Darum, o meine Brüder, bedarf es eines neuen Adels, der allem Pöbel und allem Gewalt-Herrischen Widersacher ist und auf neue Tafeln neu das Wort schreibt: „edel“. Vieler Edlen nämlich bedarf es und vielerlei Edlen, dass es Adel gebe! Das eben ist Göttlichkeit, dass es Götter, aber keinen Gott gibt. O meine Brüder, ich weihe und weise euch zu einem neuen Adel: Ihr sollt mir Zeuger und Züchter werden und Säemänner der Zukunft. (Nietzsche, Also sprach Zarathustra)
(Ὡς ἐκ τούτου, ὦ ἀδελφοί μου, ἀπαιτεῖται μία νέα Τάξις (Κάστα) Εὐγενείας, ἀντιτιθεμένη τόσον εἰς τὸν οἱονδήποτε ὄχλον ὅσον καὶ εἰς τὸν οἷον αὐθαίρετον διὰ τῆς βίας αὐθέντην καὶ ἡ ὁποία θὰ γράψῃ ἐπὶ νέων πινάκων ἐκ νέου τὴν λέξιν: “εὐγενής”. Διότι χρειάζονται πολλοὶ καὶ πολλῶν εἰδῶν εὐγενεῖς πρὸς ἀποκρυστάλλωσιν μιᾶς νέας Εὐγενείας! Παρομοίως ἡ θεϊκότης ἐντοπίζεται διὰ τῆς παρουσίας ὄχι ἑνὸς ἀλλὰ πολλῶν θεῶν. Ὦ ἀδελφοί, σᾶς μυῶ καὶ σᾶς παραπέμπω εἰς μίαν νέαν Εὐγένειαν: Πρέπει ἐσεῖς νὰ μοῦ γίνετε μάρτυρες καὶ ἐκτροφεῖς καὶ σπορεῖς τοῦ Μέλλοντος.)
”Ἡ Ἱερὰ Πολιτεία τῶν Ἀρίων εἶναι ἑνιαία: Ῥωμαῖοι καὶ Ἕλληνες, Κέλτες καὶ Γερμανοὶ ἦσαν ὅλοι τους ἀπόγονοι ἐκείνων τῶν φωτεινῶν, πρὸς τὸ Πνεῦμα προσανατολισμένων Λαῶν τοῦ Βορρᾶ, ποὺ μὲ πολὺ δέος κατὰ τὴν ἀρχαιότητα ἀνεφέροντο ὡς οἱ Ὑπερβόρειοι. Ἂν θέλουμε δὲ νὰ ξεπεράσουμε τὰ ἀδιέξοδα τοῦ συγχρόνου πολιτισμοῦ μέσῳ μιᾶς γνησίας, ἀληθινῆς Κουλτούρας, ὀφείλουμε τότε νὰ ἐπανασυστήσουμε τὴν δική μας Πολιτεία, τὴν αὐτοκρατορία τοῦ Πνεύματος. Διότι ἡ ἐπάνοδος τῶν θεῶν, ἡ ἐπάνοδος τῆς Εὐ-γενείας καὶ ἡ ἐπάνοδος τῆς Πολιτείας εἶναι ὅλα ἕνα καὶ τὸ αὐτό. Καθόλου δὲν μᾶς προβληματίζει δὲ τὸ γεγονός ὅτι δὲν εἴμαστε διόλου “μοντέρνοι” στὶς ἀντιλήψεις μας! Ὅπως ἀναφωνεῖ καὶ ὁ Νίτσε: „Ἂς κοιτάξουμε τὴν φυσιογνωμία μας: εἴμαστε Ὑπερβόρειοι – κι ἔχουμε πλήρη ἐπίγνωσι τοῦ πόσο ἀπόμερα κι ἀπόμακρα ζοῦμε.“ ”
(Ἀπὸ ἀδημοσίευτον ἀκόμη κείμενον ἐπιφανοῦς Ἑλβετοῦ συναγωνιστοῦ, ποὺ μοῦ ἐκοινοποιήθη)
Οὐκοῦν τὸ τῶν μᾶλλον ὄντων πληρούμενον καὶ αὐτὸ μᾶλλον ὂν ὄντως μᾶλλον πληροῦται ἢ τὸ τῶν ἧττον ὄντων καὶ αὐτὸ ἧττον ὄν; – Πῶς γὰρ οὔ; (Πολιτείας Θ)
(- Ὥστε πιστοποιητέον ὅτι, αὐτὸ ποὺ πληροῦται μὲ περιεχόμενα περισσότερον, ἀληθινώτερον ὄντα, τὸ ἴδιο ἐκ προοιμίου μετέχον μᾶλλον καὶ ἀληθέστερον τοῦ Εἶναι, πληροῦται καὶ ἱκανοποιεῖται περισσότερον καὶ ἀληθέστερον, ἔναντι ἐκείνου πού, ὄντας ἤδη κατώτερον καὶ ἀσθενέστερον κατὰ τὸ Εἶναι, προσλαμβάνει τοιαῦτα ποὺ ἐπίσης μετέχουν ἀσθενέστερον τοῦ Εἶναι; – Καὶ πῶς θὰ ήδύνατο νὰ εἶναι ἄλλως; )
Ἡ κρίσις καὶ ὀρθὴ ἀξιολόγησις τῶν πραγμάτων, τόσον ἐν Ἑλλάδι ὅσον καὶ γενικώτερον, καθίσταται καὶ ἐκ τούτου δυσχερής, ὅτι εἴμαστε οἱ ἴδιοι ἐπιβάτες τοῦ ὀχήματος περὶ τῆς διαδρομῆς τοῦ ὁποίου καλούμεθα νὰ κρίνουμε καὶ ἀποφανθοῦμε. Βεβαίως ὄχι καθ᾿ ὅμοιον ὅλοι τρόπον, τοῦτο ὅμως παραβλέπω κατὰ πρώτην προσέγγισιν.
Ἡ ἀποπνικτικὴ καπναιθάλη καὶ δυσῳδία τῶν θαλάμων τοῦ ὀχήματος, ὅπως καὶ ἡ ἀχαλίνωτος αὐθαιρεσία πολλῶν συνεπιβατῶν, ἐπιβάλλουν ἐπίσης τοὺς ὅρους των, μάλιστα δὲ καί τινα ἀναπόφευκτον ἐθισμόν, ἐπιτρέποντα τὴν ἀνοχὴν τῆς ἀκραίως ἀπαραδέκτου καταστάσεως.
Τὰ τοξικά, οὕτως εἰπεῖν, ἀέρια τῆς ἀσφυκτικῆς ἀτμοσφαίρας ἐπιτείνουν ἔτι περαιτέρω τὶς παραισθήσεις τοῦ ἐπιβατικοῦ κοινοῦ, τὸ ὁποῖον οὕτω μένει ἀβοήθητον ἕρμαιον τῶν ποικίλων διαλαλητῶν ποὺ περιδιαβαίνουν τὴν ἁμαξοστοιχίαν, ἕκαστοι ἐφωδιασμένοι μὲ καταλλήλως μαγειρευμένα καὶ συνεραμμένα “στοιχεῖα”, ποὺ ὑποτίθεται πὼς τεκμηριώνουν τὰ ὅσα, δίκην ταχυδακτυλουργῶν ἀπατεώνων, προβάλλουν ὡς ἀληθῆ.
Κύριον γνώρισμα τῆς ὅλης ἐκτυλισσομένης “παραστάσεως” εἶναι ἡ κενὴ καὶ ἀνουσία θεατρικότης, ἢ μᾶλλον θεατρινικότης, ἀφοῦ ὅλα εἶναι ὑποτεταγμένα εἰς τὸ “θεαθῆναι”, τὸ ὁποῖον πάλιν ἀποτελεῖ, μαζὶ μὲ τὸ Χρῆμα, τὸ βασικὸν στοιχεῖον δυνάμεως τῆς ἐν λόγῳ καταστάσεως/καθεστῶτος, κοινῶς φερομένης ὡς “Δημοκρατίας” – καθ᾿ ὅτι ὑποτίθεται πὼς “κυβερνᾷ” αὐτὸ τὸ ἴδιον παραισθησιόπληκτον καὶ ναρκωμένον ἐπιβατικὸν κοινόν…
Στὴν πραγματικότητα, τὸ μόνον ποὺ στὴν τοιαύτη χαώδη κατάστασι δύναται μετὰ βεβαιότητος νὰ λεχθῇ εἶναι ὅτι οὐδεὶς κυβερνᾷ, τοὐλάχιστον ὑπό τινα ἔννοιαν ποὺ κάπως μακρινῶς, ἔστω, νὰ ἠδύνατο νὰ συγκριθῇ μὲ τὴν ὑπὸ ἑνὸς σοφοῦ κυβερνήτου εὐσυνείδητον διακυβέρνησιν. Ὅμως καὶ τοῦτο ἀποτελεῖ, ἐπίσης, μίαν πρώτην προσέγγισιν, ἀφοῦ παρ᾿ ὅλ᾿ αὐτὰ “κάποιοι” κινοῦν τὰ νήματα…
Κατὰ τὰ ἄλλα, ἡ μόνη βεβαιότης εἶναι ἡ ἀβεβαιότης – καθὼς καὶ ὅτι ὁδεύουμε κατὰ διαόλου…
Μία ἄλλη βεβαιότης, περιλαμβανομένη πως εἰς τὴν μόλις ἀναφερθεῖσαν, εἶναι ὅτι σχεδὸν οὐδέποτε αὐτοὶ ποὺ ἐπικαλοῦνται κάποιαν ἰδιότητα, ἱκανότητα, ταὐτότητα, ἰδεολογίαν ἢ καὶ Ἰδέαν ἀκόμη πράγματι λέγουν τἀληθῆ. Καὶ πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα τὸ ἴδιο τὸ τραῖνο συνολικῶς φέρεται ὡς εἶδός τι “ἑλληνικοῦ κράτους”, ὅπου ὅμως δὲν ἀπαιτεῖται μεγάλη ἐνόρασις διὰ ν᾿ ἀντιληφθῇ τις ὅτι οὔτε περὶ ἑλληνικοῦ πρόκειται ἀλλ᾿ οὔτε κἂν περὶ κράτους. Ὁ μέγας διαγνώστης Νίτσε εἶχε γράψει ὅτι, αὐτὸ ποὺ φέρεται ὡς κράτος, ἔχει καταντήσει “τὸ ψυχρότατον τέρας”, ἀναφερόμενος τότε σ᾿ ἕνα κράτος ἀπείρως ἀνώτερον τοῦ σημερινοῦ – διὰ νὰ μὴ ὁμιλήσωμεν κἂν περὶ τῶν ἀκραίων νοσηρῶν ἰδιωμάτων τῆς καψιδογραικυλίας…
Ἡ ὑποβάθμισις καὶ ἀλλοίωσις σημασιῶν καὶ Ἰδεῶν
Ἄλλως τε, ἡ μὲν ἔννοια τῆς “ἰδεολογίας” φέρει ἐγγενῶς τὴν ἀπεικαστικότητα, τὴν ὑποκειμενικὴν δοξασίαν πού, συνηθέστατα, ἐπικάθηται ὡς κατὰ συνθήκην δόγμα καὶ θέσφατον ἐντὸς καὶ πέριξ τινός, ποικιλοτρόπως δυνάμενον νὰ ἀνέλθῃ καὶ καθιερωθῇ ὡς τοιοῦτον, ὅπου συνεργοῦν παράγοντες ὅπως μιμητισμός, ἔξωθεν ἐπανάληψις/σφυροκόπημα καὶ πλῦσις ἐγκεφάλου, ἐπίσης ἡ δειλία, ἡ ἀνάγκη, ἀκόμη, τοῦ μικρανθρωπάκου νὰ ὀχυρωθῇ ὄπισθεν κάποιας “ἰδεολογίας τῶν δυνατῶν”, πρὸς ἐμβαλωματικὴν ὑπεραναπλήρωσιν προσωπικῶν μειονεκτικοτήτων καὶ ἐσωτερικῶν ἀδιεξόδων, πρᾶγμα δυστυχῶς συχνὰ ἐπίκαιρον εἰδικῶς διὰ μεγάλην μᾶζαν ἐκ τῶν παρεισφρυόντων καὶ ἀναρριχωμένων εἰς ὅ,τι οὗτοι (ἑκάστοτε, καθὼς κι αὐτὸ ἐνίοτε ἀλλάζει!) κατανοοῦν – ἢ καὶ θέλουν νὰ “κατανοοῦν” – ὡς “ἐθνικοσοσιαλισμόν”…
Ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ Ἰδέα μπορεῖ μὲν γιὰ τοὺς σοφολογιωτάτους ἀκαδημαϊκοὺς ἀρουραίους νὰ διακυμαίνεται μεταξὺ “ἰδεολογίας” καὶ “ἐννοίας”, συνεπείᾳ τῆς ἰντελεκτουαλιστικῆς/ρασιοναλιστικῆς ἰσοπεδώσεως κατὰ τὸ ἐπίπεδον τῆς ἰδίας των νοητικῆς ἀναπηρίας, ἀδυνατούσης νὰ συλλάβῃ τὴν κατακόρυφον διάστασιν – εἰς τὸν Κόσμον, ὅμως, τῆς Ἀρίας Ὀλυμπίου μας Παραδόσεως ἡ Ἰδέα εἶναι ὀντότης, μάλιστα δὲ κατ᾿ ἀνώτερον πεδίον τοῦ Εἶναι, ὁρωμένη καὶ ἀφομοιουμένη διὰ τῆς ἀνωτέρας νοήσεως καὶ διὰ τοῦ ὀφθαλμοῦ τῆς νοήσεως, ἀνταξίου μυρίων φυσικῶν ὀφθαλμῶν, ὅπως λέγει ὁ θεῖος Πλάτων.
Τοιούτων Ἰδεῶν κοινωνοὶ δύνανται μόνον νὰ εἶναι τὸ πολὺ ἐλάχιστοι, πάντως δὲ οὐδεὶς ἐκ τῶν θεατρίνων τῆς δημοκρατικῆς σκηνῆς – ἐκ δὲ τοῦ χώρου τῆς ἐπιστήμης, σήμερον πλέον μόνον κάποιοι ξεχωριστοὶ μαθηματικοὶ ἐρευνηταί, ὅπως ἄλλως τε καὶ ὁ Πλάτων διευκρινίζει, προσδιορίζων τοῦτο ὡς τὸν ἀσυγκρίτως πάσης ἄλλης ὠφελείας ἀνώτερον καὶ οὐσιαστικώτερον καρπὸν τῆς ἐντρυφοῦς μαθηματικῆς ἀφαιρέσεως.
Ἤδη ἐδῶ, λοιπόν, κατὰ τὰ τελείως θεμελιώδη θεωρουμένη ἡ καθιερωμένη ἐπιστήμη εἶναι μιᾶς κατωτέρας τάξεως, ἐκδηλοῦσα καὶ αὕτη τὴν ὁλικὴν ὀντικὴν ἔκπτωσιν καὶ Παρακμὴν – χωρὶς διὰ τούτου καθόλου νὰ λέγωμεν ὅτι, ἀπαραιτήτως, εἶναι καὶ ἄνευ ἀξίας, τοὐλάχιστον διὰ τὸν διαθέτοντα τὴν ὑψηλὴν Νόησιν τῆς ἀνωτέρας. Τὰ ἴδια καὶ πολὺ ἀκόμη χειρότερα ἰσχύουν γιὰ ὅ,τι σήμερον ὀνομάζεται “φιλοσοφία”. Ἄλλως τε ὁ Νίτσε εἶχεν ἤδη γράψει γιὰ τὴν ἀπείρως ἀκμαιοτέρα πνευματικῶς ἐποχήν του ὅτι ἡ φιλοσοφία, ὅπως καὶ ἡ Τέχνη, ἦτο κατ᾿ ἐκείνην “ἔξω ἀπὸ μιὰν ἀληθινὴ Κουλτούρα καὶ ζῶν Πνεῦμα, ἄρα δηλαδὴ ἀκριβῶς σὰν τὸ ψάρι ἔξω ἀπ᾿ τὸ νερό”· προσεπιλέγων μάλιστα, “κάποτε τὸ Πνεῦμα ἦταν θεός, ἔπειτα ἐξέπεσε σὲ ἄνθρωπο – τώρα δὲ ἔχει καταντήσει χυδαῖος ὄχλος”!
Ἡ Παραδοσιακὴ Ἀρία Φιλοσοφία, Ἐπιστήμη, Τέχνη καὶ Μεταφυσικὴ ἀποτελοῦν ὄψεις μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς Ἡλιακότητος, διαφανοῦς ὀλυμπιακῆς Συνειδητότητος, προσιτῆς μόνον δι᾿ ὅσους διαθέτουν τὸν ἀνάλογον ἡλιοειδῆ ὀφθαλμόν: “οὐκ ἂν ὀφθαλμὸς Ἥλιον ἴδοι ἡλιοειδὴς μὴ γεγεννημένος”, κηρύσσει ὁ μέγιστος συνεχιστὴς τῆς Πλατωνικῆς Παραδόσεως Πλωτῖνος. Ἀπεναντίας, σημιτιστὶ ἡ μεταφυσικὴ καὶ τὸ πνεῦμα εἶναι οὐσιωδῶς ἀνύπαρκτα, ἀντικαθιστώμενα ὑπὸ δεισιδαιμόνων προλήψεων καὶ ἐπιβεβλημένων ἀπροσεγγίστων φόβων, ὑπολογισμῶν κέρδους καὶ “σωτηρίας”, “πίστεων”, περιεχομένων εἰς μίαν “ἀποκάλυψιν”, ποὺ παραδίδουν οἱ “προφῆται” καὶ οἱ “ἀπόστολοι” διὰ τῶν χειροτονημένων ἱερέων, μεσιτῶν τῆς “χάριτος” καὶ τοῦ “ἐλέους”, μαγικῶς καὶ ἐντελῶς ἀσχέτως πνευματικῆς ἐνοράσεως καὶ δυναμικότητος εἴτε τοῦ ἱερέως εἴτε τοῦ τὴν χάριν καὶ φώτισιν λαμβάνοντος πιστοῦ, ποὺ μπορεῖ κάλλιστα νὰ εἶναι καὶ διεφθαρμένοι, μαλθακοὶ πανηλίθιοι ἡμιπίθηκοι – ἄλλως τε, “μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι”! Ἀσχέτως τῆς παρερμηνευτικῆς δεινότητος τῶν “θεολόγων” διὰ τὰ ἰδιαιτέρως “δύσπεπτα” σημεῖα τῶν γραφῶν των, εἰς αὐτὴν τὴν τελευταίαν φρᾶσιν τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου (ἐκ τῆς “ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλίας”) συνοψίζεται πράγματι ἡ ἀντιδιαμετρικὴ ἀντίθεσις Ἀρίας (Πλατωνικῆς) καὶ Σημιτικῆς Μεταφυσικῆς.
Τὸ σημιτικὸν μονοπώλιον (… κι ἐδῶ ἀκόμη!!!) τοῦ “Θεοῦ” τοῦ “περιουσίου λαοῦ” συνεχίζει καὶ ἐκτὸς Χριστιανισμοῦ, ἀφοῦ διὰ τοὺς πλείστους τὸ ἀντίθετον τοῦ “χριστιανὸς” εἶναι “ἄθεος”! Ἰσχυρίζομαι, ἀπεναντίας, ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς ἐπέβαλεν ἱστορικῶς τὴν ἀθεΐαν ἐν Εὐρώπῃ – τόσον διὰ τῆς ἐπικρατήσεώς του ὅσον καὶ διὰ τῆς ἀποδυναμώσεώς του.
Καμμία ἀνάστασίς μας δὲν εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴν ἐπανασύνδεσίν μας μὲ τὸ ἀ-ληθῶς θεῖον – μὲ τοὺς θεούς μας. Καιρὸς νὰ ἀποδράσωμεν ἐκ τῆς αὐτο-λήθης, ἐκ τῆς χώρας τῶν Λωτοφάγων, ὅπως λέγει ὁ Πλάτων – πρὸς τὴν ἀ-λήθειαν, τὴν αὐτο-ἀνάμνησιν, τὴν ἀνασύνταξιν καὶ ἐπανευγενισμόν. Ὄχι, βεβαίως, κατὰ τὸν ἀφελῆ καὶ χονδροειδῆ τρόπον κάποιων φαιδρῶν ἐκ τῶν αὐτοκαλουμένων “δωδεκαθεϊστῶν” – ἀλλ᾿ ὀντικῶς, ὁλικῶς καὶ οὐσιαστικῶς… Καὶ ἡ δημιουργία μιᾶς νέας, ἀληθοῦς Κουλτούρας, ὅπου τὸ εὐγενὲς ἀνωτροπικὸν “οὐράνιον φυτόν” ποὺ πράγματι, κατὰ Πλάτωνα, κατ᾿ Ἀρχὴν εἴμαστε, νὰ μπορῇ νὰ βλασταίνῃ καὶ ν᾿ ἀνθίζῃ. Ὅπως διορατικώτατα πιστοποιεῖ ὁ ἐκλεκτὸς Συναγωνιστὴς B.S. τοῦ ὁποίου τὸ β΄ ἐν προοιμίῳ ἀπόσπασμα, “ ἡ ἐπάνοδος τῶν θεῶν, ἡ ἐπάνοδος τῆς Εὐ-γενείας καὶ ἡ ἐπάνοδος τῆς Πολιτείας εἶναι ὅλα ἕνα καὶ τὸ αὐτό“: τοῦτο παραβλητέον πρὸς τὸ προαναφερθὲν νιτσεϊκὸν ἀπόσπασμα, μετὰ τῆς εἰκόνος “τοῦ ψαριοῦ ἔξω ἀπ᾿ τὸ νερό”, ὡς ἀντιθέσεως – μάλιστα ὡς μία ἑνιαία τριάς, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Νοῦς, ἡ Καρδιὰ (ἐπιθυμητικόν) καὶ τὸ Σῶμα.
Σημιτιστὶ ἡ ἰατρικὴ καταντᾷ ῥαββινικὴ διαφθορὰ καὶ κερδοσκοπικὴ συμπτωματολογία (ἐνθυμίζουσα κατὰ τοῦτο δημοκρατικὴν “πολιτικήν”…), ἡ ἐπιστήμη χρησιμοθηρία, τὰ δὲ ἐναπομείναντα κολοβὰ παρακλάδια Ἀρίας ἐπιστήμης, ἀποκοπτόμενα ἀπὸ κάθε φιλοσοφικὸν καὶ μεταφυσικὸν ἀληθὲς ὑπόβαθρον, καταντοῦν ἀσύνδετα κούτσουρα, θραύσματα καὶ κελύφη κενὰ ἐνοράσεως καὶ ἀνεπίδεκτα συνθέσεως, κρατούμενα αἰχμάλωτα μιᾶς νοηματικῆς ἰσοπεδώσεως καὶ ὑπαγωγῆς εἰς διαφόρους ποικιλίας χονδροειδοῦς ρασιοναλισμοῦ καὶ θεοτύφλου ὑλισμοῦ, συνδυασμένων συχνὰ μὲ μιὰν δογματικοῦ χαρακτῆρος τυφλὴν προσήλωσιν καὶ πίστιν τῶν ὑπηκόων της εἰς τὴν αὐθεντίαν τῆς τοιαύτης “ἐπιστήμης”, δίκην “ἰδεολογίας”, ἐλλείψει καὶ τῆς πλέον στοιχειώδους φιλοσοφικῆς καλλιεργείας – ἤ, ἀκόμη, κατανοήσεως τῶν ἐκ τοῦ ἰδίου προτεθειμένου της πλαισίου καὶ θεμελίου ἐγγενῶν περιορισμῶν τῆς τοιαύτης ρασιοναλιστικῆς ἐπιδερμικῆς “ἐπιστήμης”. Εἶναι σὰν κάποιος νὰ πιστεύῃ ὅτι γνωρίζει τὸν κόσμον μελετώντας διὰ τῶν ἤχων ἕνα θεοσκότεινο διαμέρισμα τοῦ ὑπογείου ὅπου εἶναι κλειδωμένος…
Εἴτε κατὰ τὸν ἕνα εἴτε κατὰ τὸν ἄλλον τρόπον, τὸ θεῖον παραμένει σημιτιστὶ ἀπρόσιτον καὶ ἀθέατον, μόνον δὲ διάφορα χονδροειδῆ του ὑποκατάστατα-εἴδωλα, πέριξ τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ Ἰαχβέ (παρ᾿ ὅτι οὗτος ἐν τῇ παλαιᾷ διαθήκῃ φέρεται λέγων “ἐγὼ εἶμαι ὁ μέγιστος καὶ ἰσχυρότατος ὅλων τῶν θεῶν”!) ἢ τοῦ δυϊκοῦ του (alter ego) Μαμμονᾶ (πρβλ. τὸ γνωστὸν σχετικὸν ἀπόφθεγμα τοῦ, εὐλόγως, γνώστου τοῦ ζητήματος Μαρντοχάι/Μάρξ εἰς τὸ περὶ Ἑβραίων σύγγραμμά του, περὶ δυαδικῆς λατρείας τοῦ Ἑβραίου τῆς σχόλης καὶ τοῦ Ἑβραίου τῆς καθημερινῆς…) κατισχύουν ἀντὶ τοῦ ἀληθῶς θείου, ποὺ ἐπισκιάζεται κι ἐξορίζεται, ζηλοτύπως καὶ λυσσωδῶς ἀπαιτουμένης τῆς ἐξαλείψεως πάσης ἔνδοθεν αὐθεντικῶς ἀναγνωριζομένης θειότητος, καθὼς ὁ Γιαχβὲ ἀπαιτεῖ μονοπώλιον – ὁπότε τὸ “θεῖον” μόνον ὡς “ἐξ ἀποκαλύψεως” (μιᾶς καὶ συγκεκριμένης μάλιστα) νοεῖται… Οἱ θεοὶ καὶ ὁ Κόσμος πεθαίνουν, μαζὶ μὲ τὴν ἱερότητα καὶ τὴν πολλαπλότητα τοῦ Κόσμου, ποὺ πλέον γίνεται καθαρὰ ὑλικὸς καὶ ἁμαρτωλός, ῥυπαρός, εἰς τὸ ἔλεος τοῦ μόνου ζῶντος, ἤτοι ἑνὸς λυσσαλέως ἀφρίζοντος ἐκδικητικοῦ θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ, εὑρισκομένου τελείως ἐκτὸς τοῦ κατωτέρου καὶ ἀψύχου αὐτοῦ Κόσμου – ὄχι ὅπως τὸ ἄχρονον Ἓν τῶν Προσωκρατικῶν (ὅπως πράγματι ἐπίτηδες ἔχουν συγχύσει οἱ “πατέρες” τῆς ὀρθοδοξίας, ποὺ ἐδημιούργησαν ἕνα γκροτέσκο ὑβρίδιο – κάποιοι θὰ τὸ ἐξῆραν αύτὸ τὸ ὀξύμωρον καὶ εἰς στοιχεῖον ὑπεροχῆς, δυνάμει τοῦ προϋποτιθεμένου ἐξοβελισμοῦ τοῦ ἐλευθέρου πνεύματος!) ἀλλ᾿ ὡς ὁ συγκεκριμένος ἱστορικὸς φυλετικὸς προστάτης μιᾶς δράκας δολίων συνωμοτῶν καὶ ἀπατεώνων, εἰς τὴν ὁποίαν ἐκτενῶς διδάσκει (καὶ ἀπαιτεῖ ἐπὶ ποινῇ θανάτου!) πῶς νὰ ἀπομυζᾷ, νὰ ὁδηγῇ στὸν μαρασμό, νὰ κακοποιῇ, ληστεύῃ κ.ο.κ. τοὺς Γκόιμ, γιὰ τοὺς ὁποίους ἐν τἐλει ἔφτιαξε καὶ μιὰν εἰδικὴν ἐκδοχὴν τῆς λατρείας του!!!
Αὐτὸ τὸ μισαλλόδοξον μεσανατολικὸν δόγμα ἀνέλαβον κάποιοι ἑλληνομαθεῖς διάκονοί του νὰ ἐμπλουτίσουν, δίκην ἑλληνοσημιτικοῦ “ἀχταρμᾶ”, εἰς ἕνα ἀνομοιογενὲς καὶ ἀφιλίωτον μεῖγμα ἐξ ἀδιαλύτων συστατικῶν, ὑπὸ τὴν σκέπην τοῦ χονδροκομμένου σημιτικοῦ δόγματος, μὲ τὴν “θύραθεν παιδείαν” ὡς ἐργαλεῖον ἀποδόσεως εἰς τοῦτο μερικῶς κάποιας ἀλλοτρίας πνευματώδους στιλπνότητος καὶ προκλήσεως συγχύσεως. Γιὰ νὰ μποροῦν κάποιοι νὰ καταπιοῦν τὸ χάπι – διὰ τοῦ ὁποίου ἔπεσαν σὲ λήθαργο δύο χιλιετιῶν…
Τὸ Πνεῦμα τίθεται οὕτω ὑπὸ γύψον καὶ ἀτροφεῖ, ὅταν δὲ γίνεται ἐξέγερσις κατὰ τῆς μισαλλοδόξου κληρικοκρατίας καὶ οἱ διαφωτισταὶ πετοῦν τὰ βρώμικα νερὰ τῆς λεκάνης τῶν παποκληρικῶν καὶ “θεολόγων”, πετοῦν ἐν τῇ νηπιώδει των πνευματικῇ ἀτροφίᾳ (μετὰ τόσους αἰῶνας δογματικότητος) μαζὶ μὲ τὰ νερὰ καὶ τὸ θεῖον ἔμβρυον τοῦ πνεύματος… Καί, οἱ δύσμοιροι, καταλήγουν νὰ καταφεύγουν εἰς νέα δόγματα, μὲ παρομοίως καὶ χειρότερον τὴν ἰδίαν μας φύσιν καὶ συλλογικὴν εὐδαιμονίαν καὶ ἐπιβίωσιν πληττούσας δηλητηριώδεις “ἀνθρωπιστικάς”, ἰσοπεδωτικὰς ἀπεκροάς, εἰς δὲ τὸ ἴδιον τοῦ Γιαχβὲ βάθρον ἀναβιβάζουν τὰς νέας, τυραννικῶς δὲ καὶ πάλιν ἀδιαμφισβητήτους, προλήψεις – συχνὰ ἐν τῇ δεινῇ αὐταπάτῃ ὅτι ἀνέστησαν τὸ ἀρχαῖον ἑλληνικὸν πνεῦμα! Πρᾶγμα ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐκ προοιμίου ἀδύνατον διὰ τὸ γενικὸν ἐπίπεδον πνευματικῆς ἐντροπίας καὶ στειρότητος μετὰ τόσους αἰῶνας σημιτικοῦ σκοταδισμοῦ…
Δυστυχῶς, λοιπόν, καὶ οὗτοι παρέμειναν εἰς ἐπίπεδον ἐξεικασμόν, ἀνεπαρκέστατοι παραμένοντες διὰ τὴν σύλληψιν τῶν Ἰδεῶν καὶ τοῦ θείου, ὅπως καὶ οἱ προκάτοχοί των: μόνον τώρα, ἀντὶ τοῦ ἐξεικαστικοῦ σημιτικοῦ δόγματος γίνεται ἐπίκλησις εἰς τὴν “λογικὴν” καὶ τὴν “ἐπιστήμην”, ὁμοίως ἀνικάνων πρὸς πρόσληψιν καὶ θέασιν τῆς τρίτης, τῆς κατακορύφου, δηλαδὴ τῆς ὀντικῆς διαστάσεως.
Ὅμως πάντοτε ὑπῆρχαν φωτεινὲς ἐξαιρέσεις μεγάλων αὐθεντικῶν πνευμάτων, ὅπως ὁ μέγας Γεώργιος Πλήθων, ἔστω δὲ καὶ ὑπὸ χριστιανικόν, ἐνίοτε, ἔνδυμα – ὅπως ὁ Meister Eckhart. Πολλὰ δὲ στοιχεῖα τοῦ Ἀρίου Πνεύματος καὶ τῆς κοσμικῆς εὐσεβείας καὶ μέτρου ἐπεβίωσαν ὑπὸ χριστιανικὸν μανδύα, μάλιστα δὲ εἰς τὴν Λαϊκὴν Παράδοσιν ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν Λαῶν – ὥσπου ἦρθαν κάποιοι “νεο-ὀρθόδοξοι” καὶ λοιπὰ συναφῆ φροῦτα, ποὺ ἀναγομώνουν τὸ δογματικόν των ὁπλοστάσιον εἰς τὰς πρωτοεβραϊκάς των “ἱερὰς” πηγὰς καὶ “ἀποκαλύψεις”, ἀπολήγοντες οὕτω εἰς τὴν σχεδὸν ἀπροκάλυπτον “θεϊκὴν” ἰαχβεϊκὴν ἀπαίτησιν πλήρους ἀπεθνικοποιήσεως (τῶν Γκόιμ, φυσικά), “ἀνθρωπιστικῆς” πολτοποιήσεως καὶ ἀφ-αιμάξεως… ΚΑΛΩΣ, λοιπόν, ἀγαπητοί, ἔχομεν λάβει τὸ μήνυμα!
Ἐδῶ ἀξίζει νὰ κάμω μίαν παρένθεσιν, ἀναμιμνησκόμενος τῆς θλιβερᾶς ἐντυπώσεως ποὺ πρὸ ἐτῶν μοῦ προεκάλεσαν τρεῖς ἀνεγνωρισμένοι καθηγηταὶ κλασικῆς φιλολογίας ὅταν, προσκεκλημένοι τηλεοπτικῆς ἐκπομπῆς, “ἀπεφάνθησαν” ὁμοφώνως ὅτι ἐκ τῆς ἀρχαιοελληνικῆς σκέψεως … “ἀπουσιάζει παντελῶς οἱαδήποτε ἐσωτερική, ὅπως καὶ οἱαδήποτε μεταφυσικὴ διάστασις – οὔτε κἂν ἴχνος”!!! Ὀδυνηρῶς τραγικοὶ οἱ προφέσορες – τελείως καθαροὶ ἀπὸ ἴχνη αὐθεντικῆς νοημοσύνης – καὶ δὲν μπορῶ ἐν προκειμένῳ νὰ μὴ ἐπαναλάβω τὴν παροιμιώδη φρᾶσιν τοῦ Bismarck, ”drei Professoren, Vaterland verloren”!!! – ἤτοι, “τρεῖς καθηγηταὶ καὶ ἡ Πατρὶς ἐχάθη!” : (συναφὲς παράδειγμα, Ἀ. Παπανδρέου – Κ. Σημίτης – Εὐ. Βενιζέλος…)
Τὰ ἄρματα τῶν καπεταναίων – καὶ τὰ νταούλια τῶν γύφτων…
Ἀλλ᾿ ἂς ἐπανέλθωμεν εἰς τὸν ἀσθμαίνοντα “καρβουνιάρην” μας:
Ἤτοι τὸ ξεχαρβαλωμένο “τραῖνο” τῆς καψιδογραικυλίας μας πού, φέρον ψευδῆ ἐπιγραφήν (“ἑλληνικὸ κράτος”) καὶ ψευδῶς ἐπικαλούμενον τὸ ἠθικὸν καὶ ἱστορικὸν κῦρος ἑνὸς ὅλως ξεχωριστοῦ Ἔθνους, ἔχει ὡς τυπικοὺς κυβερνήτας κάποιους βαθύτατα διεφθαρμένους προδότας, κατευθυνομένους ὑπό τινων “διεθνῶν ἐλεγκτῶν καὶ ταξιθετῶν”· οἱ ὁποῖοι καὶ συμβαίνει νὰ εἶναι οἱ ἄρχοντες καὶ κύριοι τοῦ Χρήματος, τὸ ὁποῖον Χρῆμα ὑπὸ δημοκρατικὸν καθεστὼς καταλήγει πάντοτε νὰ εἶναι ὁ ἀπόλυτος δυνάστης-τύραννος, ἢ μᾶλλον, βεβαίως, αὐτοὶ ποὺ τὸ κατέχουν καὶ ὁρίζουν, εὐτελῖζον συλλήβδην καὶ ὑποβιβᾶζον καὶ καθυποτᾶσσον εἰς τὴν κατωτάτην χρησιμοθηρίαν καὶ τὴν ἀσύδοτον, καρκινωδῶς ἀφηνιασμένην κερδοσκοπίαν ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ἐν μιᾷ πλήρει καὶ παγκοσμίων διαστάσεων Ἀντιστροφῇ – γνωστῇ ὡς παγκοσμίου καπιταλισμοῦ ἢ ΝΠΤΠ (Νέας Παγκοσμίας Τάξεως Πραγμάτων, New World Order).
Ἡ ψευδότης αὐτὴ τίτλων, ὀνομάτων καὶ ἐπιγραφῶν διαποτίζει ἐπαγωγικῶς ὅλους τοὺς ἱστοὺς κι ὅλες τὶς πτυχὲς τοῦ ἐθνικοῦ ὀργανισμοῦ καί, ὄχι ἅπλῶς τὸν δηλητηριάζει, ἀλλὰ τὸν μεταλλάσσει εἰς ἕνα φρικαλέως διεστραμμένον ἠλίθιον τέρας. Τὸ μασκάρεμα καὶ ὁ τρανσβεστισμὸς καθίσταται ἐπικοινωνιακὸν ὅπλον ἀλλὰ καί, ἐν τέλει, ὁ μόνος τρόπος ποὺ οἱ θλιβεροὶ ἐπιβάται τοῦ τραίνου γνωρίζουν καὶ δύνανται νὰ διανοηθοῦν, καθὼς ἔχουν ἀπωλέσει κάθε σχέσιν μὲ τὴν ὅποιαν αὐθεντικότητα! Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἀναζήτησις τῆς ἀληθείας, κάποτε ὑπὸ τῆς ἀληθοῦς φιλοσοφίας ἀναληφθεῖσα, ἀντικαθίσταται ὑπὸ τοῦ marketing, ἤτοι τῆς βελτιστοποιήσεως ἀνταγωνισιμότητος εἰς τὰ markets, τὰς ἐμπορικὰς δηλονότι ἀγορὰς τῶν καταναλωτῶν ἢ τῶν ψηφοφόρων – ὁμοίως.
Οἱ ὅροι αὐτοὶ δὲν ἐπιλέγονται, πλέον, ἢ ἀπορρίπτονται ὑπὸ τοῦ οἵου μετέχοντος αὐτοῦ τοῦ εὐτελοῦς θεάτρου μασκαράδων πού, πράγματι, εἶναι ἡ δημοκρατικὴ πολιτικὴ σκηνή – ἀλλὰ εἶναι κατὰ τὸ μέγιστον ἐκ προοιμίου ἐπιβεβλημένοι. Γι᾿ αὐτὸ καὶ γίνεται τόσον δυσχερὲς νὰ διακρίνῃ τις στοιχεῖα ἀληθείας μέσα εἰς τὸ γενικὸν ψευδολόγον μασκάρεμα, πόσῳ δὲ μᾶλλον ὁ ἀδαὴς καὶ ἐντελῶς συγκεχυμένος ἀγελοποιημένος λαός…
Ὑπ᾿ αὐτοὺς τοὺς ὅρους δύναται κάλλιστα καὶ ὁ οἷος σκοτεινὸς δολοπλόκος νὰ προβάλλῃ ὅ,τι θέλει, ἐπικαλύπτων τὴν μετριωτάτην ἢ σκοτεινῶς διεστραμμένην ἢ ὅ,τι ἄλλο ἤθελε φύσιν του ὑπὸ τὸ οἷον πέπλον ἐπιλέξῃ νὰ μασκαρευθῇ, καθὼς στὴν Δημοκρατία ὄχι ἁπλῶς ἔχουν ἰσοπεδωθῆ καὶ ἀφαιμαχθῆ κάθε οὐσίας οἱ ἔννοιες – ἀλλὰ καί, κατ᾿ ἀντιστοιχίαν, ἔχουν δραστικῶς ἀποδυναμωθῆ ὅλες οἱ, πράγματι βαθύτατα ἀντιδημοκρατικές, “ῥατσιστικὲς” ἐνοράσεις, διαισθήσεις καὶ διακρίσεις, ποὺ βασίζονται στὴν μουσικὴν αἴσθησι τοῦ μέτρου καί, ἀντιστοίχως, τοῦ ἀμέτρου, ἀφοῦ, κατὰ τὸν ἀρχαῖον ποιητήν, “ἀμουσία τὸ πλέον κατέχει”… Ὁ ἁψὺς καὶ θραμμένος ἀπὸ τὴν ζωντανὴν Παράδοσιν καὶ τὴν ἀληθῆ Μουσικὴν καὶ Ῥυθμὸν ᾿ξωμάχος τῆς ἑλληνικῆς ὑπαίθρου τοῦ παρελθόντος διαπερνοῦσε, ἀπεναντίας, μὲ τὸ αὐθεντικό του βλέμμα καὶ ᾿ζύγιζε τὸν ὅποιον “τενεκέ”, ὅμως τώρα οἱ τενεκέδες κατέχουν τὴν πρωτοκαθεδρίαν – καί, μάλιστα, ὅσο πιὸ ἄδειοι εἶναι, τόσο δυνατότερα βαρᾶνε…
Ἔτσι εἶναι τελείως κανονικὸν στὶς εὐτελεῖς ἡμέρες μας νὰ ἐπαληθεύεται ὑπερθετικῶς τὸ γνωστὸν ῥητὸν ὅτι, “ἐκεῖ ποὺ οἱ καπεταναῖοι κρέμαγαν τ᾿ Ἄρματα, κρεμᾶνε τώρα οἱ γύφτοι τὰ νταούλια τους.” Βέβαια κάποτε, ὅταν ἀκόμα δὲν εἶχε … “προοδεύσει” τόσον ὁ ἑλληνικὸς Λαὸς καὶ ὑπῆρχεν ἀληθὴς διάκρισις, ἔλεγε τὸ δημῷδες ᾇσμα, “πὤχει μεσούλα γιὰ σπαθί, κορμάκι γιὰ ντουφέκι”, ὅπως κατὰ Πλάτωνα “ἀεὶ τὴν ἐν τῷ σώματι ἁρμονίαν τῆς ἐν τῇ ψυχῇ ἕνεκα συμφωνίας ἁρμοττόμενος” – ἀνάμνησις ποὺ δὲν μπορεῖ, ἐν προκειμένῳ, παρὰ νὰ μᾶς προξενήσῃ θυμῃδίαν καὶ γέλωτα, ἐν παραβολῇ πρὸς τοὺς γνωστοὺς ἐπιχρυσωμένους “νταουλτζῆδες”…
Διότι ὅλων αὐτῶν τῶν δεινῶν ἡ ἀπαρχὴ ἐντοπίζεται εἰς τὴν Ἀντιστροφὴν τῆς κοσμικῶς δεούσης, ἤτοι τῆς ἀληθῶς θεϊκῆς τάξεως καὶ ἱεραρχίας τῶν πραγμάτων, κυρίως κατὰ τὴν κορυφήν, ἀφοῦ ὅπως λέγει ὁ Λαός μας “ἀπ᾿ τὸ κεφάλι βρωμάει τὸ ψάρι”…
Ἡ Ἀντιστροφὴ ἐν ἀληθείᾳ ταὐτίζεται πρὸς τὴν ἰσοπέδωσιν, ἀφοῦ ἀμφότερα σημαίνουν τὴν καταστροφὴν τῆς ταξινομούσης καὶ ἱεραρχούσης τρίτης, ἤτοι τῆς κατακορύφου ὀντικῆς διαστάσεως, καταστροφὴν ἐκδηλουμένην εἴτε ὡς Δημοκρατίαν εἴτε ὡς Τυραννίαν.
Καὶ “αὐθορμήτως” μὲν προκύπτουν συνεπείᾳ ἐκφυλισμοῦ, κοσμικῇ ἐντροπίᾳ, εἶναι δὲ δυνατὸν καὶ τυραννικῶς νὰ ἐπιβληθοῦν διὰ τυραννικῶν δογμάτων, θρησκευτικῆς ἢ παραθρησκευτικῆς (“ἀνθρωπιστικῆς”) φύσεως· εἰς ὅλας τὰς περιπτώσεις θὰ ὡμίλουν μᾶλλον περὶ προληπτικῆς σκοταδιστικῆς θρησκοληψίας, ἀσυμβάτου πρὸς στοιχειώδη πνευματικὴν ἐλευθερίαν καὶ γνησιότητα. Ἐπειδὴ ἀνεφέρθημεν συντόμως εἰς τὸ σχετικὸν θρησκόληπτον δόγμα καὶ τὰς μετεξελίξεις του (ἀκροθιγῶς), προχωροῦμεν εἰς τὴν ἐπισκόπησιν τῆς ἐκφυλιστικῆς διεργασίας ποὺ τὰς παράγει, ὅπου ὅμως πρέπει νὰ προσθέσωμεν ὅτι σήμερον (κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν προχριστιανικὴν ἐποχὴν τοῦ Πλάτωνος) αὕτη συνδυάζεται εἰς τὸ ἔπακρον μὲ τὴν δογματικότητα, σφυροκοπουμένην διὰ τῶν ἀσυλλήπτου ἰσχῦος προπαγανδιστικῶν κι ἐκφοβιστικῶν μέσων ποὺ κατέχουν οἱ θιασάρχαι τῆς σκοτεινῆς μας ἐποχῆς.
Κατὰ τὸν πλέον κρυστάλινον τρόπον ὁ θεῖος Πλάτων ἀναλυτικῶς καὶ διεισδυτικώτατα ἀφηγεῖται εἰς τὸ ὄγδοον κυρίως ἀλλὰ καὶ καὶ τὸ ἔνατον (Η΄ καὶ Θ΄) βιβλίον τῆς “Πολιτείας” τὸ πῶς προχωρεῖ ὁ βαθμιαῖος ἐκτροχιασμὸς καὶ κατολίσθησις ἐκ τῆς ἀληθοῦς Ἀριστοκρατίας, ὅπου κυριαρχοῦν καὶ ὁρίζουν οἱ ὄντως ἄριστοι ἀληθεῖς φιλόσοφοι, ὑπὸ ἕνα θεῖον Βασιλέα, μέσῳ τῆς Τιμοκρατίας, ἔπειτα τῆς ὀλιγαρχίας (τῶν οἰκονομικῶς ἰσχυρῶν), κατόπιν δὲ τῆς Δημοκρατίας/Ὀχλοκρατίας, ἡ ὁποία τελικῶς καταλήγει εἰς τὴν Τυραννίαν: “ἡ γὰρ ἄγαν ἐλευθερία ἔοικεν οὐκ εἰς ἄλλο τι ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν καὶ ἰδιώτῃ καὶ πόλει. εἰκότως τοίνυν, οὐκ ἐξ ἄλλης πολιτείας τυραννὶς καθίσταται ἢ ἐκ δημοκρατίας, ἐξ οἶμαι τῆς ἀκροτάτης ἐλευθερίας δουλεία πλείστη τε καὶ ἀγριωτάτη.”
(“Διότι ἡ ὑπερβολικὴ ἐλευθερία προφανῶς ὁδηγεῖ εἰς ὁλικὴν δουλείαν, τόσον κατὰ τὸ ἐπίπεδον τοῦ ἀτόμου ὅσον καὶ τῆς πολιτείας. Ἕπεται, λοιπόν, ὅτι ἡ Τυραννία δὲν προκύπτει παρὰ μόνον ἐξ αὐτοῦ ἀκριβῶς τοῦ πολιτεύματος, τῆς Δημοκρατίας, πιστεύω δὲ ὅτι ἡ μεγίστη καὶ ἀγριωτάτη δουλεία εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀκροτάτης ἐλευθερίας.”)
Αὐτὸ ποὺ ἀποτελεῖ θεμελιῶδες γνώρισμα τῆς Πλατωνικῆς ἀλλὰ καὶ τῆς ἐν γένει παραδοσιακῆς σκέψεως εἶναι ἡ ἐσωτερικότης, δηλαδὴ ἡ οὐσιαστικότης της, κατὰ τὴν ὁποίαν παρατηροῦνται καὶ διαγιγνώσκονται ταὐτοχρόνως τὰ ἐπίπεδα, οἱ καταστάσεις, τὰ ΓΕΝΗ καὶ τὰ στάδια ἐξελίξεως τῶν ἀτόμων ποὺ πρωταγωνιστοῦν ἀφ᾿ ἑνὸς καὶ τῶν πολιτευμάτων/καθεστώτων ἀφ᾿ ἑτέρου. Μάλιστα δὲ ἀναφέρει ἀκριβῶς ὅτι ἀναλόγως τοῦ βαθμοῦ τοῦ Εἶναι, τοῦ κατὰ πόσον δηλαδὴ ἀληθῶς ὑπάρχουν, τῶν ἀτόμων ποὺ διοικοῦν, κεῖται ὑπαρξιακῶς καὶ τὸ ἀντίστοιχον καθεστώς! Περαιτέρω ἐντὸς τοῦ ἀνθρώπου διακρίνονται τρία ἐπίπεδα, ἤτοι λογιστικόν, θυμοειδὲς καὶ ἐπιθυμητικόν, καλούμενα μάλιστα γένη, ἤτοι ἀμετάβλητα κατὰ τὴν βασικήν των φύσιν, τῶν ὁποίων ἡ ἱεραρχικὴ τάξις καὶ σχέσις ἐξουσίας πρέπει νὰ εἶναι ἡ φυσική, ἤτοι τὸ κατώτερον νὰ ὑποτάσσεται εἰς τὸ ἀνώτερον – ὄχι μόνον χάριν τῆς ὁλικῆς τάξεως ἀλλά, πράγματι, ἐπίσης καὶ πρὸς τὸ συνολικὸν ὄφελος ὅλων: “Τῷ φιλοσόφῳ ἄρα ἑπομένης ἁπάσης τῆς ψυχῆς καὶ μὴ στασιαζούσης, ἑκάστῳ τῷ μέρει ὑπάρχει εἴς τε τἆλλα τὰ ἑαυτοῦ πράττειν καὶ δικαίῳ εἶναι, καὶ δὴ καὶ τὰς ἡδονὰς τὰς ἑαυτοῦ ἕκαστον καὶ τὰς βελτίστας καὶ εἰς τὸ δυνατὸν τὰς [587a] ἀληθεστάτας καρποῦσθαι. ῞Οταν δὲ ἄρα τῶν ἑτέρων τι κρατήσῃ, ὑπάρχει αὐτῷ μήτε τὴν ἑαυτοῦ ἡδονὴν ἐξευρίσκειν, τά τε ἄλλ᾿ ἀναγκάζειν ἀλλοτρίαν καὶ μὴ ἀληθῆ ἡδονὴν διώκειν.”
(Ὅταν λοιπὸν ἡ ψυχὴ ὁλόκληρος καὶ ἀστασίαστος ὑποτάσσεται εἰς τὸ ἀνώτερον νοητικόν (τὸ φιλόσοφον) μέρος/γένος της, τότε παρέχεται καὶ εἰς ἕκαστον τῶν ἄλλων μερῶν ἡ δυνατότης νὰ εὐδοκιμῇ ἐν δικαίῳ καί, ἐπιδιδόμενον κατὰ τρόπον βέλτιστον εἰς τὰς οἰκείας του δραστηριότητας ἐκ τῶν ὁποίων φύσει εὐχαριστεῖται, νὰ καρποῦται τὴν ἀρίστην καί, ἐν σχέσει πρὸς τὸ οἰκεῖόν του ὀντικὸν ἐπίπεδον, ἀληθεστάτην δυνατὴν εὐχαρίστησιν. Ὅταν, ὅμως, κυριαρχῇ τι τῶν ἑτέρων μερῶν (κατ᾿ ἀντιστροφὴν τῆς φυσικῆς τάξεως), τοῦτο ἐπιφέρει οὔτε αὐτὸ, τό (στρεβλῶς) κυρίαρχον στοιχεῖον νὰ ἐξευρίσκῃ τὴν φύσει οἰκείαν του ἡδονὴν καὶ εὐχαρίστησιν, νὰ ἀναγκάζῃ δὲ καὶ τὰ ἄλλα στοιχεῖα (γένη) νὰ ἐπιδιώκουν ξένας πρὸς τὴν φύσιν των καὶ μὴ ἀληθεῖς δι᾿ αὐτὰ τὰ ἴδια ἡδονάς.)
Σημειώσατε ἐδῶ ἰδιαιτέρως τὸ πῶς ἡ ἀλήθεια παραδοσιακῶς πάντοτε παρ᾿ ἡμῖν ἀναφέρεται ὡς πρὸς τὸ γένος, τὴν φύσιν, τὸν τρόπον καὶ τὸ ὀντικὸν ἑκάστου ἐπίπεδον – τὸ ὁποῖον θὰ ἔδει νὰ εἶναι προφανέστατον, ἀλλὰ ἐχρειἀζετο ἡ νοητικὴ ὀξυδέρκεια καὶ ῥηξικέλευθος τόλμη ἑνὸς Alfred Rosenberg (κυρίως στὸν “Μῦθο τοῦ 20οῦ Αἰῶνος”) διὰ νὰ καταστῇ, ὡς ἡ Φυλετικὴ Ψυχή, ἐκ νέου ἡ βάσις τῶν πλέον θεμελιωδῶν ἀναγνωρίσεων, ποὺ παρέμεναν θαμμένες κάτω ἀπὸ τὸν γῦψο δύο σχεδὸν χιλιετιῶν ἰσοπεδωτικῆς μισαλλοδόξου μεσανατολικῆς δογματικῆς προληπτικότητος, ἐντὸς ἀλλὰ καί, ἐν συνεχείᾳ, ἐκτὸς Χριστιανισμοῦ. Γιὰ νὰ ταφῇ ἐκ νέου (προσωρινῶς!) κάτω ἀπὸ τὰ συντρίμμια τοῦ Βερολίνου καὶ τῆς Δρέσδης, καθὼς καὶ κάτω ἀπὸ τὰ τρεχόντως ἐπισωρευόμενα ψυχονοητικὰ συντρίμμια τῆς μεταπολεμικῆς ὁλικῆς δῃώσεως καὶ βιαίας ἱεροεξεταστικῆς καθυποτάξεως τοῦ μόλις ἀναγεννωμένου ἐλευθέρου εὐρωπαϊκοῦ Πνεύματος – καὶ κάτω ἀπὸ τὰ μιάσματα τῆς συστηματικῆς διαστροφῆς τοῦ λευκοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον οἱ περιούσιοι δυνάσται ὁδηγοῦν τάχιστα καὶ στὸν πλήρη βιολογικόν του, πλέον, ἀφανισμόν, μὲ τὸ θῦμά των ἐν πλήρει ναρκώσει καὶ ὑποτακτικῇ συνεργείᾳ… Ὅμως κάποιοι ἀκόμη ὀρθώνουμε ἀκέραιον καὶ ῥωμαλέον τὸ Λάβαρον τῆς Ἐλευθερίας μας!
Ἀκριβῶς ἡ ἰδία σχέσις καὶ ἁρμονία τῶν ἐσωτερικῶν μερῶν (γενῶν) εἶναι ὁμοίως ἡ μόνη φυσιολογικὴ καὶ δέουσα καὶ ἐξωτερικῶς, κατὰ τὶς κοινωνικὲς δηλαδὴ “τάξεις”, τῶν ὁποίων σημειωτέον ἡ ἀρχέγονος ἔννοια εἶναι ἐντελῶς ξένη πρὸς τὴν σύγχρονον ἔννοιαν τῆς οἰκονομικῆς τάξεως, ποὺ συνᾴδει πρὸς καὶ ἐπαρκεῖ μόνον διὰ τὴν χονδροειδῆ καὶ ἀβοήθητον ἀντιληπτικὴν ἱκανότητα ἀνθρωπίδων τοῦ τελευταίου σταδίου ἐκφυλισμοῦ, προδρόμου τῆς πλήρους πιθηκοποιήσεως· γι᾿ αὐτὸ καί, πρὸς ἀποφυγὴν παρανοήσεων, προσφορωτέρα λέξις διὰ τὴν σύγχρονον ἀπόδοσιν εἶναι ἡ “κάστα”, παραπέμπουσα εἰς τὴν ἐσωτέραν φυσικὴν καὶ κληρονομικὴν φύσιν (γένος) καὶ κλίσιν ἑκάστου. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρομεν διὰ τὸ κοινωνικῶς ἀντίστοιχον τοῦ προηγουμένου ἀποσπάσματος τό: “ἵνα οὖν καὶ ὁ τοιοῦτος ὑπὸ ὁμοίου ἄρχηται οἵουπερ ὁ βέλτιστος, δοῦλον αὐτόν φαμεν δεῖν εἶναι ἐκείνου τοῦ [d.]βελτίστου καὶ ἔχοντος ἐν αὑτῷ τὸ θεῖον ἄρχον, οὐκ ἐπὶ βλάβῃ τῇ τοῦ δούλου οἰόμενοι δεῖν ἄρχεσθαι αὐτόν, ὥσπερ Θρασύμαχος ᾤετο τοὺς ἀρχομένους, ἀλλ᾿ ὡς ἄμεινον ὂν παντὶ ὑπὸ θείου καὶ φρονίμου ἄρχεσθαι, μάλιστα μὲν οἰκεῖον ἔχοντος ἐν αὑτῷ, εἰ δὲ μή, ἔξωθεν ἐφεστῶτος, ἵνα εἰς δύναμιν πάντες ὅμοιοι ὦμεν καὶ φίλοι, τῷ αὐτῷ κυβερνώμενοι.” Ἤτοι: ”Προκειμένου, λοιπόν, καὶ αὐτὸς νὰ ἄρχεται ὑπό ὁμοίου στοιχείου ὅπως καὶ ὁ ἄριστος, ὁρίζομεν ὅτι αὐτὸς πρέπει νὰ εἶναι σαφῶς ὑποδεέστερος (“δοῦλος”) ἐκείνου (: τοῦ ἀρίστου), ποὺ ἐντός του φέρει τὸ θεῖον ὡς ἡγεμονικόν του στοιχεῖον, ὄχι ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τῆς ἀσκήσεως ἐπὶ τοῦ ὑποδεεστέρου ἐξουσίας εἰς βάρος τοῦ ἰδίου, καθὼς θεωροῦσε τοὺς ἀρχομένους ὁ (δημοκρατικός) Θρασύμαχος, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ εἶναι διὰ τὸν καθένα τὸ καλλίτερον δυνατὸν νὰ ἄρχεται ὑπὸ τῆς θεϊκῆς σοφίας, μάλιστα δὲ ὅταν τις φέρῃ ἐντός του ἀνεπτυγμένην τὴν ἀντίστοιχον ἀρχήν (γένος, τὸ ἡγεμονικόν). Ὅταν, ὅμως, ἡ ἀντίστοιχος τῆς θεϊκῆς σωφροσύνης ἀρχὴ δὲν ἐνοικεῖ ὡς ἀπόλυτος κύριος μέσα εἰς τὸν ἴδιο, τότε χρειάζεταί τις κάποιον ἀντιστοίχου ποιότητος ὁδηγὸν ἔξωθεν, ὥστε ὅλοι μας τοιουτοτρόπως νὰ μετέχωμεν τῆς αὐτῆς δυνάμεως καὶ νὰ ὁμοφρονοῦμε, κυβερνώμενοι ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ ἄρχοντος (δηλ. τῆς θείας σωφροσύνης, εἴτε ἔνδοθεν εἴτε ἔξωθεν, μέσῳ δηλαδὴ τῶν ἀρίστων, καθοδηγούσης)”
Παραλλήλως ἀναφέρεται καὶ στὴν ἀντίστοιχον διάκρισιν τοῦ Ἡσιόδου, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τοῦ ἐσωτερικοῦ μετάλλου τοῦ καθενὸς ἀλλὰ καὶ τῆς κάθε Ἐποχῆς, ἀναλόγως τῶν κυριάρχων της ἀνθρωπίνων τύπων.Τὰ μέταλλα ταῦτα εἶναι ὁ χρυσός, ὁ ἄργυρος, ὁ χαλκὸς καὶ ὁ σίδηρος.
Πλέον διανύουμε ὄχι τὴν ἐποχὴ τοῦ ἐσωτερικοῦ σιδήρου – ἀλλὰ τῆς σκουριᾶς!
Ὅμως αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι καὶ ἡ δική μας ἐσωτερικὴ διάκρισις. Σὲ μιὰν ἐποχὴ τίτλων καὶ ἐπιγραφῶν ἄνευ περιεχομένου ἀναζητοῦμε ἀκριβῶς τὴν οὐσίαν.
Ἡ κατὰ τὴν οὐσίαν, κατὰ τὸ ἔμφυτον ἐσωτερικὸν δηλαδὴ μέταλλον ἀλλὰ καὶ καθεστώς, διάκρισις εἶναι ποὺ μᾶς παρέχει τὸ κριτήριον κατατάξεως καὶ ἱεραρχήσεως, ὄχι τὰ ὅποια μηντιακὰ πακέτα προϊόντων τῆς δημοκρατικῆς Παρακμῆς – τῶν ὁποίων, τοιουτοτρόπως, ἀποτελοῦμεν τὸν ἀπόλυτον ἀντίποδα.
Αὐτὴ δὲ ἡ διάκρισίς μας συνοδεύεται καὶ ὑπὸ τῆς ἀσυμβιβάστου καὶ ἀδιαπραγματεύτου μας ἀρχῆς περὶ τῆς μόνης δυνατῆς φυσικῆς καὶ ἁρμονικῆς ἱεραρχήσεως τῶν μερῶν ἑνὸς ὀργανικοῦ ὅλου, καθ᾿ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ κλίμακας, ὅπως διαφωτίζει ὁ Πλάτων.
Ἕνας ποικιλοτρόπως πολυφορεμένος στὶς μέρες μας τίτλος εἶναι κι ἐκεῖνος τοῦ “ἐπαναστάτου”. Ἔννοια, ὅμως, ἐπαναστάτου ἄνευ ἀντιστοίχου ἐπαναστάσεως εἶναι ἀδιανόητος. Ἐπίσης δέ, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ Ἡσιόδειος/Πλατωνική μας Παράδοσις διαφωτίζει, μπορεῖ μὲν ὁ τὴν ἐπανάστασιν ἢ τὴν ἀρχὴν τῶν ἀρίστων ἢ ὅπως ἄλλως εὐαγγελιζόμενος νὰ μὴ δύναται, καθ᾿ ὃ μὴ καθορίζων τὰ ἐξωτερικὰ πράγματα, νὰ τὴν ἐπιβάλῃ εἰς τὴν περιβάλλουσαν κοινωνίαν, ὅμως πρέπει αἱ ἀντίστοιχοι ποιότητες, τὸ ἀντίστοιχον δηλαδὴ μέταλλον, νὰ εἶναι χαρακτηριστικῶς καθοριστικὸν διὰ τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀτομικὴν ὕπαρξιν καὶ ὀντότητα, ὡς φορέων Ἰδεῶν· διότι ἄλλως, ὡς γνωστόν, “οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τῷ μὴ ἔχοντι”…
Ἐκεῖ τὰ πράγματα μᾶς ἀναγκάζουν, ἀσφαλῶς, νὰ διαπιστώνουμε ὅτι πολλὰ μὲν περὶ χρυσοῦ ἀκοῦμε πομπωδῶς διατυμπανιζόμενα, τίποτε δὲν βλέπουμε, ὅμως, ποὺ νὰ εἶναι πράγματι φτιαγμένο ἀπὸ αὐτὸ τὸ μέταλλον! Ὅσον δὲ διὰ τὰ περὶ ἐπαναστατικότητος, ὀφείλουμε νὰ καταλήξουμε ἀκριβῶς στὸ ἴδιο συμπέρασμα, καθὼς καμμία οὐσιαστικὴ ἐπανάστασις δὲν θὰ ἦταν ποτὲ νοητὴ χωρὶς τὴν ἀντίστοιχη ὀντικὴ ποιότητα. Ἐπανάστασις σημαίνει ποιοτικὴν ἐκτόξευσιν, νοουμένην κατὰ τὴν ἴδια τὴν ποιότητα τῆς Ὑπάρξεως, ποὺ τόσον ἀποτελεῖ θεμελιώδη προϋπόθεσιν διὰ τὴν σάρωσιν καὶ ῥιζικήν, κατὰ τὸ δυνατόν, ἀναίρεσιν τοῦ Ψεύδους καὶ τῆς Ψευδότητος τῆς Σκοτεινῆς μας Ἐποχῆς. Καὶ τίποτε δὲν προάγει καὶ κηρύσσει μίαν τέτοιαν ἀληθινὴν ἐπανάστασιν καλλίτερα ἀπὸ τὶς ἀντίστοιχες ἐπαναστατικὲς ποιότητες τῶν φορέων της.
Ἂν ὅμως, ἀντ᾿ αὐτοῦ, βλέπωμεν ἕνα θλιβερὸν συμπίλημα μετριοτήτων μὲ πραγματικοὺς προλεταρίους τοῦ πνεύματος καὶ τοῦ χαρακτῆρος, διοικούμενον ὑπὸ ἑνὸς σκοτεινοῦ διεφθαρμένου κύκλου “ἡμετέρων”, ἐν εἴδει Καμόρας, μᾶλλον ἐκ σκωριώδους μετάλλου παρὰ ἐκ χρυσοῦ συντεθειμένου, τότε πρόκειται ἀκριβῶς περὶ ζωντανῆς γελοιογραφίας εἰς βάρος τῆς “ἐπαναστάσεως”, τῆς ἀριστοκρατίας, τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ καὶ οὕτω καθ᾿ ἑξῆς, ὅ,τι ἑκάστοτε ἀτόπως ἐπικαλοῦνται καλυπτόμενοι, καθὼς δὲν εἶναι καὶ εὔκολον νὰ παρακολουθήσῃ κανεὶς τὴν ταχύτητα τῶν μεταλλάξεων τῶν ὑποτιθεμένων των “ἰδεολογιῶν”.
Τοῦτο δὲ καὶ εἶναι ὁ μόνος λόγος γιὰ ν᾿ ἀσχοληθῇ κανεὶς σοβαρῶς μαζί τους, καθ᾿ ὅτι χρησιμοποιοῦνται δολιώτατα καὶ μεθοδικῶς ὑπὸ τοῦ Συστήματος ὡς ἀνέλπιστος ζωντανὴ δυσφήμησις τῶν ἰδικῶν μας Ἰδεωδῶν, τὰ ὁποῖα λοιπὸν τὸ Σύστημα ἐπιζητεῖ δι᾿ ἐκείνων νὰ ἀμαυρώσῃ καὶ νὰ διαστρεβλώσῃ. Δύσκολον δὲ νὰ εἴπῃ τις, ποιοὶ “νταουλτζῆδες” εἶναι οἱ χειρότεροι ἀμαυρωταὶ καὶ διαστρεβλωταί, οἱ τῶν ΜΜΕ ἐντεταλμένοι καὶ δεδηλωμένοι ἐχθροί μας ἢ οἱ στρεβλωτικώτατα εὐτελίζοντες ἰδεώδη καὶ διασύροντες ἀρχὰς καὶ ἀγῶνας, ἐμπορευόμενοι ψυχὰς καὶ εὐτελίζοντες τὰ ὁράματα ἁγνῶν νέων Ἑλλήνων ἰδεαλιστῶν;
Ἡ ποιοτικὴ καθίζησις, ἡ Ἀντιστροφὴ καθ᾿ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ ἡ ὁλικὴ Σύγχυσις ἀποτελοῦν, ὡς συστατικὰ τοῦ Μὴ Ὄντος καὶ τοῦ Ἐνεργοῦ Θανάτου, τὰ σκιώδη θεμέλια τοῦ κρατοῦντος Συστήματος τοῦ Ψεύδους, τοῦ Ἐρέβους, τοῦ Ὑλισμοῦ, τῆς Διαλύσεως καὶ τῆς καθυποτάξεως εἰς ἕνα ὑπάνθρωπον ὑπερεθνικὸν χρηματιστηριακὸν σιωνιστικὸν κατεστημένον. Εἰς τοῦτο δὲ συνδράμουν ὅσοι προάγουν κι ἐνισχύουν τὰς ἀντιστοίχους ποιότητας διὰ τοῦ τρόπου καὶ ποιοῦ τῆς ὑπάρξεώς των: ἂν δὲ ταὐτοχρόνως χρησιμοποιοῦν ἐκ παραλλήλου τελείως ἀντίθετα τῶν κραυγαλέων ποιοτήτων τους ἰδεολογήματα, συνθήματα καὶ σύμβολα, ἀκόμη καὶ ἐθνικοσοσιαλιστικῆς συναφείας, μακρὰν τοῦ νὰ μετατρέπωνται αὐτομάτως εἰς ἐπαναστάτας ἐθνικοσοσιαλιστὰς ἢ ἐθνικιστὰς ἢ ἐθνικοδημοκράτας ἢ … κ.ο.κ. (!), πολλῷ μᾶλλον ἐπιβαρύνουν καὶ διογκώνουν τὸν ἀρνητικόν καὶ ἄκρως ἀντιεπαναστατικὸν ῥόλον τῶν ἐκδήλως κατωτέρων ποιοτήτων τους…
Ἀναρχικοί, Ρωμανός καὶ κάποιοι ἀδόκητοι παραστάται κόλακες…
Ἡ ὁποία, μάλιστα, συγχέουσα τὴν ἐπαναστατικότητα πρὸς τὴν ἰδίαν των σπασμικὴν βιαιότητα καὶ ἀπουσίαν ἐσωτερικῶν μέτρων καὶ φραγμῶν, ἀποτελεῖ τὸν ἀπόλυτον ἐκχυδαϊσμὸν πάσης ἐννοίας ἀγωνιστικότητος. Μοῦ εἶναι, ἄλλως τε, παντελῶς ἀκατανόητον τὸ πῶς “πολεμᾷ” κανεὶς τὸ κατεστημένον ἢ ὅ,τι οὗτοι ἐν τῇ ἀπολύτῳ συγχύσει των ἀποκαλοῦν “σύστημα” μὲ ἀπεργίαν πείνης, ἀπειλῶν δηλαδὴ ὅτι θὰ αὐτοκτονήσῃ! Τοῦτο εἶναι μόνον νοητὸν ἐπειδὴ κατὰ βάθος ὅλοι, ἑκατέρωθεν, ἀναγνωρίζουν ὅτι εἶναι “τὰ δικά τους παιδιά” – καὶ πρῶτοι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι “ἐπαναστάται”! … χρησιμεύοντες ὡς alter ego τῶν ἄλλων ἐκείνων πρωταθλητῶν τῆς ἀναιδείας, τῶν φανερὰ ὑποτεταγμένων δούλων τοῦ Συστήματος, δειλῶν ἐγωπαθῶν κονφορμιστῶν – ποὺ συχνὰ στὰ νειᾶτά τους ἐπίσης πέρασαν ἀπὸ παρόμοια “ἐπαναστατικὰ προτσές”!!! Ἐκτραχύνονται δὲ οἱ συγκεχυμένοι προνομιακοὶ τρόφιμοι ἐκτροφείων καὶ θερμοκηπίων παρανοϊκῶν δογματικῶν φαντασιώσεων καὶ ἐγκλήματος, ὅπως κατήντησαν εἰς χεῖρας δημοκρατῶν τὰ “πανεπιστήμια”, ἔτι μᾶλλον εἰς τὸ “παντότολμον φρονεῖν”, “φρενὸς πνέοντες δυσσεβῆ τροπαίαν – ἄναγνον, ἀνίερον”, ὅπως λέγει ὁ Αἰσχύλος – πρῶτον μὲν ἐκ τῆς ἀτιμωρησίας, δεύτερον δὲ καὶ κυριώτερον ἐκ τοῦ “ὑποκοριζομένου”, κολακεύοντος δηλαδή, περιγύρου, ἐκτρέφοντος αὐτοῖς τὸν νοσηρότατον ναρκισισμόν, ὥστε νὰ καθίστανται φουσκωμένοι “ἀστέρες” τῆς ἐπικαιρότητος πού, θαρροῦν, τοὺς κοιτάζουν ὅλοι μὲ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα…
Ἀνατρέχομεν ἐδῶ καὶ πάλιν εἰς τὸ Η΄ τῆς Πολιτείας, ἐκεῖ ὅπου περιγράφεται ἡ ἐν τῇ ψυχῇ τῶν ὀλιγαρχῶν βαθμιαία διολίσθησις πρὸς καὶ ὑποδούλωσις εἰς τὸ ἀναρχικὸν χάος τῆς δημοκρατικῆς ἀταξίας – ἀφοῦ ἡ ὀλιγαρχία, ἤδη προϊὸν ἐπαλλήλων ὀντικῶν ἐκπτώσεων, ὑπερέχει, ὅμως, ὑπαρξιακῶς καὶ ἔνδοθεν ἐπίσης θεωρουμένη, κατὰ πολὺ τῆς δημοκρατίας, ἐκπροσωποῦσα ἔναντι ταύτης ἀνώτερα στάδια καὶ “γένη” ὑπάρξεως, ὅπως σοφῶς καὶ διεξοδικῶς ἀναλύει ὁ Πλάτων:
Καὶ ποτὲ μὲν οἶμαι τὸ δημοκρατικὸν ὑπεχώρησε τῷ ὀλιγαρχικῷ, καί τινες τῶν ἐπιθυμιῶν αἱ μὲν διεφθάρησαν, αἱ δὲ καὶ ἐξέπεσον, αἰδοῦς τινος ἐγγενομένης ἐν τῇ τοῦ νέου ψυχῇ, καὶ κατεκοσμήθη πάλιν.
…Αὖθις δὲ οἶμαι τῶν ἐκπεσουσῶν ἐπιθυμιῶν ἄλλαι [b.]ὑποτρεφόμεναι συγγενεῖς δι᾿ ἀνεπιστημοσύνην τροφῆς πατρὸς πολλαί τε καὶ ἰσχυραὶ ἐγένοντο.
…Οὐκοῦν εἵλκυσάν τε πρὸς τὰς αὐτὰς ὁμιλίας, καὶ λάθρᾳ συγγιγνόμεναι πλῆθος ἐνέτεκον. …Τελευτῶσαι δὴ οἶμαι κατέλαβον τὴν τοῦ νέου τῆς ψυχῆς ἀκρόπολιν, αἰσθόμεναι κενὴν μαθημάτων τε καὶ ἐπιτηδευμάτων καλῶν καὶ λόγων ἀληθῶν, οἳ δὴ ἄριστοι φρουροί τε καὶ φύλακες ἐν ἀνδρῶν θεοφιλῶν εἰσι διανοίαις.
[560c.] … Ψευδεῖς δὴ καὶ ἀλαζόνες οἶμαι λόγοι τε καὶ δόξαι ἀντ᾿ ἐκείνων ἀναδραμόντες κατέσχον τὸν αὐτὸν τόπον τοῦ τοιούτου. …῏Αρ᾿ οὖν οὐ πάλιν τε εἰς ἐκείνους τοὺς Λωτοφάγους ἐλθὼν φανερῶς κατοικεῖ, καὶ ἐὰν παρ᾿ οἰκείων τις βοήθεια τῷ φειδωλῷ αὐτοῦ τῆς ψυχῆς ἀφικνῆται, κλῄσαντες οἱ ἀλαζόνες λόγοι ἐκεῖνοι τὰς τοῦ βασιλικοῦ τείχους ἐν αὐτῷ πύλας οὔτε αὐτὴν τὴν συμμαχίαν παριᾶσιν, οὔτε πρέσβεις πρεσβυτέρων [d.] λόγους ἰδιωτῶν εἰσδέχονται, αὐτοί τε κρατοῦσι μαχόμενοι, καὶ τὴν μὲν αἰδῶ ἠλιθιότητα ὀνομάζοντες ὠθοῦσιν ἔξω ἀτίμως φυγάδα, σωφροσύνην δὲ ἀνανδρίαν καλοῦντές τε καὶ προπηλακίζοντες ἐκβάλλουσι, μετριότητα δὲ καὶ κοσμίαν δαπάνην ὡς ἀγροικίαν καὶ ἀνελευθερίαν οὖσαν πείθοντες ὑπερορίζουσι μετὰ πολλῶν καὶ ἀνωφελῶν ἐπιθυμιῶν;
…Τούτων δέ γέ που κενώσαντες καὶ καθήραντες τὴν τοῦ [e.] κατεχομένου τε ὑπ᾿ αὐτῶν καὶ τελουμένου ψυχὴν μεγάλοισι τέλεσι, τὸ μετὰ τοῦτο ἤδη ὕβριν καὶ ἀναρχίαν καὶ ἀσωτίαν καὶ ἀναίδειαν λαμπρὰς μετὰ πολλοῦ χοροῦ κατάουσιν ἐστεφανωμένας, ἐγκωμιάζοντες καὶ ὑποκοριζόμενοι, ὕβριν μὲν εὐπαιδευσίαν καλοῦντες, ἀναρχίαν δὲ ἐλευθερίαν, ἀσωτίαν [561a] δὲ μεγαλοπρέπειαν, ἀναίδειαν δὲ ἀνδρείαν.
Νεοελληνικὴ ἀπόδοσις:
Κάποιαν στιγμὴ τὸ δημοκρατικὸν (χαῶδες, τελλουρικόν) μέρος τῆς ψυχῆς ὑποχωρεῖ ἔναντι τοῦ σχετικῶς κοσμιωτέρου (ὀλιγαρχικοῦ) μέρους, καὶ κάποιες μὲν ἀπὸ τὶς ἀνεξέλεγκτες ἐπιθυμίες ἐξεμηδενίσθησαν, κάποιες ἀπερρίφθησαν, καθὼς κάποιά τις αἰδὼς ἀνεφύη ἐντὸς τῆς ψυχῆς τοῦ νέου καὶ οὕτω ἐπανῆλθεν εἰς τὴν κοσμιότητα. Ὅμως ἔπειτα πάλιν εἰς τὴν θέσιν τῶν ἐκπεσουσῶν ἐπιθυμιῶν ἐκαλλιεργήθησαν ἄλλαι συγγενικαί των, πολυάριθμοι μάλιστα καὶ ἰσχυραί, ὡς ἐκ τῆς ἀνεπιστημοσύνης (ἀδαημοσύνης) τοῦ πατρὸς ἐπὶ ζητημάτων (ψυχικῆς) τροφῆς. Συνωμοτικῶς δὲ βαθμιαίως αἱ ἐπιθυμίαι, συναναστραφεῖσαι ἀλλήλαις, ἐγιγαντώθησαν καὶ ἐπολλαπλασιάσθησαν καί, ἀποθρασυνθεῖσαι, κατέλαβον τὴν τῆς ψυχῆς τοῦ νέου ἀκρόπολιν, αἰσθανθεῖσαι τὴν ψυχὴν του κενὴν μαθημάτων καὶ ἐπιτηδευμάτων καλῶν καὶ λόγων ἀληθῶν, πού, ὡς γνωστόν, εἶναι οἱ ἄριστοι φρουροὶ καὶ φύλακες ἐν διανοίαις ἀνδρῶν θεοφιλῶν (εύσεβῶν).
Τότε, λοιπόν, ψευδεῖς καὶ ἀλαζόνες λόγοι καὶ δοξασίαι ἀντ᾿ ἐκείνων ἀναδραμόντες κατέλαβον τὸ κενὸν ἐξουσίας τῆς ψυχῆς τοῦ νέου. Ὁ ὁποῖος πάλιν, λοιπόν, ὑποτρόπως ἐξέπεσεν εἰς τῶν Λωτοφάγων (ἤγουν, στερουμένων μνήμης, δυνάμει τῶν ἐκ τῆς Ὀδυσσείας γνωστῶν παραπλανητικῶν ἡδέων καρπῶν, δηλ. τὴν περιοχὴν τῶν ἑρμαίων τῆς Λήθης, κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἀ-λήθειαν) τὴν χώραν ἀπροσχηματίστως καὶ φανερῶς. Ἐὰν δὲ εἰς ἐνίσχυσιν τῆς ἀδυνάτου καὶ πενιχρᾶς ἀμύνης τῆς ψυχῆς του ἔλθῃ κάποια βοήθεια οἴκοθεν, τότε οἱ ἀλαζόνες ἐκεῖνοι λόγοι τοὺς κλειδώνουν ἔξω, μὴ ἐπιτρέποντές τους ἐπαφὴν μὲ τὴν ψυχὴν τοῦ νέου, ὠχυρωμένοι δὲ ὄπισθεν κλειδωμένων πυλῶν τοῦ βασιλικοῦ τείχους τῆς καταληφθείσης ψυχῆς ἀποκρούουν ἀσυζητητὶ (οἱ ἀλαζόνες ἐκεῖνοι λόγοι) κάθε ἀντιπροσωπείαν πρεσβυτέρων καὶ ἀνεξαρτήτων φίλων καὶ στοχαστῶν, φερόμενοι ὡς αὐθάδεις τύραννοι, καὶ τὴν μὲν αἰδῶ ἠλιθιότητα ὀνομάζοντες, τὴν σπρώχνουν ἔξω τῶν τειχῶν ἀτιμαστικῶς, τὴν σωφροσύνην δὲ ἀποκαλοῦντες ἀνανδρίαν καὶ προπηλακίζοντες ὁμοίως ἐκβάλλουν, καθὼς καὶ τὴν ἐγκράτειαν καὶ κοσμίαν λιτότητα, τὴν ὁποίαν καταχωρίζοντες ὡς ἐπαρχιωτισμὸν καὶ περιορισμὸν τῆς ἐλευθερίας ἐξορίζουν οἱ στασιαστικοὶ οὗτοι λόγοι συνησπισμένοι μετὰ πολλῶν καὶ ἀνωφελῶν (πλεονεκτικῶν) ἐπιθυμιῶν.
Κι ἀφοῦ ἔχουν “καθαρίσει” τὸ καταληφθὲν βασιλικὸν τεῖχος καὶ τὴν ἀκρόπολιν τῆς ψυχῆς ἀπὸ ὅλ᾿ αὐτὰ καὶ ἀπὸ κάθε ἴχνος αὐθεντικότητος, ἐπιδίδονται κατόπιν εἰς λαμπρὰς τελετὰς καὶ ἀμοιβαίας ἀποδόσεις τιμῶν, ὅπου ἐν λαμπρᾷ πομπῇ χοροστατεῖ στεφανωμένη ἡ ὕβρις, ἡ ἀναίδεια, ἡ ἀναρχία, ἡ ἀσωτία καὶ ἡ παντελὴς ἀπουσία μέτρου, εἰς τὰς ὁποίας πλέκουν (οἱ ἀλαζόνες λόγοι) ὑψηλὰ ἐγκώμια καὶ κολακείας, μετονομάζοντες τὴν ᾿ξιππασιὰ εἰς καλλιέργειαν, τὴν σπατάλην ἀρχοντιὰ καὶ μεγαλοπρέπειαν, τὴν δὲ ἀναίδειαν γενναιότητα καὶ ἀνδρείαν.
Καὶ πόσα δὲν μᾶς θυμίζει ἡ εὔστοχος, γλαφυρὰ καὶ διαφωτιστικὴ περιγραφὴ τοῦ Πλάτωνος, κατὰ διάφορα μάλιστα ἐπίπεδα!
Παραδόξως, ἐν τούτοις, ἐμφανίζονται καὶ κάποιοι ὑποτιθέμενοι … “μεγαλόφρονες” ἐπαναστάτες ἀπὸ κάποιαν ὀπτικὴ ποὺ συγγενεύει, ὑποτίθεται, μὲ τὴν ἰδικήν μας, οἱ ὁποῖοι ὅμως κραυγάζουν ἐπιδεικτικῶς ἐν ἐκστάσει πρὸ τοῦ “θαύματος” τοῦ Ρωμανοῦ πού, ἐμπνεόμενος μάλιστα ἀπὸ τὶς … “ἰδέες του”, γράφουν, “διεκδίκησε καὶ πέτυχε” τὸ “δικαίωμά του στὴν μόρφωσι” – ποὺ ὁ ἴδιος δήλωσε ὅτι καθόλου δὲν τὸν ἐνδιαφέρει… Ὁπωσδήποτε, πάντως, ἐμπνεόμενος ὑπὸ τῆς μεγάλης καὶ παραφουσκωμένης περὶ τῆς “προσωπικότητός” του ἰδέας του, ἤτοι ἀπεικασμοῦ του, γιγαντωθείσης καὶ ὑπὸ τοῦ ὅλου περιβάλλοντος θεάτρου “ἀγωνιστῶν” καὶ κολάκων τοῦ μεγαλοαστίζοντος ἀναρχογυφταριοῦ, μαζὶ μὲ ὅσους, συνήθεις τε καὶ ἀνελπίστους, θορυβώδεις παρατρεχάμενους. Ὁ μόνος δὲ καρπὸς τῆς τόσον προβεβλημένης θεατρικῆς παραστάσεώς του ὑπῆρξεν ὁ ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ἐκ νέου ἐξευτελισμὸς τοῦ ἀλλοπροσάλλου κρατικοῦ μηχανισμοῦ, ὁ ὁποῖος γιὰ μιὰν ἀκόμη φορὰν ἔδειξε τὴν ὅλως εἰδικήν του εὐαισθησίαν ἀπέναντι τῶν παιδιῶν τῶν Ἐξαρχείων καὶ βορείων προαστίων καὶ τῶν εἰδικῶν τους ἀναγκῶν – μεταξὺ ἄλλων τοῦ νὰ λεηλατοῦν, νὰ καῖνε καὶ νὰ ῥημάζουν ἀτιμωρητὶ τὰ πανεπιστήμια ἢ τὴν Ἀθήνα, ὅποτε ἀποφασίζουν ξανὰ νά … ἐπιτεθοῦν στὸ σύστημα!!!
Ἂς εἶναι, ὅμως, καὶ οἱ ποικίλοι μας ὑποτιθέμενοι ἰδεολογικοὶ συγγενεῖς ἀποκαλύπτονται, τοιουτοτρόπως, ὡς πρὸς τὴν σύγχυσιν, τὸν καιροσκοπισμόν των καὶ τὴν “ἰδεολογικὴν” ἐπιφανειακότητά των, ποὺ ἄλλως τε δὲν μᾶς εἶναι πρωτόδηλα ἢ ἄγνωστα…
Καὶ βεβαίως οὐδόλως λυπούμεθα ὅτι ἐπλήγη ἕνα ὑποκατάστημα τραπέζης εἰς τὸν Βελβεντόν· ἄλλως τε γιὰ ᾿μᾶς οἱ τράπεζες ἀποτελοῦν τεμένη τοῦ Χρήματος καὶ σύμβολα τῆς Ἀντιστροφῆς καὶ τῆς εἰς αὐτὸ παγκοσμίας ὑποδουλώσεως τῶν Ἐθνῶν. Ὅμως οἱ ἀναρχικοὶ ἐντάσσονται στὴν πρωτοπορία τῆς ἔνδοθεν καθυποτάξεως, Ἀντιστροφῆς καὶ προκρουστείου ἰσοπεδώσεως πνεύματος, αἵματος καὶ χαρακτήρων ποὺ προηγοῦνται τῆς χρηματιστηριακῆς ὑποδουλώσεως. Συνεπῶς, ἀνίκανοι συνεπείᾳ ἐγγενοῦς των ποιοτικῆς ἀχρωματοψίας καὶ ὑπαρξιακῆς ἀνεπαρκείας νὰ συλλάβουν καὶ ἐννοήσουν τὰ πλέον στοιχειώδη, δὲν ᾿νογοῦν ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Συστήματος δὲν πολεμᾶται διὰ βομβῶν μολότωφ εἰς τοὺς δρόμους μεγαλουπόλεων ἢ διὰ διαρρήξεων τραπεζῶν – ἀλλά, κατ᾿ ἀρχὴν καὶ πρώτιστα, διὰ τῆς ῥήξεως τῶν δεσμῶν των πρὸς καὶ ἐξαρτήσεως ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ δόγματα τῆς ποιοτικῆς, φυλετικῆς καὶ ἐθνικῆς ἰσοπεδώσεως – καὶ δι᾿ ἀπαρνήσεως τῆς παθογενοῦς των ἀφοσιώσεως στὴν ἴδια ψυχονοητικὴ Ἀντιστροφὴ τῆς Παρακμῆς ποὺ οἱ ἴδιοι τους λατρεύουν καὶ προωθοῦν, ὡς ἡ οὐσιώδης πρωτοπορία τοῦ Συστήματος τῆς Ἐκριζώσεως καὶ Διαλύσεως. Διότι οἱ ἀναρχικοὶ δὲν ἐκπροσωποῦν καμμίαν “ἐπανάστασιν” παρὰ μίαν διαρκῆ στάσιν κατὰ τοῦ Κόσμου καὶ τῆς ἱερότητος καὶ ἐσωτερικότητός του, κατὰ πάσης φυσικῆς Ἱεραρχίας, Τάξεως καὶ Ἁρμονίας, κατὰ τῆς Ζωῆς, κατὰ τῆς Φυλῆς καὶ κατὰ πάσης εὐγενοῦς Ἀνελίξεως – μάλιστα δὲ αὐτοτιθέμενοι φανατικῶς εἰς τὸν ἀντίποδα τούτων, ὡς ἐπιθετικὸν Σκότος καὶ ὡς ὁ ἀντιπνευματικὸς πυρὴν τοῦ ὅλου Συστήματος.
Εἶναι ἁπλούστατα οἱ παρανοϊκώτατοι Ταλιμπὰν τοῦ Συστήματος, ἤτοι οἱ ἀκραῖοι πρόμαχοι τῆς πολιτικῆς του ὀρθότητος! Τὸ ὅτι ἀδυνατοῦν λόγῳ παπαγαλικῆς “νοημοσύνης”, ψυχονοητικῆς καθιζήσεως καὶ δογματιζούσης ἀδιατρήτου συγχύσεως ν᾿ ἀναγνωρίσουν ὅτι ἡ χρηματιστηριοκρατία, ἡ καταστροφὴ τοῦ περιβάλλοντος διὰ τοῦ νοσηροτάτου ὑπερκαταναλωτισμοῦ καὶ ὑπερπαραγωγῆς ἑνὸς Συστήματος ποὺ τρέχει νὰ προλάβῃ τὴν ἀχαλίνωτον κερδοσκοπίαν του καὶ τοὺς συναφεῖς ταύτης (ἀπο)τόκους κ.λπ. δὲν ἀποτελοῦν παρὰ τὸν φυσικὸν κορμὸν τῆς “ἰδικῆς των” παρανοίας – ἡ νοητική των αὐτή, λοιπόν, ἀνεπάρκεια, δὲν ἀλλάσσει εἰς τίποτε τὴν ἀλληλουχίαν τῶν πραγμάτων, ἐπηρεάζουσα μόνον τὰ μαστουρωμένα τους μικρὰ βλακώδη προγραμματισμένα μυαλουδάκια… Λῆξις.
Τὸ ὅτι λόγῳ νεανικῆς βλακείας καὶ Συγχύσεως τῆς ἐποχῆς παρασύρονται καὶ διαστρέφονται καὶ πολλαὶ καλαὶ φύσεις ἀφελῶν νεαρῶν, εἶναι πάλιν ἄλλης τάξεως ζήτημα – κι ἐκεῖ κάποιοι, ἐκ πολλῶν πλευρῶν προερχόμενοι, κάποτε θὰ κληθοῦν πικρότατα νὰ εὑρεθοῦν ἀπέναντι τῶν εὐθυνῶν των… Ὀφείλω, λοιπόν, νὰ ἀναγνωρίσω ὅτι πολλοὶ τούτων τῶν νέων εἶναι εὐγενεῖς καὶ ἰδεαλιστικαὶ φύσεις, καθιστάμεναι θύματα τῆς Συγχύσεως, μάλιστα ἐκ τῶν ἰδίων τῶν δημοκρατικῶν “σχολείων” ἀρχομένης· ὅμως ἡ μεγάλη των μᾶζα δίδει ἁπλούστατα εἰκόνα χειρίστου ἀφηνιασμένου αὐθάδους συρφετοῦ. Δὲν μπορῶ, ὅμως, νὰ μὴ ἀναγνωρίσω ἰσχυρὰ στοιχεῖα ἀγωνιστοῦ στὸν Λάμπρο Φούντα, στὸν ὁποῖον δύναμαι καὶ νὰ διακρίνω φυσικὰ στοιχεῖα εὐγενείας – τὸν δὲ Δημήτρη Κουφοντίνα ἐγνώριζα προσωπικῶς ὡς ἐξαιρετικῶς σεμνὸ κι εὐγενικὸ νεαρό, μικρὸ παιδὶ ἀκόμη ὁ ἴδιος, στὴν Τερπνὴ Νιγρίτης ὅπου τελείωσα τὸ δημοτικόν· ἐπίσης θυμᾶμαι καλὰ καὶ τὸν παππού του (διετήρει μικρὸν ἡμιυπόγειον παντοπωλεῖον), παλαιὸν ἀντάρτην τοῦ ΕΛΑΣ, μίαν φυσιογνωμίαν μαχητικὴν κι εὐγενῆ ἐπίσης, τελείως ἀντίστοιχη πολλῶν ἀντιπάλων του ἐθνικιστῶν μαχητῶν ποὺ εἶχα τὸ προνόμιον νὰ γνωρίσω κατὰ τὰ παιδικά μου χρόνια.
Καὶ τὶ σχέσιν εἶχαν τέτοιες εὐγενεῖς φύσεις ἀγωνιστῶν μὲ τὶς διαλυτικὲς ἑβραϊκὲς διδαχὲς τοῦ γόνου ραββίνων Μαρντοχάι – ἤ, ἐκ τῆς ἄλλης πλευρᾶς, μὲ τοὺς διεφθαρμένους πλαδαροὺς “ἐθνικόφρονας”, ἐθνοκαπήλους μικρανθρώπους, κατὰ τὸ πλεῖστον τῶν ἡγετῶν των, τοὐλάχιστον, τοὺς ἀναξίους ὑποτακτικοὺς καπιταλιστῶν ὑπανθρώπων καὶ ἀγγλοαμερικανῶν “προστατῶν”;
Δυστυχῶς ἡ Σύγχυσις διεχώρισε καὶ συνεσκότισεν ὀδυνηρότατα τέτοιους εὐγενεῖς μαχητάς, ποὺ εὑρέθησαν ἀπέναντι ἀλλήλων, ἐνῷ ἡ ἰδία φύσις των θὰ τοὺς καθίστα φυσικοὺς συμμαχητάς.
Ὁ ἐθνοκοινοτικὸς Δρόμος τοῦ Ἅρματος
Τοῦτο δὲ πρέπει κυρίως καὶ πρώτιστα νὰ φροντίσουμε καὶ νὰ ἐνθυμούμεθα πάντοτε, ἐν μιᾷ ἀδιαλλείπτῳ συνειδητῇ ἐγρηγόρσει: ὅ,τι δὲν στεριώνεται καὶ ξεκινάει ἀπὸ μέσα, ὅ,τι δὲν οἰκοδομεῖ πάνω στὴν αὐθεντικὴ εὐγένεια καὶ ποιότητα τοῦ Εἶναι ἐμπίπτει εἴτε εἰς τὴν κατηγορίαν τῆς νοθείας εἴτε εἰς ἐκείνην τῆς φάρσας. Εἰς ὅ,τι, λοιπόν, μᾶς ἀφορᾷ θὰ ἐξακολουθήσουμε ἀταλάντευτοι ὡς ΑΡΜΑ νὰ παραμένουμε ῥιζικῶς ἀντίθετοι πρὸς ὅ,τι νόθον καὶ ἀγενές, σεβόμενοι τὶς Ἀρχἐς μας καὶ τὸν ἑαυτόν μας, παρὰ τὶς ὅποιες τεχνητὲς ἁπλουστευτικὲς κατατάξεις “πολιτικοῦ φάσματος” ὑπὸ ἀδαῶν τυμπανιστῶν κι ὀνοματοδοσίες ἀνούσιες καὶ παραπλανητικὲς ὑπὸ τῆς χαοτικῆς καὶ φαύλης δημοκρατικῆς Σκηνῆς καὶ τοῦ ἀνόστου καὶ ἀηδιαστικοῦ της θεάτρου Σκιῶν.
Τῆς ὁποίας Σκηνῆς τὰ σανίδια πλέον τρίζουν· καὶ ἡ ὁποία εἶναι βέβαιον ὅτι συντόμως θὰ καταρρεύσῃ.
Τότε θὰ εἶναι τραγικὸν ἂν μία νέα φάρσα στηθῇ εἰς τὴν θέσιν τῆς παλαιᾶς… Θὰ εἶναι δὲ τότε ἡ τελευταία, στιγμιαία εὐκαιρία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους νὰ ἐπανέλθῃ στὴν Ἱστορία, ἀπὸ τὸν παρόντα Αἰῶνα παρατεταμένης παραϊστορικῆς Φάρσας. Ἡ ὁποία Φάρσα ἔχει κοπῆ κι ἐκδοθῆ σὲ πολλὲς παραλλαγὲς κι ἐκδοχές – κάποιες ἀπὸ τὶς ὁποῖες φέρονται καὶ ὡς ἐπαναστατικές, ἐθνικὲς καὶ οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.
Ἡ εἰς τὴν Ἱστορίαν ἐπάνοδος δὲν βασίζεται οὔτε ἐπὶ ὅρων οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως οὔτε ἐπὶ κοινωνικῶν συμβολαίων οὔτε ἐπὶ “ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων“ ἢ ἄλλων παρομοίων πλαστικῶν ὑποκαταστάτων ἀληθοῦς Ἐθνοκοινοτικῆς Κουλτούρας μιᾶς ζώσης ὀργανικῆς ἑνότητος. Αὐτὴ δύναται μόνον νὰ βασίζεται εἰς τὸ Αἷμα καὶ τὸ Πνεῦμα μιᾶς νέας Εὐγενείας, διαποτιζομένης ὑπὸ τῆς ἐγγενοῦς της Κοσμικῆς Εὐσεβείας ποὺ θὰ ἐπιτρέψῃ ξανὰ τὸ φανέρωμα τῆς θεϊκότητος ποὺ διαπερνᾷ τὰ πάντα – τὰ πάντα πλὴν τῆς ἀπολιθωμένης (καὶ ἐπιθανατίου) ἀπολύτου ἠλιθιότητος καὶ ἐγωπαθοῦς τυφλότητος τοῦ ἀθεραπεύτως παρηκμασμένου λευκοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔχει, ἀντ᾿ ἄλλης θεότητος, θλιβερῶς καὶ ἀξιοθρηνήτως θεοποιήσει τὸ τοσούτῳ μᾶλλον ἀσήμαντον μικρόν του “ἐγώ” (πρβλ. καὶ “ἀνθρώπινα δικαιώματα”) καὶ τὰς κατὰ κοινὴν συνθήκην θερμοκηπιακάς/ἀκαδημαϊκάς του δειλὰς αὐταπάτας.
Αὐτὴ ἡ ἀρχέγονος θεϊκότης, τὴν ὁποίαν ὁ ἕνας (καὶ ἀλλότριος…) μεσανατολίτης ἐξωτερικὸς τυραννικὸς θεὸς ἐξερρίζωσε, εἶναι ἡ οὐσία τῶν θεῶν μας ποὺ ἔφτιαξαν τὰ Ἀρχέτυπά μας, ἀχρόνως ἀλλὰ καὶ διαχρονικῶς – καὶ ποὺ εἶναι καὶ οἱ μόνοι ποὺ δύνανται νὰ μᾶς ξανακάνουν αὐτὸ ποὺ εἴμαστε: ἢ ἀλλοιῶς θὰ παραμένουμε θλιβερὰ σκιὰ τοῦ ἑαυτοῦ μας, γιὰ πολὺ λίγο δηλαδὴ ἀκόμη, μέχρι καὶ νὰ ἐξαλειφθοῦμε καὶ βιολογικῶς.
Ἀλλὰ δὲν δύνανται οἱ θεοί μας μόνοι τους: χρειάζονται τὴν ἰδικήν μας βοήθεια, ἀκριβῶς ὅπως ἐμεῖς τὴν δικήν τους – διότι κατὰ βάθος ταὐτιζόμεθα!
Ἡ εἰς τὴν Ἱστορίαν ἐπάνοδος δὲν προϋποθέτει κατὰ κεφαλὴν εἰσόδημα ἢ κεφάλαια, προϋποθέτει κάτι τελείως διαφορετικῆς τάξεως: κεφαλάς! Ὄχι μηχανικὰς κεφαλὰς τεχνοκρατικῶν ῥυθμιστῶν, ἀλλὰ εὐγενεῖς ἐνσαρκώσεις ἑνὸς τελείως νέου καὶ νωποῦ ἀλλ᾿ ἐν ταὐτῷ παναρχαίου Πνεύματος, καθ᾿ ὃν μόνον τρόπον τὸ Πνεῦμα δύναται νὰ συνδυάζῃ, ἐμφυσώμενον διὰ μιᾶς τοιαύτης ἐπικαίρως ἐνεργοῦ ἀληθοῦς Ἀριστοκρατίας/Εὐγενείας, φορέως κρυσταλίνων Ἀξιῶν καὶ Χαρακτῆρος, ἀπεριστρόφως ἡρωικῆς, ῥωμαλέας καὶ πνευματώδους ἐν ταὐτῷ. Μὲ ῥίζες ἐνεργὲς ποὺ χάνονται στὰ ἀπροσμέτρητα βάθη τῆς Παραδόσεως καὶ μὲ συνειδητότητα ἐκτείνουσαν τὴν δραστικότητά της ὣς τὸ ἄπειρον.
Ἐπάνοδος εἰς τὴν Ἱστορίαν σημαίνει ἐπάνοδον εἰς τὸν Κόσμον, σημαίνει τὸ λυκαυγὲς τῶν θεῶν μας, σημαίνει ἐπαναστατικὴν ἀναστήλωσιν ἐκ τῶν ἔνδον πρὸς τὰ ἔξω, ὅπως ἀκριβῶς διδάσκει καὶ ὁ Πλάτων. Σημαίνει μίαν ἐντελῶς νέαν ἔννοιαν Πολιτικῆς, μίαν ἐντελῶς νέαν ἔννοιαν Πολιτείας, Κουλτούρας, Νοήσεως, Πνεύματος, Δημιουργίας, ποὺ ὅλα τους προϋποθέτουν μίαν νέαν ἀξίαν καὶ ἀληθῆ Εὐγένειαν ἐπὶ κεφαλῆς.
Αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις δὲν ἐκπληροῦνται οὔτε τυχαίως οὔτε αὐτομάτως συνεπείᾳ κάποιας ἐξωτερικῆς καταρρεύσεως. Ἄλλως τε ἡ πραγματική, ἡ ἐσωτερικὴ κατάρρευσις ἔχει κατὰ πολὺ προηγηθῆ. Ἡ δὲ ἐξωτερικὴ κατάρρευσις, ἀπογοητεύουσα κάθε καταναλωτικὴν καὶ ὠφελιμιστικὴν προσδοκίαν κι ἐλπίδα τοῦ πνευματικῶς ἤδη πρὸ πολλοῦ προλεταριοποιημένου ὄχλου, καθὼς τὸν καθιστᾷ καὶ προλετάριον ὑλικῶς, δὲν διαθέτει καθ᾿ ἑαυτὴν καμμίαν δύναμιν ἔνδοθεν οὐσιαστικῆς ἀναστηλώσεως καὶ ἀνατάξεως! Ἀπεναντίας, τοσούτῳ μᾶλλον ὁ ἄθλιος πνευματικῶς προλετάριος νοσταλγεῖ καὶ ἀναπολεῖ τόν … παλιό, καλὸ καιρὸ τῶν συλλογικῶν εἰρηνικῶν αὐταπατῶν, τότε ποὺ καλοπερνοῦσε παρασιτῶν εἰς βάρος ὅσων ἠδύνατο, πρώτιστα δὲ τῶν ἀτυχῶν του ἀπογόνων, χειροκροτῶν ἐκστασιασμένος τοὺς ἀχυρανθρώπους “ἡγέτας” τῆς τοιαύτης δημοκρατικῆς του μακαριότητος καὶ ἀρνούμενος νὰ ἴδῃ τὴν ἀλήθεια ποὺ συχνὰ τοῦ παρουσίαζε κάποιες γυμνὲς πτυχές της, τὶς ὁποῖες, ὅμως, νευρωτικῶς ἀπωθοῦσε ἀπὸ τὸ στενὸν καὶ βραχὺ ὀπτικόν του πεδίον – ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἴδιον τῆς δειλίας καὶ τῆς ἄκρας ἀντι-ηρωικότητος τῶν μικρανθρωπάκων… Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ, κατὰ τοὺς γλοιώδεις δημοκρατικοὺς κόλακας, “σοφὸς” ὄχλος ( τὸν ὁποῖον ταὐτοχρόνως οἱ ἴδιοι γλισχροὶ δημοκράται κατευθύνουν ὡσεὶ ἠλίθιον!) δὲν δύναται ἄλλο τι παρὰ ν᾿ ἀνανεώνῃ τοὺς ἀδιεξόδους του φαύλους κύκλους – ἔστω μὲ νέα, ἴσως, ὀνόματα καὶ χρώματα. Ἀκόμη δὲ καὶ μετὰ τέτοιους κοινωνικοὺς σεισμούς! – εἶναι ἀπίστευτος καὶ ἀπίθανος ἡ κατάπτωσις αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, ἐλέῳ ἀγελοποιητικῆς δημοκρατικῆς διαφθορᾶς καὶ ἀποβλακώσεως!
Οἱ ἴδιοι οἱ φυσικοὶ καὶ κοσμικοὶ νόμοι τῆς Ἐντροπίας ἀποκλείουν οἱανδήποτε αὐτόματον ἀναστήλωσιν καὶ ἀνασύστασιν· ἄλλο δὲ ἀληθής, ἔνδοθεν ἀναβαθμίζουσα ἀνάταξις καὶ ἄλλο βιαία νευρικὴ κατάρρευσις, ἄλλο ἐπανάστασις καὶ ἄλλο στάσις καὶ χάος· ἀκριβῶς ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ ὑπὸ τοῦ πλήθους ὀνειρευομένη ἀστικὴ “εὐημερία” δύναται κάλλιστα νὰ συνοδεύῃ ἐσωτέραν διάλυσιν καὶ παρακμήν, ποὺ θᾶττον ἢ βράδιον θὰ καταστῇ καὶ εἰς τοὺς τυφλοὺς αἰσθητή, ὅταν, μοιραίως, ἐκδηλωθῇ καὶ κατακλύσῃ τὴν κοινωνίαν – ὅπως τώρα, καλὴ ὥρα…
Ἐκ τοῦ κατωτέρου δὲν προκύπτει ποτὲ τὸ ἀνώτερον, παρὰ μόνον ἐὰν ἤδη ἐγγενῶς προϋπῆρχεν εἰς αὐτό, ποτὲ δὲ κανεὶς ἠλίθιος δὲν ἐγέννησε διάνοιαν…
Ὅσον θὰ ἠδύνατο νὰ γίνῃ μία πανεθνικὴ ἐκστρατεία κατὰ τῆς Τροίας καὶ ἅλωσις τοῦ ὀχυροῦ Ἰλίου κατὰ λάθος, ὅσῳ ἐπίσης θὰ ἦτο ποτὲ δυνατὸν ἐννέα ἑκατομμύρια ἡμιαγράμματοι ἡμιελληνόφωνοι νὰ ποῦν ὁ καθένας τυχαίως ἀπὸ μιὰ λέξιν διαδοχικῶς καί, ὦ τοῦ θαύματος, τὸ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι μία νέα Ἰλιὰς ἀντίστοιχος τῆς τοῦ Ὁμήρου, τόσον τὸ πολὺ πιθανὸν εἶναι νὰ “αὐτοαναστηθῇ ὁ λαός”, μέσῳ “ἀμεσοδημοκρατικῶν διαδικασιῶν” καὶ τὰ τοιαῦτα ἀσυνάρτητα κουραφέξαλα – ἤ, ἔστω, μέσῳ μιᾶς ἡγεσίας, ἀνεξαρτήτως οἵας ἐπικαλουμένης “ἰδεολογίας”, ἐχούσης ὁρίζοντας περίπου εἰς τὰ ἐπίπεδα τῆς χρυσῆς μετριότητος αὐτοῦ τοῦ εὐδαιμονιστικοῦ ὄχλου…
Κι αὐτοὶ ποὺ θὰ ἦσαν ἕτοιμοι ν᾿ ἀρχίσουν θεατρικῶς νὰ ὀρύωνται κατὰ τοιούτων ἀντιδημοκρατικῶν καθοσιώσεων, ὅπως τὰ γραφόμενά μου, θὰ ἔκαναν ταὐτοχρόνως, καὶ κάνουν, ὅ,τι ἀπίστευτον δύνανται προκειμένου νὰ παραπλανήσουν, νὰ ἐξαπατήσουν, νὰ ἐκβιάσουν, νὰ παραβλέψουν, νὰ καταστρέψουν αὐτὸν τὸν “λαόν”, ἐν ὀνόματι τοῦ ὁποίου τόσον ὑποκριτικῶς καὶ φαύλως διαρρηγνύουν τὰ ἱμάτιά των! Διότι, παρ᾿ ὅσα διατυμπανίζουν, δὲν εἶναι δὰ καὶ τόσον ἠλίθιοι (ὅπως οἱ ὀπαδοί των) ὥστε καὶ νὰ πιστεύουν πράγματι ὅτι ἡ δημοκρατία ἐξυπηρετεῖ διαχρονικῶς τὸν Λαόν, δηλαδὴ τὸ Ἔθνος: ἂν τοῦτο ἴσχυε, τότε αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ ἦσαν ἐμπαθεῖς ἀντίπαλοι τῆς δημοκρατίας, ἀφοῦ δὲν θὰ τοὺς ἐξυπηρετοῦσε καθόλου… Συναγωνισταί, ἡ νίκη τῶν Φωτεινῶν Δυνάμεων καὶ τῆς ἀληθοῦς ἐπαναστάσεως ξεκινάει πάντοτε ἀπὸ μέσα μας· κι αὐτῆς, τῆς πρώτης Νίκης ἕπεται τότε μετὰ βεβαιότητος καὶ ἡ ἐξωτερική της ὁλοκλήρωσις. Τοῦτο σημαίνει ὅτι ὁ Ἀγὼν διαδραματίζεται ἐδῶ καὶ τώρα – καὶ μᾶς καλεῖ κάθε στιγμὴ στὰ μετερίζια τῆς Τιμῆς καὶ τῆς Αὐθεντικότητος.
Ὁ Δρόμος μας εἶναι μακρύς – ἀλλὰ οἱ καιροί μας ᾿γγαστρωμένοι!
Τὸ μέγα Ἡλιοστάσιον τοῦ ᾿14 ἂς σαλπίσῃ μίαν οὐσιώδη ἐσωτερικὴν Ἀνάκαμψιν γιὰ ὅλους μας – γιὰ ὅλους τοὺς Ἕλληνες, ἀτομικῶς καὶ συλλογικῶς!
Συσπειρώνεσθε, λοιπόν, συγκεντρώνεσθε καὶ ἀγωνίζεσθε!Ζήτω ἡ Νίκη!