Όμως για πρώτη φορά μια αμερικανική επιστημονική έρευνα διαπίστωσε ότι δεν αρκεί να είναι κανείς γενικά ευτυχισμένος, καθώς, όπως υποστηρίζει, τα ανθρώπινα γονίδια με έναν μυστηριώδη τρόπο ξεχωρίζουν σε μοριακό επίπεδο το «σωστό» από το «λάθος» είδος ευτυχίας.
Έτσι, όσοι νιώθουν την «καλή», πιο βαθιά και ενάρετη ευτυχία (που λέγεται και «ευδαιμονία»), βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση από άποψη υγιούς λειτουργίας των γονιδίων τους, σε σχέση με όσους αισθάνονται την «κακή» και πιο ρηχή ευτυχία (τη λεγόμενη «ηδονή»). Με άλλα λόγια, μια ζωή με νόημα είναι ανώτερη (ακόμα και σε βιολογικό- γονιδιακό επίπεδο) από μια απλώς ευτυχισμένη ζωή.
Εδώ και χρόνια, οι επιστήμονες έχουν επικεντρώσει την προσοχή τους στο πώς επηρεάζεται το γονιδίωμα από την αρνητική ψυχολογία, δηλαδή από το στρες, το άγχος, τον φόβο, τη στενοχώρια κ.α. Όμως αυτήν τη φορά, οι επιστήμονες εστίασαν στην επίπτωση της θετικής ψυχολογίας στη βιολογική λειτουργία και διαπίστωσαν ότι όλες οι μορφές ευτυχίας δεν είναι τελικά ίσες στα «μάτια» των γονιδίων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής Στίβεν Κόουλ του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας- Λος Άντζελες (UCLA) και την καθηγήτρια ψυχολογίας Μπάρμπαρα Φρέντρικσον του πανεπιστημίου της Β. Καρολίνα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), συσχέτισαν τις διαφορετικές μορφές ευτυχίας με τον τρόπο έκφρασης και λειτουργίας των γονιδίων στους ανθρώπους.
Το βασικό συμπέρασμά τους ήταν ότι οι άνθρωποι που νιώθουν την «ευδαιμονικού» τύπου ευτυχία, δηλαδή έχουν ένα αίσθημα ανιδιοτέλειας, ευγενικού σκοπού και ενός βαθύτερου νοήματος στη ζωή τους (κοινωνική υπηρεσία, φιλανθρωπία, πνευματική αναζήτηση κλπ), έχουν ταυτόχρονα μια πιο ευνοϊκή έκφραση γονιδίων στον οργανισμό τους, με αποτέλεσμα το ανοσοποιητικό σύστημά τους να είναι πιο αποτελεσματικό και το σώμα τους να προστατεύεται καλύτερα από τις ασθένειες.
Αντίθετα, όσοι άνθρωποι νιώθουν μεν ευτυχισμένοι, αλλά με «ηδονικό» τρόπο, δηλαδή αρκούνται συνήθως σε εγωκεντρικές, εφήμερες και υλικές ικανοποιήσεις (φαγητό, σεξ, ψυχαγωγία κλπ), εμφανίζουν αρνητική έκφραση γονιδίων στο σώμα τους, με συνέπεια ο οργανισμός τους να είναι πιο ευάλωτος στις χρόνιες φλεγμονές, τις λοιμώξεις και σε άλλες αρρώστιες (καρδιαγγειακές, νευροεκφυλιστικές κ.α.). Οι ερευνητές επισήμαναν πως ενώ οι «ηδονικοί» άνθρωποι υποκειμενικά νιώθουν πολύ ωραία, τα γονίδια τους αντικειμενικά αντιδρούν πολύ διαφορετικά από ό,τι στην περίπτωση των «ευδαιμονικών» ανθρώπων.
«Αυτό που διαπιστώσαμε, είναι πως το ανθρώπινο γονιδίωμα είναι πολύ πιο ευαίσθητο στους διαφορετικούς τρόπους επίτευξης της ευτυχίας από ό,τι είναι το μυαλό μας», δήλωσε ο Στίβεν Κόουλ. «Στο κυτταρικό επίπεδο, τα σώματά μας φαίνονται να αντιδρούν καλύτερα σε εκείνο το είδος ευτυχίας που μας δίνει ένα αίσθημα σύνδεσης με τους άλλους και ανώτερου σκοπού», πρόσθεσε η Μπάρμπαρα Φρέντρικσον.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, οι ερευνητές ορίζουν ως «ευτυχία» το να νιώθει κανείς ωραία με τον εαυτό του, ενώ ως «νόημα» το να αποσκοπεί κανείς σε κάτι πέρα από τον εαυτό του. Όταν κάποιος αισθάνεται ότι το νόημα στη ζωή του συνδυάζεται με το αίσθημα της ευτυχίας, τότε θεωρείται «ευδαιμονικός». Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, ο οργανισμός «ανταμείβει» με καλύτερη λειτουργία των γονιδίων του όσους δεν νοιάζονται μόνο για την ικανοποίηση του εαυτού τους, αλλά και για τους άλλους γύρω τους, έστω κι αν αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να θυσιάσουν την άμεση ευτυχία τους για χάρη ενός ευρύτερου σκοπού, πχ να συνεισφέρουν στην κοινωνία.
Προηγούμενες έρευνες των ίδιων και άλλων επιστημόνων έχουν συσχετίσει τα θετικά συναισθήματα -ιδίως του «ευδαιμονικού» τύπου- με ένα μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, δηλαδή η «σωστή» ευτυχία χαρίζει περισσότερα χρόνια ζωής. Ίσως επειδή, όπως είπε ο μεγάλος ψυχολόγος Καρλ Γιουνγκ, «το πιο μικρό πράγμα που έχει νόημα, αξίζει περισσότερο στη ζωή από το πιο μεγάλο χωρίς νόημα».
Πηγή: defencenet.gr