Χρήστος Σαρτζετάκης: ένας ΠτΔ αρκετά διαφορετικός από τους άλλους. Ένα αξιοπρόσεκτο κείμενό του (του 2010) που αξίζει να (ξανα)διαβαστεί!

Απεβίωσε ο Χρήστος Σαρτζετάκης, τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας (σήμερα, 7.2.2022 τελείται η  κηδεία του, με τιμές αρχηγού κράτους), και, καθώς έχει προηγηθεί, λίαν προσφάτως, η αποβίωση ενός άλλου τέως προέδρου, του Καρόλου Παπούλια, είναι εμφανής η υποβάθμιση, σε επικοινωνιακό επίπεδο, της ειδήσεως της απωλείας του Σαρτζετάκη, σε σύγκριση μάλιστα με την προβολή της ειδήσεως της αποβιώσεως του Παπούλια, σε βαθμό που αυτή η διαφοροποίηση είναι δύσκολο να περάσει απαρατήρητη! Γιατί άραγε αυτή η διαφορά; Είναι απλό. Διότι ο Σαρτζετάκης, μετά την αποχώρησή του από τον προεδρικό θώκο, σε σειρά δημοσίων παρεμβάσεών του, με συνεντεύξεις του σε δημοσιογράφους και με σειρά άρθρων του που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες, εμφάνισε ένα πρόσωπο ακραιφνώς πατριωτικό, θα μπορούσαμε να πούμε, σχεδόν εθνικιστικό! Βεβαίως η θερμή ελληνοκεντρική στάση του (συνδυασμένη, όλως αντιφατικώς, με την ακλόνητη πίστη του στην δημοκρατία…) εκδηλώθηκε κάποτε σε σημείο υπερβολής,  φθάνοντας να εκστομίσει τη παροιμιώδη (όσο και άκρως αντιεπιστημονική) φράση: “οι Έλληνες, είμεθα έθνος ανάδελφον”!

Ωστόσο, λόγω αυτής της υπερπατριωτικής στάσεώς του, περιέπεσε βαθμιαίως στην δυσμένεια του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου, ένεκα της οποίας περιήχθη σε μία ιδιότυπη περιθωριοποίηση, διότι τα όσα έλεγε και έγραφε, χαλούσαν, προφανώς, την «σούπα» της πολιτικής ορθότητος. Επειδή όμως, με την ιδιότητα του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας, διέθεται εκ των πραγμάτων ένα θεσμικό βάρος ένεκα του οποίου ήταν αδύνατον να αγνοηθεί,  οι απόψεις του παραέγιναν άβολες για το καθεστώς, οσάκις τις εξέφραζε δημοσίως… Παράλληλα λοιπόν με την επιμελή αποσιώπηση των απόψεών του, φιλοτεχνήθηκε τεχνηέντως από τα μ.μ.ε. μία εικόνα του ως ενός τάχα γραφικού γέροντα που τά ‘χασε και δεν ξέρει τι λέει…

Ιδού μία χαρακτηριστική, αμιγώς εθνική αποστροφή του:

«Καί ἐστερεώθη ἡ ἀρχή τῶν ἐθνικοτήτων ἐπί ἀκλονήτου, διότι πρόκειται περί φυσικοῦ, ἐκ τῆς φύσεως δεδομένου, κρηπιδώματος. Ἡ ἔννοια τοῦ ἔθνους συλλαμβάνει ἁπτήν πραγματικότητα, τήν φυσικήν πραγματικότητα τῆς κοινῆς καταγωγῆς.»

Βεβαίως, όπως ευλόγως θα παρατηρούσε κανείς, θα ήταν πολύ σημαντικότερο αυτή την θερμή εθνική στάση την οποία επέδειξε εκ των υστέρων, να την είχε επιδείξει κατά το διάστημα της ασκήσεως των καθηκόντων του, οπότε κάθε του φράση ή ενέργεια θα είχε πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα και εμβέλεια. Πράγματι, έτσι είναι. Ωστόσο, καθένας πρέπει να κρίνεται εντός του εκάστοτε πλαισίου, εντός των ιστορικών συμφραζομένων που ορίζουν τον βίο του και με δεδομένους τους περιορισμούς που τίθενται ως εκ της θέσεως και του ρόλου του.  Όταν ο Χρήστος Σαρτζετάκης ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος είχε προτείνει τον Σαρτζετάκη για την θέση του Προέδρου (σε μία συγκυρία κατά την οποία ο Παπανδρέου, ως κοινός απατεών, υπό την πίεση των αντιδεξιών συνεργατών του, είχε αθετήσει την προτέρα υπόσχεσή του προς τον Κ. Καραμανλή, να προτείνει εκείνον για πρόεδρο), είχε προηγουμένως φροντίσει (με συνταγματική αναθεώρηση) να απογυμνώσει πλήρως το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας από κάθε ισχύ και κάθε ουσιαστική ρυθμιστική αρμοδιότητα, καθιστώντας το απλώς διακοσμητικό. Εν τούτοις, συγκρίνοντας τον Σαρτζετάκη με τους Προέδρους της Δημοκρατίας που ακολούθησαν (Καραμαν(α)λής, Στεφανόπουλος, Παπούλιας, Φαυλόπουλος, …Σακελλαροπούλου) η διαφορά καθίσταται κραυγαλέα. Διότι οι λοιποί απεδείχθησαν, τόσο κατά την διάρκεια της ασκήσεως των  προεδρικών τους καθηκόντων όσο και εκ των υστέρων, ξενόδουλοι οσφυοκάμπτες και πειθήνιοι ρολίστες μίας φαύλης εξουσίας. Επαναπαύθηκαν όλοι οι λοιποί τέως Πρόεδροι της Δημοκρατίας στις «δάφνες» και τις τιμές που απολαμβάνουν όλοι οι «τέως» αρκεί να παίζουν καλά τον ρόλο τους, απολαμβάνοντας, υπό αυτή την προϋπόθεση, το λιβάνισμα των καθεστωτικών μ.μ.ε. Ουδείς άλλος τόλμησε να θίξει τα κακώς κείμενα, όπως γενναία έπραξε ο Σαρτζετάκης με γλώσσα κοφτερή, λοιδορούμενος για τον λόγο αυτό και καθιστάμενος κυριολεκτικώς αποσυνάγωγος από τους φαυλότατους κήνσορες του κοινοβουλευτισμού…

Βεβαίως και το παρελθόν του Σαρτζετάκη ως δικαστικού έδειχνε ότι επρόκειτο για άνθρωπο έντιμο, ασυμβίβαστο και θαρραλέο, που δεν δίσταζε να εκφράσει ό,τι θεωρούσε σωστό και δίκαιο, ανεξαρτήτως τιμήματος. Αυτό είχε αποδειχθεί με την αταλάντευτη στάση του ως βασικού ανακριτού κατά την υπόθεση της δολοφονίας του βουλευτού της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη, όταν ουδόλως είχε πτοηθεί ή καμφθεί υπό το βάρος των πιέσεων του ισχυρότατου τότε καραμανλικού κράτους (και παρακράτους) που ωθούσε ώστε να στραφούν οι έρευνες και οι κατηγορίες προς άλλη κατεύθυνση. Αλλά και αργότερα, ως δικαστικός, ο Σαρτζετάκης επέδειξε σθένος και άρνηση να υποκύψει σε πιέσεις. Κατά δε την άσκηση των καθηκόντων του ως ΠτΔ, μεγάλο ζήτημα είχε εγερθεί ύστερα από την πείσμωνα άρνησή του να υπογράψει απονομή χάριτος για να αποφυλακισθεί ο Χρήστος Ρούσσος (γνωστός ως «Άγγελος»), ένας ομοφυλόφιλος δηλαδή που εξέτιε ποινή φυλακίσεως για την δολοφονία του εραστού του… Σήμερα, για την άρνησή του εκείνη, ο Σαρτζετάκης είναι βέβαιον ότι θα εχαρακτηρίζετο και «ομοφοβικός», λόγω της (θεωρουμένης μεροληπτικής εις βάρος του ομοφυλόφιλου φυλακισμένου) στάσεώς του.

Όταν λοιπόν, το μακρινό 1985, ο αρχιτσαρλατάνος πολιτικάντης Ανδρέας Παπανδρέου ανέσυρε από την αφάνεια τον Σαρτζετάκη και τον πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είχε προφανώς κατά νου ότι θα του ήταν ένας πειθήνιος υποτακτικός, λογίζοντάς τον ως πρόσωπο κεντροαριστερών φρονημάτων (λόγω της στάσεώς του στη υπόθεση Λαμπράκη και της μετέπειτα διώξεώς του από την 21η Απριλίου). Να, όμως που, καίτοι προερχόμενος από την παράταξη των «δημοκρατικών δυνάμεων», ο Σαρτζετάκης, στη εξέλιξη του βίου του απεδείχθη εθνικόφρων και μάλιστα φλογερός, με απόψεις και φρασεολογία που προσιδιάζουν στην (κατά τους δημοσιο-κάφρους) «ακροδεξιά» ρητορική!

Ένα είναι σχεδόν βέβαιον. Αν στον προεδρικό θώκο (καίτοι το αξίωμα απογυμνωμένο από ουσιαστικές αρμοδιότητες), τον μαύρο Ιούνιο του 2018 ήταν ο Σαρτζετάκης και όχι ο …Πάκης, πολύ δύσκολα θα είχε περάσει η ΠΡΟΔΟΣΙΑ των Πρεσπών! Διότι ο Σαρτζετάκης φάνηκε ότι δεν ήταν η συνήθης περίπτωση προέδρου, ήτοι ενός οσφυοκάμπτου λακέ – ήταν μάλιστα και απόγονος Μακεδονομάχου!

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η εντυπωσιακή εθνική στροφή του Σαρτζετάκη, ένεκα της οποίας κατέστη ενοχλητικός και ανεπιθύμητος στο πολιτικό κατεστημένο των προδοτών, αναδημοσιεύουμε ένα εξαιρετικά οξυδερκές και βαρυσήμαντο κείμενό του, δημοσιευθέν στο όχι μακρινό 2010 (που παραμένει δραματικά επίκαιρο!) όπου στηλιτεύει την παρακμή της συγχρόνου Ελλάδος, προσδιορίζοντας ως κομβικό στοιχείο της εθνικής καταβαραθρώσεως, τον εκφυλισμό της ελληνικής γλώσσης. Πρόκειται για ένα σπουδαίο κείμενο, με το οποίο είναι δύσκολο να διαφωνήσουμε έστω και σε μία φράση. Δεν θα αλλάζαμε λοιπόν ούτε σε μία λέξη! Εκφράζει την πραγματικότητα 100%! Και μόνο για αυτό το κείμενο, και μόνο για την εκ μέρους του άψογη χρήση της ελληνικής γλώσσης, και μόνο για το θάρρος του να στηλιτεύσει τα κακώς κείμενα ενοχλώντας το πολιτικό κατεστημένο, αξίζει τιμής, κατά τρόπο παρόμοιο με την τιμή που οφείλει να αποδοθεί και σε μία άλλη σημαντική προσωπικότητα που προσφάτως απεβίωσε, τον Μίκη Θεοδωράκη. Παρά τα ελλείμματά τους, παρά τα λάθη τους, με δεδομένους τους περιορισμούς των βιωμάτων και των αντιληπτικών τους οριζόντων καθώς και των όποιων ιδεολογικών αγκυλώσεών τους, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίζουμε την ανιδιοτέλεια, το θάρρος της γνώμης και έναν άδολο, αν και ανεπεξέργαστο ίσως, πατριωτισμό, τον οποίο αμφότεροι εξέφρασαν, έστω στα γεράματά τους, τότε δηλαδή που τα μικρά και ασήμαντα υποχωρούν και διαγράφονται οι μεγάλες αλήθειες…

Ακολουθεί η αναδημοσίευση του περί ου ο λόγος άρθρου του Χρήστου Σαρτζετάκη το οποίο αξίζει να διαβαστεί με προσοχή:

XΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ AYTOΓΝΩΣΙΑ
ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΟΡΘΩΣΙΣ

Θέσεις πρὸς ἀνακοπὴν τῆς ἐθνικῆς μας παρακμῆς

1.- Ἡ Πατρίδα μας διέρχεται περίοδο πρωτόγνωρης παρακμῆς. Διότι αὐτὴ χαρακτηρίζει, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν μεταπολεμικὴ τοὐλάχιστον Ἱστορία μας, κάθε ἰκμάδα τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς, τόσο τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος στὰ συλλογικά της ἐνεργήματα, ἐπὶ θεμάτων ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν, ὅσο καὶ τῶν Ἑλλήνων κατ’ἰδίαν, ὡς ἀτόμων – ἐννοῶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, ὄχι καὶ τῶν ἀποδήμων, οἱ ὁποῖοι ἀντιθέτως σκέπτονται καὶ ἐνεργοῦν μὲ ζηλευτὴ πάντοτε προσήλωσι πρὸς τὰ πάτρια καὶ τὶς ἀκατάλυτες, ἀνὰ τὶς χιλιετηρίδες, ἑλληνικὲς ἀξίες.

Φυσικὰ ἡ σοβοῦσα παρακμὴ δὲν ἀνέκυψεν αἰφνιδίως, δὲν εἶναι ἡ ἐπαύριον μιᾶς αἰθρίας ἡμέρας. Ἀνέκυψε ὡς τὸ ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα ὀλεθρίας συλλογικῆς πρακτικῆς δεκαετιῶν. Τὴν ὁποία μὲ περίσσεια ἀφροσύνης βαθμηδὸν ἀκολουθήσαμε, συντονίζοντες τὸ βῆμα μας πρὸς συνθηματολογία σαγηνεύουσα, ἀλλὰ εὐθέως μηδενιστικὴ καὶ καταστροφική. Ἀληθινὴ πορεία ὀλέθρου, πρὸς ἀνάσχεσι τῆς ὁποίας συνετὲς φωνὲς ὀρθοφροσύνης δὲν ἔλλειψαν, ἀλλὰ αὐτὲς δὲν εἰσηκούοντο ἀπὸ τοὺς ποικιλωνύμους ταγούς μας, κυρίως τοὺς ἑκάστοτε ἔχοντες τὸ πηδάλιον τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἑπομένως καὶ τὸ πρόσταγμα γιὰ τὴν πορεία τοῦ τόπου. Τοὐναντίον μάλιστα, ἡ ὅποια προσπάθεια ἀνασχέσεως στὸν κατήφορο τῆς συμφορᾶς πολλαχόθεν παρημποδίζετο καὶ θετικῶς, ἐκτὸς λοιδωριῶν καὶ καταιγισμοῦ ὕβρεων σὲ βάρος τῶν ἀνθισταμένων ἀπὸ κατευθυνόμενα μέσα (τύπο καὶ ραδιοτηλεοπτικά) μαζικῆς ἐξαχρειώσεως, καὶ μὲ τὴν δραστικὴ χρῆσι καὶ κατάχρησι ψευδεπιγράφως «προοδευτικοῦ», πεπαλαιωμένου μὲν ἰδεολογικοῦ ὁπλοστασίου, πλὴν εὐηκόου καὶ λαοπλάνου. Καὶ δράστες τῶν ὀρθουμένων αὐτῶν ἐμποδίων πληθωρικῶς ἀνεφαίνοντο. Ὄχι μόνον μεταξὺ ξένων ἐπιβούλων, παγίως ὑπηρετούντων ἄλλωστε ἰδικά των συμφέροντα, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου, στὶς τάξεις, ποὺ σὲ ὅλες τὶς κοινωνίες, παντοῦ καὶ πάντοτε, ὑπάρχουν, ἀρνησιπάτριδων, καιροσκόπων, ἀφελῶν, ἢ καὶ ἐγχωρίων μειοδοτῶν, μισθοφόρων ἢ ὄχι, ἀδιάφορον.

2.- Ἔτσι σήμερα, περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου ἐπιβάλλεται πλέον, ὡς μόνη ἀτραπὸς διεξόδου ἀπὸ τὴν ἐφιαλτικὴ κρίσι, ἡ ἀνασύνταξις τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος. Ἂς μὴ αὐταπατώμεθα ὅμως. Τὸ ἑλληνικὸ πρόβλημα δὲν εἶναι μόνον οἰκονομι-κόν ! Τὰ πεδία τῆς παρακμῆς εἶναι πολυπληθῆ. Ἀπαντῶνται σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς. Φαίνεται βεβαίως τώρα μεταξὺ αὐτῶν προέχον τὸ οἰκονομικόν, τὸ ὁποῖον στὶς ἡμέρες μας, μὲ γεῦσι ἤδη τῶν ληφθέντων πρὸς ἀντιμετώπισί του ὀδυνηρῶν μέτρων, ἑλκύει τὴν ἄμεση προσοχὴ καὶ ἀναδύει τὸν προβληματισμὸν ὅλων, χωρὶς ἐξαίρεσι. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ δὲν ἐξέθρεψε αὐτοδυνάμως, οὔτε συνιστᾷ τὸ κινοῦν αἴτιο τῆς σὲ ὅλα τὰ πεδία, καθολικῆς ἐθνικῆς μας παρακμῆς.

Ἂς ἀναβλέψουμε. Τὸ ἑλληνικὸν πρόβλημα εἶναι πρωτίστως θέμα ἰδεολογικόν. Διότι μόνον ἐκ τῶν ἰδεῶν-δυνάμεων (κατὰ Fouillée, Esquisse psychologique des idées – forces καὶ L’ évolutionnisme des idées – forces) ἀπορρέει ἡ ἔφεσις πρὸς ἐνέργειαν ἐπὶ παντὸς ἀνθρωπίνου πεδίου, ἑπομένως καὶ ἡ δυνατότης ἐπανορθώσεως καὶ θεραπείας τῶν κακῶς κειμένων. Καὶ ὡς πρώτη πτυχὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβλήματος ἀναφαίνεται ἡ ἀνάγκη τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσίας. Ἀφοῦ μόνον μὲ ἐπίγνωσι τοῦ τὶ εἴμαστε, ἠμποροῦμε νὰ προδιαγράψουμε καὶ τὶς δυνατότητές μας πρὸς λύσι καὶ νὰ ἐπιδοθοῦμε στὴν συνέχεια, ἐν ὄψει ἀκριβῶς τῆς ἐκτάσεώς των, στὸν ἀγῶνα ἐπιλύσεως κατ’ἰδίαν προβλημάτων μας. Μὲ καίρια καὶ ἀμέσως ἐπείγοντα, πρωτίστως τὰ ἀναγόμενα εἰς τὸν τομέα τῆς παιδείας καὶ συνακολούθως τῆς τόσον κακοποιουμένης γλώσσης μας. Ἄλλωστε ὅλοι ἐπισημαίνουν τὸ πόσον χωλαίνει ἡ παρεχομένη παιδεία στὴν χώρα μας καὶ κραυγαλέως ὠρύονται γιὰ τὸ σημερινό της κατάντημα. Παραθεωροῦν ὅμως οἱ μεμψιμοιροῦντες, μὲ λίγες μόνον ἐξαιρέσεις, ὅτι ἀνόρθωσις τῆς παιδείας δὲν νοεῖται χωρὶς ὡς ἐναρκτήρια κίνησι τὴν ἀποκατάστασι τοῦ γλωσσικοῦ ὀργάνου, τῆς ἑλληνικῆς μας γλώσσης. Διότι σκέψεις καὶ ἰδέες, προγράμματα καὶ σχεδιασμοὶ ἀνθρωπίνης ἐνεργείας δὲν γεννιοῦνται παρὰ μόνον διὰ τοῦ γλωσσικοῦ ὀργάνου, ὑπάρχει μιὰ μυστικὴ ἀντιστοιχία, μιὰ ἀκατάλυτη ταύτισις ἐκείνων μὲ αὐτό. Ὁ λόγος, οἱ χρησιμοποιούμενες λέξεις δὲν ἐξωτερικεύουν ἁπλῶς τὰ ἀνθρώπινα διανοήματα, ἀλλὰ καὶ τὰ γεννοῦν. Καὶ ὅπως παντοῦ, ἡ οὐσία τοῦ διανοήματος κεῖται ἀκριβῶς στὴν γλωσσική του ἐξωτερίκευσι. Τὸ νὰ χωλαίνει λοιπὸν τόσον θρηνητικῶς ἡ χρῆσις στὴν σύγχρονή μας κοινωνία τῆς ἑλληνικῆς μας γλώσσης, αὐτὸ φανερώνει, ὅτι καὶ οἱ διατυπούμενες ἰδέες, τὰ ἐξαγγελλόμενα προγράμματα, οἱ κάθε εἴδους προβαλλόμενοι σχεδιασμοὶ εὑρίσκονται στὴν ἴδια στάθμη εὐτελοῦς ποιότητος μὲ τὴν χρησιμοποιουμένη πρὸς ἔκφρασί τους γλῶσσα. Ἔτσι ἐξηγεῖται, ἀπὸ τὴν χαρακτηριστικὴ γλωσσική μας φτώχεια, καὶ ἡ ἀδυναμία συγκλίσεως καὶ συμφωνίας τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου ἐπὶ τοῦ πρακτέου καὶ σὲ βασικοὺς ἀκόμη τομεῖς τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου.

3.- Τὸ τεράστιο εὖρος τοῦ ἑλληνικοῦ προβλήματος στὴν ἰδεολογική του διάστασι δὲν ἐπιτρέπει τὴν συνολικὴ ἀνάπτυξί του στὰ στενὰ πλαίσια τοῦ παρόντος ἄρθρου. Θὰ περιορισθῶ λοιπὸν ἐδῶ ἐξ αὐτοῦ εἰς ὀλίγα μόνον. Καὶ κατὰ πρῶτον, εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσίας, καὶ μάλιστα εἰς μόνην τὴν ἀφετηρίαν της, τὴν ὀνομασίαν τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος. Διότι φαίνεται, ὅτι καὶ τὴν ἐθνικήν μας ὀνομασία δὲν τὴν γνωρίζουμε ὅπως ἐπιβάλλεται, στὴν διαχρονική της διάστασι.

Ἡ ἀφορμὴ σὲ ἐνασχόλησι τέτοιου περιεχομένου ὑπῆρχε καὶ κατὰ τὸ παρελθόν. Τώρα ὅμως ἐντόνως ἀνενεώθη ἐξ ἀφορμῆς καταχωρίσεως σὲ ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν, τὴν ΕΣΤΙΑΝ τῆς 5ης Αὐγούστου ἐ. ἔ., ἐπιστολῆς ἀναγνώστου της, μὲ τὴν ὁποίαν ἐκφέρονται μεγαλόστομοι καταφοραὶ κατὰ τῆς ἀκολουθουμένης καὶ παρ’ἡμῶν ὀνομασίας ἀπὸ ξένους τῆς χώρας μας ὡς Greece καὶ τῶν Ἑλλήνων ὡς Greeks- Γραικῶν. Ὁ ἐπιστολογράφος διατείνεται, ὅτι τέτοιες ὀνομασίες εἶναι ξενικές, τὶς ἐχρησιμοποίησαν γιὰ πρώτη φορὰ «ἀρχικοὶ Λατίνοι ναυτικοί», ὅταν προσήγγισαν στὴν Β.Δ. Ἑλλάδα, καὶ ἀκολούθως ἐγενικεύθη ἡ καταφρονητικὴ ὑπὸ τῶν ξένων χρῆσις των. Προτείνει δὲ τὴν ἐπίσημον παρ’ ἡμῶν μὲν ἐν παντὶ ἀντικατάστασίν των διὰ τῶν ὅρων Ἑλλὰς (Hellas) καὶ Ἕλληνες, ὡς ὁ ἴδιος (ὁ ἐπιστολογράφος) ἔπραξε τὸ 1956 ὡς «ἀρχηγὸς τῆς Ὀλυμπιακῆς μας ὁμάδος (Μελβούρνη)», πρὸς τοὺς ξένους δὲ (κράτη, κλπ.) διακήρυξιν, ὅτι θὰ ἐπιστρέφεται ἀνεπίδοτη κάθε ἀλληλογραφία διαλαμβάνουσα τὶς ἀνωτέρω ξενικὲς ὀνομασίες.

Παρόμοιες ἐπιστολὲς ἄλλων, μὲ τὶς ἴδιες ἐπὶ τοῦ θέματος ὑποδείξεις, ἔχουν δημοσιευθῆ σὲ ἐφημερίδες καὶ κατὰ τὸ παρελθόν, προερχόμενες καταφανέστατα ἐξ ἀγαθοῦ φιλοπάτριδος συνειδότος. Ὅμως, μὲ τὴν ἀντίληψιν ὅτι ἡ φιλοπατρία προϋποθέτει καὶ ἑδραία γνῶσι τῆς Ἱστορίας, ἐπιβάλλεται νὰ σημειώσω ἐπὶ τῶν ἀνωτέρω τὰ ἀκόλουθα.

4.- Πλανῶνται ὅσοι νομίζουν, ὅτι τὸ ὄνομα «γραικὸς» εἶναι ξενικόν, δοθὲν δῆθεν ὑπὸ τῶν Ρωμαίων εἰς τοὺς Ἕλληνας. Διότι δὲν πρόκειται περὶ ξενικῆς ὀνομασίας ! Εἶναι ὄνομα ἑλληνικώτατον, τὸ πρῶτον ἐθνικόν μας ὄνομα. Πράγματι, λέγει ὁ Ἀριστοτέλης (Μετεωρολογικά, Ι 14) «ὤκουν γὰρ … καὶ οἱ καλούμενοι τότε μὲν Γραικοί, νῦν δὲ Ἕλληνες» (βλέπε τὸ κείμενον, π.χ. στὴν ἔκδοσι τῶν Μετεωρολογικῶν τῆς Collection Budé, Παρίσι, τόμος Ι, 1982, σελ. 45, παραπομπὲς δὲ καὶ σὲ ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς εἰς τὸ ἐξαίρετον ἔργον τοῦ Καθηγητοῦ Γεωργίου Α. Παπαντωνίου, Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Ἱστορία, τόμος Α΄, 1979, σελ. 98 ὑποσημ.2). Τὸ «γραικὸς» αὐτὸ ἐπῆραν ἐν συνεχείᾳ οἱ Ρωμαῖοι καί, προσαρμόζοντές το εἰς τὴν φωνητικὴν τῆς γλώσσης των, ἔπλασαν τὸ “Graecus”, ἀπὸ τὸ ὁποῖον καὶ προέρχονται οἱ χρησιμοποιούμενες ὀνομασίες στὶς σύγχρονες ξένες γλῶσσες ἡμῶν τῶν Ἑλλήνων καὶ τῆς χώρας μας, ὅπως Grecs, Grèce εἰς τὴν γαλλικήν, Greeks, Greece εἰς τὴν ἀγγλικήν, κλπ. Ὀνομασίες, ἑπομένως, μὲ πανάρχαιες ἑλληνικὲς ρίζες, οἱ ὁποῖες καὶ κατὰ καμμίαν λογικὴν δὲν θὰ πρέπει νὰ θεωροῦνται ἀποβλητέες ὡς δῆθεν μὴ ἑλληνικῆς προελεύσεως !…

5.- Ἀντιθέτως ἀποβλητέες εἶναι οἱ ὀνομασίες «ρωμηὸς» καὶ «ρωμηοσύνη», ὡς ἐθνικῶς ἀπαράδεκτες, ἀνακαλοῦσες μόνον τοὺς χρόνους τῆς ὑπὸ ρωμαϊκὴν κυριαρχίαν δουλείας μας. Δυστυχῶς οἱ ὄντως ξενικὲς αὐτὲς ὀνομασίες χρησιμοποιοῦνται καὶ ἀπὸ ἀξιολόγους, κατὰ τὰ λοιπά, διανοουμένους, οἱ ὁποῖοι ἐναβρύνονται ὁμιλοῦντες συνεχῶς γιὰ τὴν «ὀρθόδοξη ρωμαίικη παράδοση» (ἄλλοτε ὑπῆρχε, δὲν γνωρίζω ἐὰν συνεχίζεται, καὶ εἰδικὴ ραδιοφωνικὴ ἐκπομπὴ μὲ τὴν ὀνομασίαν αὐτήν !), χωρὶς νὰ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὴν ἱστορικὴν ἀλήθειαν, ὅτι ἡ προσωνυμία «ρωμαῖος», δηλ. ἡ ἰδιότης τοῦ ρωμαίου πολίτου, ἡ ρωμαϊκὴ ἰθαγένεια θὰ ἐλέγαμε σήμερα, ἀπενεμήθη (καὶ αὐτό, ἂς σημειωθῇ, ἔγινε γιὰ φορολογικοὺς ἀποκλειστικῶς λόγους !), μὲ τὸ γνωστὸ διάταγμα τοῦ Καρακάλλα τὸ 212 μ.Χ., εἰς ὅλους τοὺς ὑποδούλους λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς ὑπὸ τῆς τότε κοσμοκρατείρας Ρώμης. Τὶ θέλουν λοιπὸν οἱ διανοούμενοί μας αὐτοὶ νὰ διαιωνίσουν ; Τὴν ἀνάμνησι τῆς δουλείας ἐκείνης ; Καὶ γιατὶ παραθεωροῦν τὴν γνησίαν ἑλληνικὴν λαϊκὴν παράδοσιν, ἡ ὁποία ὑπερηφάνως ἐμμένει εἰς τὰ πάτρια ; Διότι, κατὰ τὸ πασίγνωστον, οἱ ἀγωνισταὶ τοῦ 1821 μὲ θαυμαστὴν ἐπίγνωσι τῆς ταυτότητός των διαλαλοῦσαν : «ἐγὼ γραικὸς γεννήθηκα, γραικὸς θὲ νὰ πεθάνω», χρησιμοποιοῦντες ἀκριβῶς τὸ πανάρχαιον ἐκεῖνο καὶ αὐτόχθον «γραικὸς» καὶ ὄχι τὸ ξενόφερτον καὶ ἀποβλητέον «ρωμαῖος» ἢ «ρωμηός (ἢ «ρωμιός»). Ἀναμφισβητήτως ἦσαν σοφώτεροι ἀπὸ τοὺς αὐτοαποκαλουμένους σήμερα «ρωμηούς», καίτοι συμπατριῶτες μας ! … Πρέπει δὲ νὰ προσθέσω, ὅτι καὶ ἡ λογία ἑλληνικὴ παράδοσις δὲν διαφέρει, ἀφοῦ καὶ ἐπιφανεῖς ἐκπρόσωποί της σὲ πολλὲς περιπτώσεις χρησιμοποιοῦν γιὰ τοὺς Ἕλληνες τὴν ὀνομασία Γραικοί, ὅπως ὁ ἐκ τῶν ἐξοχωτέρων διδασκάλων τοῦ Γένους, ἐκδότης κειμένων πληθώρας ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων ( τόμοι 16 εἰς τὴν σειρὰν «Ἑλληνικὴ Βιβλιοθήκη» καὶ τόμοι 9 εἰς τὴν σειρὰν «Πάρεργα Ἑλληνικῆς Βιβλιοθήκης» ) καὶ ἀπὸ τοὺς ἐθναποστόλους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐλευθερίας Ἀδαμάντιος Κοραῆς, π.χ. εἰς τὰ πονήματά του «Ἀδελφικὴ Διδασκαλία πρὸς τοὺς εὑρισκομένους κατὰ πᾶσαν τὴν Ὀθωμανικὴν Ἐπικράτειαν Γραικούς» (Ρώμη, 1798), «Ὰσμα Πολεμιστήριον τῶν ἐν Αἰγύπτῳ περὶ ἐλευθερίας μαχομένων Γραικῶν» (Αἴγυπτος, 1800), «Τὶ πρέπει νὰ κάμωσιν οἱ Γραικοὶ εἰς τὰς παρούσας περιστάσεις» (Βενετία, 1805), κλπ., κλπ.

6.- Ἂς προσθέσω ἐδῶ καὶ μίαν ἀναδυομένη σχετικῶς κραυγαλέα πτυχὴ τῆς σημερινῆς γλωσσικῆς μας τραγῳδίας. Οἱ ξένοι, ὡς καὶ ὁ ἀνωτέρω ἐπιστολογράφος, τὴν λέξιν ΕΛΛΑΣ μεταγράφουν μὲ λατινικοὺς χαρακτῆρες ὀρθῶς εἰς HELLAS, καὶ ὄχι εἰς ELLAS. Mὲ τὴν προσθήκην τοῦ ἀρχικοῦ γράμματος Η ἁπλούστατα μεταγράφουν τὴν δασεῖαν τοῦ ἀρχικοῦ Ε τῆς λέξεως ΕΛΛΑΣ, ἀποδεχόμενοι ἔτσι τὸν προσῳδιακὸ προορισμό, ποὺ ἀνέκαθεν, ἀπὸ τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων καὶ μέχρι σήμερον, ἐπιτελοῦν τὰ πνεύματα καὶ οἱ τόνοι εἰς τὴν ἑλληνικήν· αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖον καὶ οἱ ξένοι τὰ διατηροῦν εἰς τὸ ἑλληνογενὲς λεξιλόγιόν των, ὅπως π.χ. στὴν υἱοθετηθεῖσαν ὑπὸ τῆς γαλλικῆς λέξιν HÉROS τὸ ἀρχικὸν Η ἀποδίδει τὴν δασεῖαν τῆς ἑλληνικῆς γραφῆς «ἥρως». Δηλαδή, οἱ ξένοι διατηροῦν στὴν ἑλληνική μας γραφὴ τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα, αὐτά, τὸ ὁποῖα ἡ ἐπίσημος Ἑλλὰς μὲ ἀσύγγνωστη ἀφροσύνη ἔχει καταργήσει καθ’ ὑπαγόρευσιν ἀμαθῶν καὶ ἀπαιδεύτων, παρὰ μάλιστα τὴν ἀντίθεσι τῆς συντριπτικῆς πλειονοψηφίας τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Κατάργησις, ἡ ὁποία ἐνισχυομένη καὶ μὲ τὸν βαθμιαῖον περιορισμὸν καὶ ὑποβιβασμὸν τῶν κλασσικῶν σπουδῶν στὸν χῶρο τῆς παιδείας μας προεκάλεσε καὶ τὴν σημερινὴ θρηνητικὴ ἀγραμματωσύνη τῆς νεολαίας μας.

7.- Μὲ τὰ ὀλίγα ἀνωτέρω περὶ γλώσσης εἰσήλθαμε καὶ εἰς τὸ μέγα θέμα τῆς ἐθνικῆς μας παιδείας, ἡ ὁποία ἐδῶ καὶ χρόνια ἔπαυσε νὰ εἶναι ἑλληνική, ἐθνική. Θέμα, ποὺ κατέχει τὴν κορυφὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβληματισμοῦ στὸ πλαίσιο τῆς φροντίδος γιὰ τὴν ἐπιζητουμένη ἐθνική μας ἀνόρθωσι. Ἐπ’αὐτοῦ καὶ σὲ συνέχεια τῶν ὅσων ἀνωτέρω, στὴν § 2, ἐξέθεσα περιορίζομαι, τερματίζων τὸ παρὸν ἄρθρον μου, συμπερασματικῶς εἰς τὰ ἑξῆς ἐλάχιστα : Οἱ ἐπισήμως ἐξαγγελλόμενες διακηρύξεις καὶ ἐπιδιώξεις παρὰ τὴν εἰλικρίνειάν των καὶ οἱ θυσίες, στὶς ὁποῖες ὑποβάλλεται τὸ κοινωνικὸν σύνολον, δὲν πρόκειται νὰ τελεσφορήσουν, ἐφ’ ὅσον δὲν πραγματοποιεῖται πρωτίστως τὸ καίριον ἀποφασιστικὸν βῆμα : ἡ ἀνάκτησις τῆς ἑλληνικῆς μας παιδείας μὲ πλήρη φυσικὰ ἀποκατάστασι τῶν πληγμάτων, ποὺ ἐδέχθη μεταπολιτευτικῶς ἡ ἑλληνική μας γλῶσσα. Ἀνάκτησις, ὅπως εἶχε καὶ ἐπισήμως ἐξαγγελθῆ ἐπὶ Ὑπουργίας τοῦ ἀειμνήστου Ἀντώνη Τρίτση τὴν 8ην Ἰουλίου 1987, μὲ ἐφαρμογὴν τοῦ προγράμματος ἀπὸ τοῦ σχολικοῦ ἔτους 1987-88, ματαιωθεῖσαν ὅμως μὲ τὴν ἀποπομπὴν τοῦ Τρίτση ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖον Παιδείας ( βλέπε σχετικῶς τὸ ἐξαίρετον βιβλίον τοῦ ἀειμνήστου λογίου Χάρη Λαμπίδη, Παιδεία καὶ Τρομοκράτες [Κείμενα Κριτικῆς, «Ἀντίφωνον», 1990], ὅπου είς τὰς σελίδας 873-891 τὸ πρόγραμμα Τρίτση ). Ἔτσι μόνον θὰ καταστοῦν οἰκεῖα στοὺς νέους μας καὶ ὅλα τὰ πρὸ τοῦ 1980 κείμενα ὄχι μόνον τῆς ἀρχαίας καὶ μεσαιωνικῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς νεοελληνικῆς μας γραμματείας, ποὺ εἶναι σήμερα ἀπρόσιτα ἐξ αἰτίας καὶ τοῦ θλιβεροῦ μονοτονικοῦ, θὰ γίνουν ἀμέσως προσπελάσιμες καὶ ἀφομοιώσιμες ὅλες οἱ παραδοσιακές μας ἀξίες, θὰ σφυρηλατηθοῦν χαρακτῆρες μὲ τὶς ἑλληνικὲς ἀρετὲς τοῦ θάρρους, τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς ἀλληλεγγύης, τῆς ἐθνικῆς ὑπερηφανείας, τῆς αἰσιοδοξίας.

Ἐπίτευγμα πολύτιμον, ἀφοῦ μόνον οἱ ἀξίες αὐτὲς ἠμποροῦν νὰ χαλυβδώσουν τὴν ἐθνική μας ἀνεξαρτησία καὶ κυριαρχία καὶ τὴν ἐθνική μας ἀξιοπρέπεια, νὰ ἐκθρέψουν τὴν ἐλπίδα καὶ νὰ ὁδηγήσουν εἰς τὸ ἀπὸ ὅλους ἐπιθυμητόν, τὴν ἀνακοπὴ τῆς προϊούσης παρακμῆς καὶ γενικώτερον εἰς ἕνα καλλίτερον αὔριον καὶ τὴν πρόοδον τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος.-

Νέα Παντέλη, 2α Σεπτεμβρίου 2010.