωργίου-Αλεξάνδρου Καστριώτου-Σκεντέρμπεη!