Σε προηγουμένη ανάρτησή μας είχαμε αναφερθεί στον καθηγητή P. Boghossian και στις ύπουλες επιθέσεις και τις ασφυκτικές συνθήκες διώξεως και τρομοκρατήσεως (που εξελίχθηκαν σε έναν πολυμέτωπο εναντίον του ανοιχτό πόλεμο) τις οποίες κλήθηκε να αντιμετωπίσει, οδηγούμενος τελικώς σε παραίτηση από την θέση του στο πανεπιστήμιο, προκειμένου να διασώσει την επιστημονική του αξιοπρέπεια.
Μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε την επιστολή παραιτήσεώς του, απευθυνόμενη προς την κοσμήτορα της σχολής, η οποία αποτελεί ένα κείμενο-κόλαφο ενάντια στην δικτατορία της «πολιτικής ορθότητος» που έχει επιβληθεί στον δυτικό κόσμο.
Αγαπητή κοσμήτορα Susan Jeffords,
Σας γράφω σήμερα για τους λόγους της παραιτήσεώς μου από την θέση του επίκουρου καθηγητού φιλοσοφίας στο πολιτειακό πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ. Την τελευταία δεκαετία, είχα το προνόμιο να διδάξω στο πανεπιστήμιο. Οι ειδικότητες μου περιλαμβάνουν την κριτική σκέψη, την ηθική και την σωκρατική μέθοδο, και διδάσκω μαθήματα όπως Επιστήμη και Ψευδοεπιστήμη και Φιλοσοφία της Εκπαιδεύσεως. Αλλά εκτός από την εξερεύνηση κλασικών φιλοσόφων και παραδοσιακών κειμένων, έχω προσκαλέσει να μιλήσουν στις τάξεις μου ένα ευρύ φάσμα ομιλητών, από υποστηρικτές της “επιπέδου Γης”, χριστιανούς απολογητές, σκεπτικιστές για το παγκόσμιο κλίμα, έως υποστηρικτές του κινήματος Occupy Wall Street και είμαι υπερήφανος για τη δουλειά μου.
Κάλεσα αυτούς τους ομιλητές όχι επειδή συμφωνούσα με τις κοσμοθεωρίες τους, αλλά κυρίως διότι διαφωνούσα. Μέσα από αυτές τις δύσκολες και μπερδεμένες συζητήσεις, έχω δει το καλύτερο αποτέλεσμα που μπορούσαν να επιτύχουν οι μαθητές μας: να αμφισβητούν τα δόγματα σεβόμενοι παραλλήλως τους πιστούς αυτών των δογμάτων, να παραμένουν ψύχραιμοι σε δύσκολες περιστάσεις και ακόμη και να αλλάζουν άποψη. Ποτέ δεν πίστεψα — ούτε και τώρα — ότι ο σκοπός της διδασκαλίας μου ήταν να οδηγήσω τους μαθητές μου σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα. Αντιθέτως, επεδίωξα να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις για ενδελεχή σκέψη, να τους βοηθήσω να αποκτήσουν τα εργαλεία ώστε να ερευνήσουν και να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Γι’ αυτό τον λόγο έγινα δάσκαλος και γι αυτόν τον λόγο μου αρέσει να διδάσκω.
Αλλά βήμα-βήμα το πανεπιστήμιο έχει καταστήσει αδύνατη αυτού του είδους την διανοητική εξερεύνηση. Έχει μετατρέψει ένα προπύργιο της ελεύθερης έρευνας σε βιομηχανία Κοινωνικής Δικαιοσύνης της οποίας οι μόνες εισροές είναι η φυλή, το φύλο και η θυματοποίηση, και οι μόνες εκροές είναι οι διαμαρτυρίες και ο διχασμός. Οι μαθητές στο πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ, δεν διδάσκονται να σκέπτονται, αλλά μάλλον, εκπαιδεύονται να μιμούνται την ηθική βεβαιότητα των ιδεολόγων. Η σχολή και η διοίκησή της έχουν παραιτηθεί από την αποστολή του πανεπιστημίου, που είναι η αναζήτηση της αληθείας. Αντ’ αυτού προωθούν την δυσανεξία απέναντι σε διαφορετικές πεποιθήσεις και απόψεις. Αυτό έχει δημιουργήσει μια κουλτούρα προσβολής όπου οι μαθητές φοβούνται πλέον να μιλήσουν ανοιχτά και ειλικρινά.
Παρατήρησα αρκετά νωρίς κατά την διάρκεια της θητείας μου στο πανεπιστήμιο, σημάδια της ανελευθερίας που έχει πλέον καταπιεί πλήρως την ακαδημαϊκότητα. Είδα φοιτητές να αρνούνται να εξετάσουν διαφορετικές απόψεις. Ερωτήσεις από το διδακτικό προσωπικό κατά την διάρκεια σεμιναρίων διαφορετικότητος που αμφισβητούσαν εγκεκριμένα αφηγήματα, απορρίπτονταν αμέσως. Όσοι ζήτησαν αποδείξεις ώστε να δικαιολογήσουν τις νέες θεσμικές πολιτικές κατηγορήθηκαν για μικροεπιθέσεις. Και καθηγητές κατηγορήθηκαν για μισαλλοδοξία επειδή ανέθεσαν προς μελέτη κλασικά κείμενα γραμμένα από φιλοσόφους που έτυχε να είναι Ευρωπαίοι και άνδρες.
Στην αρχή, δεν συνειδητοποίησα πόσο συστημικό ήταν αυτό και πίστευα ότι μπορούσα να αμφισβητήσω αυτή τη νέα κουλτούρα. Άρχισα λοιπόν να κάνω ερωτήσεις: ποια είναι η απόδειξη του ότι οι προειδοποιητικές ενδείξεις προσβλητικού περιεχομένου (trigger warnings) και οι ασφαλείς χώροι (safe spaces) συνεισφέρουν στην μάθηση; Γιατί πρέπει η φυλετική συνείδηση να είναι ο φακός μέσα από τον οποίο βλέπουμε τον ρόλο μας ως παιδαγωγοί; Πώς αποφασίσαμε ότι η «πολιτιστική οικειοποίηση» (cultural appropriation) είναι ανήθικη;
Σε αντίθεση με τους συναδέλφους μου, έκανα αυτές τις ερωτήσεις δημόσια και δυνατά. Αποφάσισα να μελετήσω τις νέες αξίες που κατέκλυζαν το πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ και τόσα άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα – αξίες που ακούγονται υπέροχες, όπως η διαφορετικότητα (diversity), η ισοδίκαιη αντιμετώπιση (equity) και η συμπεριληπτικότητα (inclusion), αλλά που μπορεί στην πραγματικότητα να είναι το ακριβώς αντίθετο. Όσο περισσότερο μελετούσα τις πρωτογενείς πηγές που παρήχθησαν από τους διανοητές της κριτικής θεωρίας, τόσο περισσότερο υποψιαζόμουν ότι τα συμπεράσματά τους αντικατόπτριζαν τα αξιώματα μιας ιδεολογίας, όχι γνώσεις βασισμένες σε στοιχεία.
Άρχισα να δικτυώνομαι με ομάδες μαθητών που είχαν παρόμοιες ανησυχίες και έφερα ομιλητές ώστε να εξερευνήσουν αυτά τα θέματα από κριτική σκοπιά. Και γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρο για εμένα ότι τα περιστατικά ανελευθερίας που είχα δει όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν απλώς μεμονωμένα γεγονότα, αλλά μέρος ενός προβλήματος σε θεσμικό επίπεδο.
Όσο περισσότερο μιλούσα για αυτά τα θέματα, τόσο περισσότερα αντίποινα αντιμετώπιζα. Στις αρχές του ακαδημαϊκού έτους 2016-17, ένας πρώην φοιτητής παραπονέθηκε για εμένα, οπότε το πανεπιστήμιο ξεκίνησε έρευνα τύπου TitleIX, (οι έρευνες TitleIX αποτελούν μέρος του ομοσπονδιακού νόμου που έχει σχεδιαστεί ώστε να προστατεύει τα άτομα από “διακρίσεις λόγω φύλου σε εκπαιδευτικά προγράμματα ή δραστηριότητες που λαμβάνουν ομοσπονδιακή οικονομική βοήθεια.”). Ο κατήγορός μου, ένας λευκός άνδρας, εξαπέλυσε σωρεία αβάσιμων κατηγοριών εναντίον μου, τις οποίες οι πανεπιστημιακοί κανόνες εμπιστευτικότητος μου απαγορεύουν δυστυχώς να συζητήσω περαιτέρω. Αυτό που μπορώ να μοιραστώ μαζί σας είναι ότι μαθητές μου, οι οποίοι πέρασαν από συνέντευξη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, μου είπαν ότι ο ερευνητής τους ρώτησε αν ήξεραν κάτι για το ότι χτυπούσα τη γυναίκα και τα παιδιά μου. Αυτή η τρομακτική κατηγορία έγινε σύντομα μια ευρέως διαδεδομένη φήμη.
Στις έρευνες τύπου TitleIX δεν υπάρχει νομότυπη διαδικασία, επομένως δεν είχα πρόσβαση στις συγκεκριμένες κατηγορίες, την δυνατότητα να αντιμετωπίσω τον κατήγορό μου και δεν είχα καμία ευκαιρία να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Τελικά τα αποτελέσματα της έρευνας αποκαλύφθηκαν τον Δεκέμβριο του 2017. Ακολουθούν οι δύο τελευταίες προτάσεις της εκθέσεως: «το τμήμα Παγκόσμιας Διαφορετικότητος και Συμπεριληπτικότητος, βρίσκει πως δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι ο καθηγητής Boghossian παρεβίασε την πολιτική απαγορεύσεως Διακρίσεων & Παρενοχλήσεως του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Πόρτλαντ. Το τμήμα Π.Δ.κ.Σ. συνιστά στον καθηγητή να λάβει συμβουλευτική καθοδήγηση (coaching)».
Όχι μόνο δεν ζητήθηκε συγγνώμη για τις ψευδείς κατηγορίες, αλλά ο ανακριτής μου είπε επίσης ότι στο μέλλον δεν μου επιτρεπόταν να εκφέρω τη γνώμη μου για τις «προστατευόμενες τάξεις» ή να διδάξω με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι γνωστή η γνώμη μου για αυτές τις τάξεις — ένα περίεργο συμπέρασμα για παράλογες κατηγορίες. Τα πανεπιστήμια μπορούν να επιβάλουν ιδεολογική συμμόρφωση απλώς και μόνο μέσω της απειλής αυτών των ερευνών.
Τελικά πείστηκα ότι τα διεφθαρμένα ακαδημαϊκά σώματα ήταν υπεύθυνα για την ριζική απόκλιση από τον παραδοσιακό ρόλο των σχολών ελευθερίων σπουδών και την βασική ευγένεια στον πανεπιστημιακό χώρο. Υπήρχε μία επείγουσα ανάγκη να δείξω ότι κείμενα που ακολουθούν την ηθική μόδα, ασχέτως του πόσο παράλογα είναι, μπορούσαν να δημοσιευθούν. Πίστεψα τότε ότι αν εξέθετα τα θεωρητικά ελαττώματα αυτού του σώματος λογοτεχνίας θα μπορούσα να βοηθήσω την πανεπιστημιακή κοινότητα να αποφύγει να οικοδομεί επί σαθρού εδάφους.
Έτσι, το 2017, συνδημοσίευσα ένα σκοπίμως δυσνόητο άρθρο, αξιολογημένο από σύστημα ακαδημαϊκών κριτών (peer-reviewd) που στόχευε την νέα αυτή πανεπιστημιακή “ορθοδοξία”. Ο τίτλος του: «Το Εννοιολογικό Πέος ως Κοινωνική Κατασκευή». Αυτό το παράδειγμα ψευδοακαδημαϊκής μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο Cogent Social Sciences, υποστήριζε ότι τα πέη είναι προϊόντα του ανθρωπίνου μυαλού και υπεύθυνα για την κλιματική αλλαγή. Αμέσως μετά, αποκάλυψα ότι το άρθρο είναι φάρσα που σχεδιάστηκε ώστε να ρίξει φως στα ελαττώματα των συστημάτων κριτών των ακαδημαϊκών εκδόσεων.
Λίγο αργότερα, σβάστικες εμφανίστηκαν με το όνομά μου από κάτω, σε δύο τουαλέτες κοντά στο τμήμα φιλοσοφίας. Επίσης εμφανίζονταν περιστασιακώς και στην πόρτα του γραφείου μου, σε μια περίπτωση συνοδευόμενες από σακούλες με περιττώματα. Το πανεπιστήμιό μας παρέμεινε σιωπηλό. Όταν έδρασε, ήταν εναντίον μου και όχι εναντίων των δραστών.
Συνέχισα να πιστεύω, ίσως αφελώς, ότι αν αποκάλυπτα την εσφαλμένη σκέψη στην οποία βασίστηκαν οι νέες αξίες, θα μπορούσα να ξυπνήσω το πανεπιστήμιο από την πλάνη του. Το 2018 δημοσίευσα από κοινού, μια σειρά παράλογων ή ηθικά αποκρουστικών, αξιολογημένων από κριτές, άρθρων σε περιοδικά που επικεντρώνονται σε ζητήματα φυλής και φύλου. Σε ένα από αυτά υποστηρίξαμε ότι υπήρχε επιδημία βιασμού σκύλων σε πάρκα σκύλων και προτείναμε να δένουμε τους άνδρες με τον τρόπο που δένουμε τα σκυλιά. Σκοπός μας ήταν να δείξουμε ότι ορισμένα είδη ακαδημαϊκής σκέψης δεν βασίζονται στην εύρεση της αλήθειας αλλά στην προώθηση κοινωνικής διαμαρτυρίας. Αυτή η κοσμοθεωρία δεν είναι επιστημονική και δεν είναι ενδελεχής.
Η διοίκηση και η σχολή εξοργίστηκαν τόσο πολύ από τα άρθρα, που δημοσίευσαν ένα ανώνυμο άρθρο στη φοιτητική εφημερίδα ενώ το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ κατέθεσε επίσημες κατηγορίες εναντίον μου. Η κατηγορία τους; «Ερευνητικό παράπτωμα» που βασίζεται στην παράλογη υπόθεση ότι οι συντάκτες των περιοδικών που αποδέχονταν τα σκοπίμως διαταραγμένα άρθρα μας ήταν «ανθρώπινα υποκείμενα». Βρέθηκα ένοχος διότι δεν έλαβα έγκριση για έρευνα πάνω σε ανθρώπινα υποκείμενα.
Εν τω μεταξύ, η ιδεολογική δυσανεξία συνέχισε να αυξάνεται στο Πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ. Τον Μάρτιο του 2018, ένας μόνιμος καθηγητής διέκοψε μια δημόσια συζήτηση που είχα διοργανώσει με την συγγραφέα Christina Hoff Sommers και τους εξελικτικούς βιολόγους Bret Weinstein και Heather Heying. Τον Ιούνιο του 2018, κάποιος ενεργοποίησε τον συναγερμό πυρκαγιάς κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον δημοφιλή κριτικό πολιτισμού Carl Benjamin. Τον Οκτώβριο του 2018, ένας ακτιβιστής τράβηξε τα καλώδια των ηχείων για να διακόψει μια συζήτηση με τον πρώην μηχανικό της Google, James Damore. Το πανεπιστήμιο δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει ή να αντιμετωπίσει αυτή τη συμπεριφορά. Κανείς δεν τιμωρήθηκε ούτε και ελέγχθηκε πειθαρχικώς.
Για εμένα, τα χρόνια που ακολούθησαν σημαδεύτηκαν από συνεχείς παρενοχλήσεις. Έβρισκα φυλλάδια γύρω από την πανεπιστημιούπολη με το πρόσωπό μου να έχει την μύτη του Πινόκιο. Με έφτυσαν και με απείλησαν περαστικοί ενώ πήγαινα προς την τάξη. Ενημερώθηκα από μαθητές ότι οι συνάδελφοί μου τους έλεγαν να αποφεύγουν τα μαθήματά μου. Και, φυσικά, υποβλήθηκα σε περισσότερο έλεγχο.
Μακάρι να μπορούσα να πω ότι αυτό που περιγράφω δεν έχει προσωπικό κόστος. Έχει ακριβώς αυτό το κόστος που είχε ως σκοπό: μία ολοένα και πιο αφόρητη επαγγελματική ζωή δίχως την προστασία που παρέχει η ιδιότητα του μονίμου καθηγητού.
Όλο αυτό δεν αφορά μόνο εμένα. Αφορά το είδος των θεσμών που θέλουμε και τις αξίες που επιλέγουμε. Κάθε ιδέα που προωθούσε την ανθρώπινη ελευθερία είχε εξ αρχής και αναποδράστως, καταδικαστεί. Ως άτομα συχνά φαινόμαστε ανίκανοι να θυμηθούμε αυτό το μάθημα, αλλά αυτό ακριβώς υποτίθεται ότι επιδιώκουν τα θεσμικά μας όργανα: να μας υπενθυμίζουν ότι η ελευθερία της αμφισβητήσεως είναι το θεμελιώδες δικαίωμά μας. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρέπει να μας υπενθυμίζουν ότι αυτό το δικαίωμά μας είναι και καθήκον μας.
Το πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ απέτυχε να εκπληρώσει αυτό το καθήκον. Με τον τρόπο του απέτυχε όχι μόνο απέναντι στους μαθητές του αλλά και στο κοινό που το υποστηρίζει. Ενώ είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία να διδάξω εδώ για πάνω από μια δεκαετία, μου έχει καταστεί σαφές ότι αυτό το ίδρυμα δεν είναι μέρος για ανθρώπους που σκοπεύουν να σκέπτονται ελευθέρως και να εξερευνούν ιδέες.
Αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα που επιθυμούσα. Αισθάνομαι όμως ηθικά υποχρεωμένος να κάνω αυτή την επιλογή. Για δέκα χρόνια, δίδαξα στους μαθητές μου τη σημασία του να ζεις συμφώνως προς τις αρχές σου. Μια από τις δικές μου αξίες είναι να υπερασπιστώ το σύστημα της ελευθέρας εκπαιδεύσεως από αυτούς που επιδιώκουν να το καταστρέψουν. Τι θα ήμουν αν δεν το υπερασπιζόμουν;
Με εκτίμηση,
Peter Boghossian