Μπορεί ένας εθνικιστής να στέκεται ουδέτερος απέναντι στην περιπέτεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου;

Η δίκη-παρωδία της Χ.Α., η επέτειος του «ΟΧΙ», ο χαρακτήρ του 2ου Π.Π., η αντιφατικότης  των  «αντιναζί» (νεο)εθνικιστών και η “σπορά των ηττημένων”.

Ο εθνικός-πατριωτικός/εθνικιστικός χώρος βρίσκεται εδώ και ημέρες προβληματισμένος και μουδιασμένος, μετά την ανακοίνωση της προσφάτου δικαστικής αποφάσεως η οποία οδήγησε στην καταδίκη, με επιβολή βαρυτάτων ποινών, πλήθους στελεχών και μελών της Χ.Α., αποφάσεως καταφανέστατα μεροληπτικής και αδίκου, προϊόντος μίας σκανδαλώδους δίκης-παρωδίας (ομοιαζούσης με τις διαβόητες σταλινικές «δίκες της Μόσχας»), με προφανή στόχευση την πρόκληση κοινωνικής κατατρομοκρατήσεως προς αποθάρρυνση εκδηλώσεως πιθανών μελλοντικών εγχειρημάτων εθνικιστικής χροιάς, σε μία εποχή γενικευμένης ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ, όταν δηλαδή οι συνθήκες για μία λαϊκή έκρηξη εθνικισμού στην Ελλάδα είναι ιδιαιτέρως πρόσφορες (ένεκα της εντεινομένης μαζικής λαθροεισβολής και της ακραίας μειοδοσίας σε όλα τα εθνικά μέτωπα).

Πέραν του ζητήματος της (μη) στοιχειοθετήσεώς του, το τερατώδες κατηγορητήριο περί «εγκληματικής οργανώσεως» ήταν, ούτως ή άλλως, καταφανώς στημένο, υπαγορευμένο από σκοτεινούς λαβυρίνθους παραδικαστικών κυκλωμάτων («παναθηναϊκάκηδων) και σχεδόν απροκαλύπτως ενορχηστρωμένο εκ μέρους μίας εξωθεσμικής παραεξουσίας που συνιστά την πλέον κραυγαλέα καταστρατήγηση του υποτιθεμένου «τεκμηρίου της αθωότητος» των οίων κατηγορουμένων, με αυτουργούς πολιτικούς, δικαστικούς, μ.μ.ε., μέχρι και την ίδια την Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό, που θεώρησαν σκόπιμο να προβούν σε δημόσιες δηλώσεις, την παραμονή μάλιστα της εκδόσεως της αποφάσεως του δικαστηρίου (!) καταστρατηγώντας, με τον τρόπο αυτό, απροκαλύπτως, την τάχα “υψίστη” «δημοκρατική» αρχή της «διακρίσεως των εξουσιών» και επιτρέποντας – αν όχι προσκαλώντας – εν μέσω μάλιστα απαγορεύσεως συγκεντρώσεων άνω των 9 ατόμων (!) έναν οργανωμένο όχλο πολλών χιλιάδων αφιονισμένων και αιμοδιψών αναρχομπολσεβίκων σε συγκέντρωση έξω από τον χώρο του δικαστηρίου, ο οποίος απαιτούσε, εν είδει λαϊκού δικαστηρίου, την κεφαλή των κατηγορουμένων επί πίνακι, ασκώντας, προφανέστατα, πίεση στην έδρα!

Ανεξαρτήτως της βοούσης κακοδικίας, οι ευθύνες της ηγεσίας της Χ.Α. είναι βαρύτατες τόσο ως προς την άδοξη και καταστροφική κατάληξη του πολιτικού εγχειρήματος της ιδίας, όσο και  – κυρίως – ως προς τον παρεπόμενο διασυρμό της εθνικιστικής και κυρίως της εθνικοσοσιαλιστικής Ιδέας, τις οποίες συμπαρέσυρε με την άφρονα τακτική της και τελικώς με την προβλέψιμη, παταγώδη κατάρρευσή της! Τις ευθύνες αυτές τις έχουμε επισημάνει πολλάκις. Με δεδομένο ότι το παρελθόν, ή έστω, η αφετηρία της Χ.Α. ως κόμματος, ήταν ευθέως συνδεδεμένη με τον Ε/Σ, σε επίπεδο φρασεολογίας, συμβόλων, κλπ, θα έπρεπε να θεωρείται βέβαιο και απολύτως αναμενόμενο ότι το Σύστημα και οι δόλιοι διεθνείς πάτρωνές του, θα φρόντιζαν, με την πρώτη ευκαιρία, να εκμηδενίσουν την Χ.Α., όσες κωμικοτραγικές κινήσεις (απ)αρνήσεως του Ε/Σ παρελθόντος και αποστασιοποιήσεως από σύμβολα και παλαιά κείμενα κι αν επιχειρούνταν εκ μέρους των στελεχών της, όπως συνέβη. Πράγμα που σημαίνει ότι, ακόμα κι αν δεν είχε μεσολαβήσει το αιματηρό περιστατικό του Κερατσινίου, κάποια άλλη αφορμή θα είχε δοθεί (ή θα είχε κατασκευαστεί) προκειμένου να βρει το Σύστημα την ευκαιρία εξαπολύσεως των διώξεων και του παρεπομένου κυνηγίου μαγισσών εναντίον τους εθνικιστικού χώρου.

Ήταν επίσης απολύτως προβλέψιμο ότι η Χ.Α. θα ήταν αδύνατο να αποφύγει να προσφέρει απλόχερα όλες τις αφορμές που το Σύστημα προσδοκούσε, προκειμένου να δοθεί το πρόσχημα για να εξαπολυθούν οι απηνείς διώξεις εναντίον του εθνικιστικού χώρου και η εν γένει ενοχοποίηση και δαινομοποίησή του, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, αφού ήταν βέβαιο ότι οι διάφοροι λούμπεν-χουλιγκανοειδείς τύποι που είχαν συρρεύσει και σταδιακώς κυριαρχήσει στο κίνημα (και που κατέληξε να αποτελούν τον μέσο αντιπροσωπευτικό τύπο του α-νοϊκού ακτιβιστή «χρυσαυγίτη»), μεθυσμένοι και αυτοί και ξεσαλωμένοι, όπως και τα εμφανώς ανεπαρκή στελέχη που είχαν απομείνει στην Χ.Α. (μετά από αλλεπάλληλες, επί δεκαετίες, «εκκαθαρίσεις», αποχωρήσεις απογοητευμένων στελεχών, κλπ) από την ψευδαίσθηση πολιτικής δυνάμεως, λόγω της αναπάντεχης εισόδου στο κοινοβούλιο, θα παρεσύροντο νομοτελειακώς σε άσκοπες και άκαιρες προκλήσεις και κουτσαβακισμούς (όπερ και εγένετο) που άριστα χρησιμοποιήθηκαν από τα μ.μ.ε. στην κατάλληλη συγκυρία προκειμένου να προπαγανδίσουν, να “στοιχειοθετήσουν” και να παγιώσουν στην συνείδηση της κοινής γνώμης το στερεότυπο του «χρυσαυγίτη» (και εν γένει του εθνικιστού) ως ενός τάχα βιαίου και άφρονος αλήτη-τραμπούκου ή και …εγκληματία! Έτσι, η ίδια η αλαζονική έπαρση των στελεχών της Χ.Α. έδωσε στο Σύστημα και στους καθεστωτικούς προπαγανδιστές τα ιδανικά εργαλεία τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στον κατάλληλο χρόνο για να προσάψουν σε όλο τον εθνικιστικό χώρο την ρετσινιά ενός δήθεν «εγκληματικού» χαρακτήρος. Αυτό άλλωστε είναι και το μόνο στοιχείο ομοιότητος που μπορεί να σημειωθεί ανάμεσα στην δίκη της Χ.Α. με στην δίκη της Νυρεμβέργης, όπου τα μεγέθη και το διακύβευμα μπορεί να είναι μη συγκρίσιμα μεν, υπάρχει ωστόσο κοινή σε αμφότερες, η εμφανής προσπάθεια των διωκτών να προσάψουν στους διωκομένους έναν δήθεν εγκληματικό χαρακτήρα, όχι τόσο λόγω κάποιων πράξεών τους, όσο λόγω των Ιδεών τους και της πολιτικής των ταυτότητος και στρατεύσεως που χαρακτηρίστηκαν συλλήβδην εγκληματικές με μία ιδιότυπη εφαρμογή της αρχής της «συλλογικής ευθύνης-ενοχής», εναντίον της οποίας τόσο υποκριτικώς κόπτονται κατά τα άλλα οι φαρισαίοι «δημοκράτες»!

Παγία επιδίωξη του μεταπολεμικού (μετά το 1945) συστήματος παγκοσμίου εξουσίας-τυραννίας ήταν η επιβολή στην παγκόσμια κοινή γνώμη, με ωκεανούς προπαγανδιστικής ψευδολογίας, σε επίπεδο ψευδο-ιστοριογραφίας, παραγωγής «ντοκιμαντέρ», κινηματογραφικών ταινιών (υπερπαραγωγών του Χόλυγουντ), κλπ,  της αντιλήψεως ότι ο εθνικοσοσιαλισμός και  ο εθνικισμός εν γένει φέρουν εγγενώς εγκληματική υπόσταση! Της ιδίας τακτικής απότοκο είναι και η καλλιέργεια του περιρρέοντος κλίματος που οδήγησε στο συντριπτικό αποτέλεσμα της προσφάτου δίκης της Χ.Α.

Συμπερασματικώς, το Σύστημα μονίμως επιδιώκει να εμπεδώσει στις συνειδήσεις των πολιτών την πεποίθηση ότι, όποιος εκφράζεται εθνικιστικώς είναι δυνάμει «ναζιστής», άρα …εγκληματίας. Ως εθνικισταί δεν θα πρέπει να πέφτουμε στην παγίδα αυτή, να επαληθεύουμε δηλαδή το προπαγανδιστικό στερεότυπο του Συστήματος!

Η θέση της Ελλάδος στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και η προβολή στο σήμερα.

Φθάνουμε λοιπόν στο κρίσιμο σημείο συνδέσεως των ανωτέρω με την πρόσφατη επέτειο κηρύξεως του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940 που, ως γεγονός, συνιστά στην πράξη την  είσοδο της Ελλάδος στην, τραγική για την μοίρα της ανθρωπότητος, περιπέτεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Είναι μάλλον γνωστά στους αναγνώστες μας όσα έχουμε διευκρινίσει σε κατά καιρούς επετειακά ιστορικά μας αφιερώματα και αναλύσεις για το «Έπος του ‘40». Θυμίζουμε συνοπτικώς ότι:

(α) ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν πράγματι συνειδητός φασίστας και ταυτοχρόνως φλογερός πατριώτης, εθνικιστής, αλλά και γερμανόφιλος (όλα αυτά μαζί, καθώς επίσης και χριστιανός και βασιλόφρων). Δίχως αμφιβολία, αφ’ ής στιγμής ανερριχήθη στην εξουσία, αντέγραφε κατά γράμμα το ιταλικό φασιστικό πολιτικό πρότυπο, διαμορφώνοντας αναλόγως τις δομές και τον χαρακτήρα του καθεστώτος του, της 4ης Αυγούστου.

(β) Παρά το φασιστικό πρότυπο που ακολουθούσε, απεφάσισε να αντισταθεί σθεναρώς στην ιμπεριαλιστική, έναντι της Ελλάδος, πολιτική της Ιταλίας, να εκστομίσει τελικώς το θρυλικό «ΟΧΙ» και να οργανώσει την θριαμβευτική νίκη των Ελλήνων έναντι των Ιταλών εισβολέων (πράγμα που καθιστά γελοία κάθε σύγχρονη αναφορά σε …«νίκη της Ελλάδος εναντίον του φασισμού») αφού το νικηφόρο ελληνικό καθεστώς ήταν εξ ίσου φασιστικό.

(γ) Ο Μεταξάς, αν και, αρχικώς, ήταν στενά δέσμιος του (αγγλοδούλου) θρόνου και της ευνοϊκής έναντι της Αγγλίας εξωτερικής πολιτικής που το παλάτι υπαγόρευε, κατορθώνοντας (ο Μεταξάς) να ενισχύσει προοδευτικώς την πολιτική του δύναμη και να αποκτήσει κάποια καθεστωτικά ερείσματα (και ειδικώς την Ε.Ο.Ν.), κατάφερε σταδιακώς να χειραφετηθεί, ως έναν βαθμό, από το παλάτι, επιβάλλοντας επί της ουσίας την τήρηση μίας ουδετέρας έναντι του Άξονος στάσεως και εξωτερικής πολιτικής, (που το παλάτι δεν την ήθελε), προσπαθώντας να αποφύγει την σύγκρουση με την Ιταλία – που όμως, λόγω της βλακώδους Μουσσολινικής μεγαλομανίας, τελικώς κατέστη αναπόφευκτος – μη διακόπτοντας όμως τις σχέσεις με την Γερμανία, (ακόμη και μεσούσης της ελληνοϊταλικής συρράξεως!) μέχρι που, κατά τρόπο πολύ βολικό για την δολοπλόκο Βρετανική πολιτική, ο Μεταξάς εξέλιπε από την ζωή, με έναν τρόπο τουλάχιστον ύποπτο και αναπάντεχο, λίγο μετά την εξέτασή του από έναν Βρετανό ιατρό, όταν νόσησε από αμυγδαλίτιδα…

Η συνέχεια της αλλαγής στάσεως της Ελλάδος, σύμφωνα με τις επιταγές της Βρετανίας, που γι’  αυτό σθεναρώς πίεζε τον Μεταξά όσο ζούσε, χωρίς ο τελευταίος να κάμπτεται στην άρνησή του για εγκατάσταση βρετανικών αεροπορικών δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη (που στόχο είχαν την προσέλκυση της γερμανικής επιθέσεως, με επιδίωξη το πάση θυσία άνοιγμα βαλκανικού μετώπου) είναι γνωστή, καταλήγοντας στην γερμανική εισβολή (και την αυτοκτονία του διαδόχου του Μεταξά, Κορυζή, μόλις ο τελευταίος συνειδητοποίησε την παγίδευσή του από την πονηρή Βρετανική τακτική που οδήγησε στην άσκοπη γερμανική εισβολή).

Όπως προανεφέρθη, ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 αποτελεί μία μόνον πτυχή του 2ου Π.Π. Η Ελλάς τότε, παρά την διακυβέρνησή της από το Μεταξικό καθεστώς, ένα καθεστώς εθνικιστικής χροιάς, δηλαδή ομόλογο και ομοειδές με τα σύγχρονά του καθεστώτα της φασιστικής Ιταλίας και της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, βρέθηκε συγκυριακώς να μάχεται στο αντίπαλο στρατόπεδο, (στο πλευρό των αγγλοαμερικάνων), το οποίο και επεκράτησε τελικώς. Αυτή η ιδιαιτερότης της θέσεως της Ελλάδος στον Β’  Π.Π. έχει κληροδοτήσει μία θεμελιακή αντίφαση στον σύγχρονο ελληνικό εθνικοπατρωτικό «χώρο» που οδηγεί σε αλλεπάλληλα φαινόμενα ακραίας ιδεολογικής συγχύσεως και εννοιακού αποπροσανατολισμού. Παρατηρείται λοιπόν, τελευταίως, η εξής τάση, η οποία εκδηλώνεται ως πολιτική θέση εκ μέρους διαφόρων προσώπων και φορέων εθνικοπατριωτικής έως εθνικιστικής χροιάς: να δηλώνεται εκ μέρους διαφόρων “προσωπικοτήτων” του “χώρου” και να διακηρύττεται εμφατικώς, παραλλήλως με μία ελληνική εθνικιστική (επιφανειακή) θέση, η εμμονική αντίθεση προς τον Εθνικοσοσιαλισμό, με παράλληλη δαιμονοποίηση, απερίφραστη καταδίκη έως και αφορισμό του! Αν δεν πρόκειται περί συμπτώματος πλήρους ιστορικής αγνοίας συνδυασμένης με εννοιακή σύγχυση, πρόκειται περί σχιζοφρενικής τάσεως που φανερώνει ότι κάποιοι μάλλον δεν έχουν καταλάβει απολύτως τίποτε σχετικώς με τον χαρακτήρα του 2ου Π.Π..

Ο 2ος Π.Π. πολύ λιγότερο ήταν πόλεμος κρατών και εθνών και πολύ περισσότερο ήταν πόλεμος ιδεολογιών και  πολιτικών συστημάτων. Από την μία πλευρά συνησπίσθησαν δυνάμεις που έθεταν ως προτεραιότητες: την εθνική επιβίωση, την εθνική ολοκλήρωση, την εθνική και φυλετική ομοιογένεια, την φυλετική καθαρότητα, την διατήρηση των εθνικών παραδόσεων και από την άλλη μεριά συγκροτήθηκε η ανίερη συμμαχία των δυνάμεων του καπιταλισμού και της αστικής δημοκρατίας αφ’ ενός, με τις δυνάμεις του μαρξισμού/μπολσεβικισμού αφ’  ετέρου, με σκοπό τη  εκμηδένιση του πανευρωπαϊκού εθνοκεντρισμού/εθνοφυλετισμού που οι εθνικές δυνάμεις της Ευρώπης με προεξάρχουσα την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία είχε προσπαθήσει να εκφράσει.

Έχοντας επίγνωση του χαρακτήρος και της σημασίας της κοσμοϊστορικής εκείνης συγκρούσεως (του 2ου Π.Π.) που καθόρισε αποφασιστικώς την υπόσταση του συγχρόνου (μεταπολεμικού) αντι-κόσμου, του χαρακτηριζομένου από γενική αντιστροφή αξιών, διαστροφή εννοιών και υπαρξιακή παρακμή της υποστάσεως λαών και πολιτισμών (του ελληνικού συμπεριλαμβανομένου!), είναι οξύμωρο διάφοροι σύγχρονοι Έλληνες «εθνικιστές» περί πολλών άλλων να τυρβάζουν αλλά, μη μπορώντας, καθώς φαίνεται, να διακρίνουν την βαθυτάτη ιδεολογική φύση του 2ου Π.Π., να φθάνουν στο σημείο να αναθεματίζουν τον Χίτλερ και τον Ε/Σ, λαμβάνοντας, στην καλύτερη περίπτωση, αποστάσεις εξ αυτού και όχι σπάνια,  βυσσοδομώντας εναντίον του, συναγωνιζόμενοι σε χολερική πολεμική τους εμπαθείς ταλμουδιστές!

Ο παρακμιακός σύγχρονος αντι-κόσμος αποτελεί άμεσο απότοκο της ήττας του 3ου Ράιχ  το 1945. Είναι τραγικό και συγχρόνως γελοίο διάφοροι Έλληνες να αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικιστές και ταυτοχρόνως να ξερνούν χολή εναντίον του Ε/Σ όταν εκείνος προασπίστηκε μέχρις εσχάτων την Ευρώπη και παραλλήλως τις αιώνιες αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού, απέναντι στους συνασπισμένους φορείς του ενεργού θανάτου, τις ζοφερές δυνάμεις του αντι-πολιτισμού που δυστυχώς επεκράτησαν το 1945, συμπαρασύροντας την ανθρωπότητα στην σύγχρονη καταβαράθρωση.  Υπό το φως αυτής της κατανοήσεως, είναι άτοπο, άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως «εθνικιστές», να τηρούν απόσταση από τον 2ο Π.Π. αντιμετωπίζοντάς τον ως κάτι ουδέτερο, ως κάτι που δεν τους αφορά, που δεν τους αγγίζει, που σχετίζεται με ένα μακρινό αδιάφορο παρελθόν… Δεν νοείται εθνικισταί να τηρούν αποστάσεις έναντι του Α. Χίτλερ και του Ε/Σ, σαν να πρόκειται για ζήτημα άσχετο με τον εθνικισμό! Διότι ο εθνικισμός είναι εξ ορισμού απολύτως ασύμβατος τόσο με την αστική δημοκρατία και τον λιμπεραλισμό-καπιταλισμό, όσο και με τον μαρξισμό-κομμουνισμό, (δηλαδή τους συνασπισμένους αντιπάλους του Ε/Σ κατά τον Β’ Π.Π.). Απεναντίας, διά του Ε/Σ – εθνοκοινοτισμού ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ, ο εθνικισμός, συχνά συναισθηματικός και ασχηματοποίητος πολιτικώς, αποκτά πνευματικό βάθος και παραλλήλως μετουσιώνεται σε πολιτειακό αρχέτυπο.