Σαν σήμερα, προ 111 ετών, ο ελληνικός στρατός, κατόπιν πολύμηνης πολιορκίας, εισήλθε θριαμβευτής στην πόλη των Ιωαννίνων, τερματίζοντας τα 483 χρόνια οθωμανικής κυριαρχίας! Τα Ιωάννινα ήταν η τελευταία μεγάλη πόλη η οποία κατελήφθη από τον ελληνικό στρατό κατά τον Α’ βαλκανικό πόλεμο. Κύριος λόγος αυτής της καθυστερήσεως ήταν οι πραγματικά πανίσχυρες οχυρώσεις του οθωμανικού στρατού οι οποίες περιέβαλλαν την πόλη: τα οχυρά του Μπιζανίου. Ο ελληνικός στρατός δαπάνησε ποταμούς αίματος προσπαθώντας επί μήνες να εκπορθήσει τα οχυρά, διενεργώντας κατά μέτωπο επιθέσεις (εξορμώντας από νότο). Παρά τις τιτάνιες προσπάθειες και τις λυσσώδεις επιθέσεις, τα οχυρά παρέμεναν απόρθητα.
Μία προσπάθεια υπερκεράσεως των οχυρών από έναν, σχετικώς απροστάτευτο αλλά εξαιρετικώς δύσβατο τομέα, πραγματοποιήθηκε από την περιοχή του Μετσόβου από ένα σώμα εθελοντών, τους περίφημους Γαριβαλδινούς, στο οποίο σώμα είχε καταταγεί ως εθελοντής ο σπουδαίος νεοέλληνας ποιητής Λορέντζος Μαβίλης μαζί με άλλους ενθουσιώδεις αγωνιστές, οι οποίοι, κυρίως λόγω της υπερβάσεως του ηλικιακού ορίου κατατάξεως, δεν είχαν γίνει δεκτοί στον επίσημο ελληνικό στρατό. Ο εξοπλισμός του σώματος των Γαριβαλδινών περιελάμβανε τα πεπαλαιωμένα τυφέκια Gras τα οποία είχαν χωρητικότητα μόνο μίας σφαίρας (!) η οποία προωθούνταν από μαύρη πυρίτιδα αποκαλύπτοντας έτσι την θέση του χειριστή κατά την εκπυρσοκρότηση, μειονεκτήματα που τα σύγχρονα τότε τυφέκια Mouser που χρησιμοποιούσε ο οθωμανικός στρατός δεν είχαν.
Παρά τον παλαιωμένο εξοπλισμό τους οι Γαριβαλδινοί κατάφεραν να απωθήσουν τους Οθωμανούς από τα υψώματα του Δρίσκου και να βρεθούν ουσιαστικά εντός του λεκανοπεδίου της πόλεως των Ιωαννίνων! Τότε σήμανε συναγερμός στην οθωμανική στρατιωτική διοίκηση και εστάλησαν εσπευσμένα εναντίον των Γαριβαλδινών υπέρτερες δυνάμεις με ενίσχυση πυροβολικού. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν οι Γαριβαλδινοί οπισθοχώρησαν με τον ίδιο τον ποιητή να αφήνει την τελευταία του πνοή στο πεδίου της μάχης, λέγοντας, καθώς ξεψυχούσε: «Περίμενα πολλές τιμές από τούτον τον πόλεμο αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου». Το ημερολόγιο τότε έγραφε 28 Νοεμβρίου 1912. Ο Λορέντζος Μαβίλης ετάφη επί τόπου στην κορυφή ενός λοφίσκου που ακόμα και σήμερα αγναντεύει την πόλη των Ιωαννίνων.
Παρά την ηρωική προσπάθεια των Γαριβαλδινών η πόλη δεν έπεσε, κάτι που έμενε να πραγματοποιηθεί στην νύχτα 20-21 Φεβρουαρίου 1913 από τις ενέργειες των Ταγματαρχών Βελισσαρίου και Ιατρίδου. Ο Βελισσαρίου (ακολουθούμενος από τον Ιατρίδη) διοικώντας από την πρώτη γραμμή ένα τάγμα Ευζώνων κατάφερε με καταδρομική ενέργεια να διεισδύσει πίσω από τις γραμμές του εχθρού, φθάνοντας περίπου στην περιοχή του σημερινού Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη των Ιωαννίνων. Αντί να διατάξει τους στρατιώτες του να οχυρωθούν για να αποκρούσουν κάποια αντεπίθεση, εκμεταλλεύθηκε την σύγχυση της νύκτας και ξεκίνησε να προωθείται κατευθείαν προς το κέντρο της πόλεως συλλαμβάνοντας καθ’ οδόν όποιον Οθωμανό στρατιώτη συναντούσε. Φθάνοντας ακριβώς έξω από την πόλη έκοψε τα τηλεγραφικά καλώδια, αποκόπτοντας την επικοινωνία των Τούρκων στρατηγών με τα απόρθητα ακόμη οχυρά, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι αυτά είχαν καταληφθεί και ότι ο ίδιος και το τάγμα του ήταν οι προπομποί ολόκληρου του ελληνικού στρατού, ο οποίος κατέφθανε από στιγμή σε στιγμή. Η κατάσταση αυτή ανάγκασε τον Οθωμανό πασά των Ιωαννίνων να παραδοθεί στον Διάδοχο Κωνσταντίνο!
Υπεράνθρωπος
[του Λορέντζου Μαβίλη (1860-1912)]
Του μυστήριου ανασήκωσε την πέτρα
και μη σκιαχτείς το δάγκωμα του αστρίτα.
Το τι ΄ναι η αλήθεια αδιάκοπα αναζήτα
και ιδές αν είναι, ως λεν, ψυχοπονέτρα.
Μία μία τες σαγιτιές του πόνου μέτρα
και άγρυπνος τες πληγές που ανοίγουν κοίτα
μηνύτρα φτάνει η καθεμιά σαγίτα
απ΄ της άσπλαχνης Μοίρας τη φαρέτρα.
Και α βρεις που ο Πόνος είναι η μόνη Αλήθεια,
τότες απ΄ τ΄ αντριωμένα σου τα στήθια
την ταπεινότη γδύσου της ορφάνιας.
Στης Ομορφιάς, στης Δύναμης τη γλύκα,
με αλαλητό χαράς και περηφάνειας
γίνε Θεός σου και τη Μοίρα νίκα.-