ΟΙΑΚΙΣΜΟΙ (2)

Ἀφετηρίαν τῶν «Οἰακισμῶν» μας ἀπετέλεσεν ἡ Ἀρχὴ τοῦ «νὰ ἀποτελέσῃ τις εἰκόνα ἀληθῆ καὶ ἀξίαν τοῦ Εἴδους του»: Διόλου τυχαίως, ἀφοῦ τοῦτο καὶ συνιστᾷ λίθον ἀκρογωνιαῖον τῆς ἐν γένει θεωρήσεως, στάσεως καὶ δράσεως, μακρὰν ἢ ἄνευ τοῦ ὁποίου τίποτε δὲν θὰ εἶχε πλέον τὴν δέουσαν σημασίαν καὶ λειτουργίαν. Ἐκεῖ ἀκριβῶς ἐγκέκρυπται καὶ ὁ τρόπος κι ὁ τόπος θεῶν καὶ ἀνθρώπων, ἐν τῇ συναρμοστῇ ἐπιτελέσει τοῦ κοινοῦ τούτου ὑψίστου Κοσμικοῦ Στόχου, Νοήματος καὶ Ἐπιταγῆς.

Καθὼς ὁ ὀρειβάτης κατέρχεται ἐκ τῶν ἀποκρήμνων κορυφῶν, τόσῳ μᾶλλον πόρρω τοῦ στόχου του θὰ πλανηθῇ, ὅσῳ ὑψηλότερον διαπραχθῇ τὸ λάθος: Μία μικρὰ ἐσφαλμένη ἀπόκλισις παρὰ τοὺς πρόποδας θὰ στοιχίσῃ ἐλάχιστα ἐν σχέσει πρὸς τὸ ἀνάλογον λάθος διαπραττόμενον μερικὰς χιλιάδας μέτρα ὑψηλότερον.

Τὸ ἰδικόν μας σφᾶλμα, ἡ ἀστοχία ἢ ἁμαρτία, ἀρχαϊστί, ἐξιχνιάζεται πολὺ ὑψηλά: ἐκεῖ ὅπου καὶ ἀνάγεται ἡ ἀφ-ιέρωσις (:ἀπο-ἱέρωσις) τοῦ Κόσμου, ἡ ἀληθὴς δηλαδὴ πτῶσις του – διὰ τοῦ τεχνάσματος τῆς «ἐνανθρωπίσεως», ὁπότε ἡ πραγματική, ἐπίπονος, ἀτρεκὴς καὶ «δακέθυμος» ἐσωτερικὴ ἐπίτευξις παρηγκωνίσθη χάριν ἑνὸς ἐξεικονισμοῦ κάποιας ἀτομικῆς καὶ ἐν τῷ βάθει ἐγωπαθοῦς «σωτηρίας», καθ᾿ ἣν ἡ μεταφυσικὴ ὑπέρβασις γίνεται εἰκονική, συμβατική, μέσῳ ἐξουσιοδοτημένων μεσαζόντων (σεληνιακότης), μαζικῆς καταναλώσεως, δημοκρατική, ἀδελφοποιοῦσα συνθλιπτικῶς καὶ συλλήβδην ἀντιθέτους μεταφυσικάς οὐσίας ὡς κοινὰ τέκνα τοῦ κυρίου Γιαχβέ · μᾶλλον ὄχι μεταφυσικὰς οὐσίας, καθ΄ ὅσον ἐκείνας τὰς καταργεῖ (ἀναιρεῖ), ἀλλὰ τοὺς πρώην φορεῖς τούτων, νῦν δὲ σωτηριολογοῦντα ἱερόσχημα ἀλαλάζοντα κύμβαλα, πλήρη ἐμπαθείας καὶ μίσους κηρύσσοντα μίαν ἀφύσικον, ἀνύπαρκτον καὶ ἀδιάκριτον «ἀγάπην» – μᾶλλον ὡς ἐναλλακτικὴν ὑπόμνησιν τῆς ψυχονοητικῆς καὶ κοσμικῆς των παραλυσίας/ἀναισθησίας, ἄνευ ἴχνους ἀληθοῦς μεταφυσικῆς ἐπιτεύξεως/γνώσεως.!!!

Τὸ Σαούλειον τέχνασμα τοῦ «σαρκωθέντος λόγου», πρῶτον μὲν ἀπελόγισε τὴν σάρκα καὶ ἀπεσάρκωσε τὸν Λόγον τοῦ θεϊκοῦ Ἀνθρώπου, εἶτα δὲ καὶ εἰδικώτερον ἐστόχευσε τόσο στὴν ἀποδυναμωμένη σάρκα-φορέα, Ἅρμα τοῦ Ἀρίου Λόγου-Πνεύματος, εἴτε ὡς φυσικήν-βιολογικήν ὑπόστασιν καθ᾿ ἕκαστον ἄτομον εἴτε ὡς Κοινοτικόν-Πολιτειακὸν ὀργανισμόν, ὅσο καὶ στὸ πνεῦμα καθ᾿ ἑαυτό · ἀφοῦ τὸ μὲν κατακερματισμένο ἄτομο ἀπέμεινεν ἔρημο, ἕρμαιον τῶν σωτηριολογικῶν δολιευμάτων τοῦ δογματικῶς καὶ ἀκάμπτως μεσανατολίζοντος ἱερατείου, ἡ δὲ πολιτεία κατέκειτο ἤδη ξένη πρὸς τὴν ἀρχικήν της οὐσίαν καὶ μεταφυσικήν της αὐθεντικήν ὑπόστασιν, δούλη μὲν κατὰ βάσιν τοῦ μεσαιωνικοῦ ἱερατείου ἀλλὰ καὶ τῆς οἵας κοσμικῶς ἀνισορρόπου αὐθαιρεσίας ἑνὸς κοσμικῶς ἀναρμόστου, πλέον, ἀκόσμου «κόσμου».

Ὅμως κι ἐκεῖ ἀκόμη πλεῖστα στοιχεῖα ἀρχαίας ἀρετῆς ἐπεβίωναν – ἢ ἀκόμη καὶ ἐπεκράτουν ἐνίοτε· ἐν τούτοις τελικῶς ἱερατεῖον καὶ κατολίσθησις ἐκράτουν καλῶς – καὶ ὁ Ἄριος κόσμος, μὲ ἐλάχιστες ἀλλ᾿ ὅμως χαρακτηριστικώτατες ἀποκλίσεις, ὅπως τῶν Νεοπλατωνικῶν, τῆς Ἱπποσύνης καὶ τῆς Κλεφτουριᾶς κατὰ τὰ ἡμέτερα, ἀπεξενοῦτο ὁλονὲν καὶ ῥιζικώτερον τοῦ ἰδίου του ἑαυτοῦ: κατὰ τρόπον ὥστε, ἅπαξ καὶ ἡ κορυφωθεῖσα ἐπιθυμία καὶ τάσις ἐκτινάξεως τοῦ ἀσφυκτικῶς περικλείοντος δογματικοῦ σημιτισμοῦ καὶ ἐπιφανειακῆς καὶ ἀπολιθωτικῆς σημιτικῆς ἠθικολογίας ἐσήμανε τὴν ἐλπίδα μιᾶς νέας ἀναγεννητικῆς χαραυγῆς, ἡ ἀνεύρεσις Ἑαυτοῦ μετὰ τὴν (δυστυχῶς, μᾶλλον ἐπιδερμικήν κατὰ τὸ πλεῖστον!!!) ἀπόσεισιν τοῦ θεσμικοῦ (θρησκευτικῶς) Σημιτισμοῦ νὰ ἦτο ἀνέφικτος, παρ᾿ ὅλην τὴν προφανῆ ἁπλοϊκότητα τοῦ ἐγχειρήματος – διότι αἱ οὐσιώδεις συνοχαὶ τῆς ἀρχαίας ἀρετῆς εἶχον ἀπολεσθῆ…

Ἀρχαία δὲ ἀρετὴ σημαίνει ἀρχέγονον, αὐθεντικὴν ἀρετήν· ἀρετὴ δὲ σημαίνει ἀ-λήθειαν – ἤτοι αὐτογνωσίαν, αὐτοσυνέπειαν, αὐθεντικότητα, πηγαιότητα ἀμόλυντη καὶ ἀνεπίσχετη πνεύματος, δηλαδή, αὐθεντικοῦ καὶ πηγαίου ὅπως τὸ ἀμόλυντον Αἷμα, συγκεκριμένου ὅπως τὸ Εἶδος, μοναδικῶς καὶ ἀποκαθαρτικῶς οἰκείου, εἰς τὴν μοναδικήν μας ἀποκλειστικήν πρωταρχικότητα ἐπανάγοντος, καθώς ἡ Φυλή, ἀπελευθερωτικοῦ καθώς ἡ ἐπιτακτικότης τῆς ἀπαραγράπτως καὶ ἀρχετυπικῶς προκαθωρισμένης καὶ δι᾿ αὐτεπιγνώσεως ἀναγεννωμένης Ἀρίας ταὐτότητος, ἐπιτακτικότης ποὺ αἱματώνεται καὶ ζωογονεῖται ὑπὸ μιᾶς μοναδικῆς ἀρχεγόνου ἐνεργείας/ἐνδελεχείας, προσιδιαζούσης πρωτογενῶς εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν ῥίζαν τοῦ Εἶναί μας · ῥίζαν ἐκ τῆς ὁποίας «ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἔπλασε», καὶ εἰς τοῦ ὁποίου, πάντως, τὸν ἀντίποδα ὁ Γιαχβέ ὡς Διάβολος κατακρέμαται, ἔδωσεν ποτὲ εἰς τὸ νῦν ὑπὸ ἀφανισμὸν τελοῦν εἶδός μας ὑπόστασιν … ἀλλὰ καὶ ἐξ ἐκείνης πάλιν – καὶ μόνον! – μᾶς προσφέρει δυνατότητα Ἀναγεννήσεως!

Νά, λοιπόν, πῶς τὸ Αἷμα καὶ τὸ Πνεῦμα ἀρχῆθεν ταὐτίζονται, ὡς εἰς ὕψιστον καθῆκον ἀνηγμένη ἐλευθερία δηλονότι ἀποκατεστημένη, καθώς ποτε καὶ τὸ διατρητικὸν βλέμμα τοῦ Φρειδερίκου Νίτσε διέκρινε : «Γράψε μὲ τὸ Αἷμά σου καὶ θὰ ἴδῃς ὅτι τὸ Αἷμα εἶναι Πνεῦμα»!

Ὁ διαχωρισμὸς Αἵματος καὶ Πνεύματος κατεβαράθρωσεν ἀμφότερα, ἀπεγύμνωσε τὰ σώματα ἀπὸ τὴν ψυχή, ἀπὸ τὴν φυσικήν των κίνησιν ὅπως οἱ ὡραῖοι καὶ οὐσιώδεις ἄριοι χοροί μας προτύπως τὴν ἐξέφραζαν διὰ σωμάτων ἐμψύχων καὶ εὐβούλων – ἐκ τῶν ὁποίων σωμάτων ἐν τῷ μεταξύ εἰσβολαὶ ἀλλότριοι καὶ ἀνηκούστως βάρβαροι ἐξέβαλον ψυχήν τε καὶ ἁρμονίαν, διὰ ῥυθμῶν δηλητηριωδῶς ἀποσυντονιστικῶν καὶ κατακερματιστικῶν τῆς οἰκείας των φυσικῆς ἁρμονίας, ἰδιοσυχνότητος καὶ ἰδιοσυστασίας.

Ὁ Ἄριος ποὺ υἱοθετεῖ καὶ ὑποτάσσεται εἰς ῥυθμούς νεγροειδεῖς ἢ μεσανατολικούς ἢ τουρανογενεῖς ἔχει τραγικῶς ἀπωλέσει τὸν ἄριον χαρακτῆρά του, ὄχι μόνον πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς ἀλλὰ καὶ φυσικῶς!

Τὸ σῶμά του ἔχει πιὰ μεταλλαχθῆ – καὶ ἡ διαστροφὴ ψυχῆς καὶ σώματος λειτουργεῖ ὡς ἕνα ἀναδραστικῶς ἀνατροφοδοτούμενον δίπολον, ὀλεθρίως παρασῦρον τὸ δυστυχὲς ὑποκείμενον εἰς πλήρη ἀποδιοργάνωσιν καὶ ἀστοχίαν, ἡ ὁποία τἀνάπαλιν ἐξωθεῖ εἰς ἀνατροφοδότησιν τοῦ φαύλου κύκλου μέσῳ ἐξωστρεφείας, ὡς ἐπιτηδευμένης ἀποστροφῆς ἐκ τοῦ ἐνδογενοῦς ἐμπυήματος, καθώς ἐπιχειρεῖται ἡ ἐκ τῶν ἔξω ἐπιφανειακὴ ὑπεραναπλήρωσις τῆς ἀβυσσαλέας οὐσιώδους παθογενείας.

Θλιβερὰ δείγματα τῆς ὡς ἄνω παθολογίας εἶναι οἱ τὰ μίζερά των βήματα καὶ τὰ ἄτονα βλέμματα ἀξιοθρηνήτως σύροντες πάμπολλοι ἀποφυλετισμένοι νέοι, συνεπείᾳ τῆς εἰς νεγροειδεῖς χοροὺς, συρμοὺς καὶ ῥυθμοὺς μαγικο-τελετουργικῆς των ἐξωμοτικῆς καθυποτάξεως, καταρρακώσεως τῆς οὐσίας καὶ οὐσιώδους γενιτσαρισμοῦ.

Μία «παιδεία» ἡ ὁποία ἀδυνατεῖ ἀκόμη καὶ νὰ θίξῃ τοιαῦτα ζητήματα, μόνον ἀντιπαιδεία δύναται νὰ εἶναι! Διὰ μιᾶς μονοχνώτου ἑτεροβαροῦς ἐξωστρεφοῦς καταρτίσεως, ἐπαγγελματικῆς ἢ ἐγκυκλοπαιδικῆς, ὁ ἄνθρωπος ἀποπροσανατολίζεται καὶ ἀπορρυθμίζεται ἐκ θεμελίων καὶ μετεωρίζεται ἔκκεντρος καὶ ἐξηρτημένος ἐκ παραγόντων καὶ καταστάσεων πάντοτε ἐξωτερικῶν τοῦ ἑαυτοῦ του: ἀφοῦ, πλέον, καὶ τὸ ἴδιον «ἐγώ» του τέτοιο καταντᾷ – ἐξωτερικὸν καὶ δὴ ἀλλότριον καὶ ἀλλογενές ἀποπνικτικὸν κατασφράγισμα, εἱρκτή ἢ καὶ κενοτάφιον, τελικῶς, τοῦ ἀπισχνασμένου, ἰδεατοῦ μόνον πλέον σχεδόν, ἑαυτοῦ του!

Ἡ Λυκουργία

Ἰδού, ἄρα, ἡ πρώτη μας ἀποστολή: ἀφοῦ ἐνεργῶς ἀναβαπτισθοῦμε στὸ Αἷμα-Πνεῦμα, εἰς μίαν αὐθεντικήν ἀναγέννησιν (παράβαλε τὴν «δευτέραν γέννησιν» τοῦ Ἀρίου ὡς τοιούτου παρ᾿ ἀρχαίοις) , νὰ γράψουμε μ᾿ αὐτό, ἔπειτα δὲ μ᾿ αὐτὸ νὰ τεχνουργήσουμε διαυγῆ, ῥωμαλέα καὶ φωτεινὰ «ἔργματα», γκρεμίζοντας καὶ ἐκριζώνοντας τὰ σάπια καὶ κήβδιλα κατακλύζοντα καρκινώδη ὑποκατάστατα καὶ ἐξαμβλώματα ποὺ ἡ κρατοῦσα κατάστασις μᾶς παρέχει. Ἡ φωτογονία, ἢ Λυκουργία ἐπὶ τὸ ἀρχαϊκώτερον, εἶναι Κοσμογονία – καὶ εἰς τίποτε ὀλιγώτερον τοιαύτης δὲν ἀποβλέπουμε!

Καθώς δὲ πάντα ταῦτα εἶναι ἀπολύτως ἁπτὰ καὶ συγκεκριμένα κατά τε τὸ εἶδος καὶ τὸν χαρακτῆρα, οἱ προσδιορισμοί μας αὐτοὶ εἶναι ὁμοίως πραγματικοὶ καὶ ἁπτοί, μηδαμῶς δὲ πάλιν κάποια κοινὰ ὡραῖα λογοπαίγνια ἢ σχήματα!

Ἡ ἀποτύπωσις, ἤτοι ἡ πραγμάτωσις αὐτῶν τῶν προσδιορισμῶν, αὐθεντικῶς καὶ εἰς βάθος κατὰ τὸ εἶδος καὶ τὸν χαρακτῆρά μας, εἶναι μόνον δυνατή βιωματικῶς καὶ πρακτικῶς, διὰ τῆς συλλήψεως τοῦ διαυγοῦς ἀπελευθερωμένου Πνεύματος καὶ τῆς ἀποκαθαρθείσης δυνάμεως τῆς Βουλήσεως, ἐν τοῖς πλαισίοις μιᾶς μαχίμου καὶ συνειδητῶς εἰς τοῦτο προσηνατολισμένης ἱεραρχικῆς Κοινότητος: Κοινότητος ἐν τῇ ὁποίᾳ οὐδὲν στοιχεῖον ἐκ τοῦ ἀντι-πόλου πυρῆνος τῆς Ἀντι-Ζωῆς, τῆς καλπαζούσης ἀνατρεπτικῆς Ἐντροπίας, δὲν θὰ ἦτο ποτέ δυνατὸν σοβαρῶς νὰ ἐμφυλοχωρῇ καὶ νὰ εὑρίσκῃ, καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπον, κάλυψιν ἢ στέγην!

Ἐκεῖνοι δὲ οἱ ὁποῖοι, ἐπικαλούμενοι «ἐκσυγχρονισμοὺς» καὶ «ἀνανεώσεις», μετ᾿ ἐμμονῆς ὑπόπτου προωθοῦν τέτοιες ὑβριδικές ἀπόψεις, ἀποτελοῦν καὶ τοὺς πλέον ἐπικινδύνους πράκτορας τοῦ ὡς ἄνω πυρῆνος τῆς Ἀντι-Ζωῆς – καθ᾿ ὅσον δι᾿ αὐτῶν ἀκριβῶς ὁ Ἐχθρὸς ἀπειλεῖ ν᾿ ἁλώσῃ, νὰ μιάνῃ καὶ νὰ συγχύσῃ τὸ στρατόπεδον τῶν ἐσχάτων προασπιστῶν τῆς Ζωῆς!

Ἐξ ἄλλου, κατὰ μίαν περίοδον ἀπολύτου καταρρεύσεως καὶ ὁλικοῦ ἐκμηδενισμοῦ, ἡ αὐθεντικὴ ποιότης καὶ πληρότης ἀπὸ μόνη της συνιστᾷ ἐπαναστατικὴν ἐνέργειαν! Ἄν μάλιστα σ᾿ αὐτὰ προστεθῇ κι ἡ ἐνδογενὴς πειθαρχία, ἡ Κοινοτική ὁμοψυχία κι ὁμοιογένεια, τὸ ἐνδόμυχον σθένος καὶ ἡ κοσμική καὶ φυσικῶς ἱεραρχικὴ πυραμιδικὴ συναρμογή, ἐν τέλει, ὅλων τῶν ἀνωτέρω, τότε ἡ λυκουργὸς Κοσμογονία εἶναι ἐγγύς!!!

Ποιὸς δὲ ἄλλος θὰ μποροῦσε ν᾿ ἀντιτάξῃ τὸ ἐνδόμυχο σθένος, ποὺ ἡ ὑποστήριξις καὶ πραγμάτωσις τῆς αὐθεντικότητος μὲ τὴν ἀναπόσπαστο συνοδό της κεντρομόλο ποιότητα προϋποθέτει, παρὰ κάποιος πού, ἔχοντας ἔνδοθι ἀνακαλύψει καὶ γευθῆ τὶς ἀρχέγονες αὐθεντικὲς πηγὲς καὶ τὸν ἀκατάλυτο κι ἀναπόδραστο Νόμο τοῦ Πνεύματος, τοῦ Αἵματος καὶ τοῦ Πολέμου, Πολέμου ποὺ ἀναδεικνύει κι ἀναγεννᾷ ἢ ἐξανδραποδίζει κι ἀφανίζει ἀναλόγως, συνειδητῶς καὶ διὰ μιᾶς χαρακτηριστικῶς ἀναβαπτιζούσης ἀποφάσεως ἀποδύεται εἰς τὸν Ἀγῶνα ὑπέρ ἀναδείξεως καὶ εἰς πλήρη ἐπίγνωσιν ἀγωγῆς τῆς συστηματικῶς καὶ χαοτροπικῶς ὑπὸ τοῦ Συστήματος συσκοτιζομένης πραγματικότητος τῆς μεγάλης αὐτῆς Ἀντιπαραθέσεως ὡς μόνου ἀληθοῦς ῥεαλισμοῦ – ἤτοι, ὑπέρ τῆς κατανοήσεως καὶ τῆς ἐγρηγορώσης ἐπιγνώσεως τοῦ μικροῦ καὶ τοῦ μεγάλου Πολέμου – καὶ δή, τελικῶς, ἐνεργῶς ὑπέρ τοῦ φωτεινοῦ πόλου τῆς ὑπάτης αὐτῆς Ἀντιπαραθέσεως, ὑπέρ τοῦ Κόσμου καὶ τῆς Ζωῆς, ὑπέρ τῆς εὐγενείας καὶ τῆς εὐγονίας καί, οὐχ ἥκιστα, οὐ μόνον τῆς ἐπιβιώσεως, ἀλλὰ μᾶλλον τῆς οὐσιαστικῆς, ὁλικῆς ἀναγεννήσεως τοῦ Εἴδους μας;

Ἡ κατανόησις τῆς ἀκράτου (ἀμείκτου, καθαρᾶς) καὶ ἀσυμβιβάστου αὐτῆς ἀληθείας, ἐφικτή, βεβαίως, καὶ ἀντεχομένη μόνον δι᾿ ὅσους ἔχουν διαρρήξει ὁριστικῶς τὰ χρυσὰ δεσμὰ πρὸς ὁποιανδήποτε ἐντροπιακήν ὑβριδικήν ἀναφορὰ καὶ τὶς ὑπὸ δειλίας, ἄγχους, ἀνεπαρκείας ἢ δουλικῆς ἐξωστρεφείας κατευθυνόμενες παρωπίδες, εἶναι καὶ ἡ μόνη διὰ τῆς ὁποίας δύναται ν᾿ ἀποκτήσῃ πλῆρες ὅσον καὶ τρέχον νόημα ἡ ὑπὸ πολλῶν ἐπικαλουμένη καί, ἐντίμως ἢ πονηρῶς, ἀναζητουμένη «ἐπικαιροποίησις» τοῦ ἀγῶνος μας : ἡ ἀναζήτησις ἡμιμέτρων ἐν τῇ ἀποπείρᾳ τῆς ἑκάστοτε «ἐπικαιροποιήσεως», ἀείποτε ὑπὸ τὸ κράτος ἑνὸς ἡττοπαθοῦς «ῥεαλισμοῦ» συντελουμένη, ἐξώτρυνε κατὰ τὸ παρελθὸν εἴτε πρὸς δεξιὰς εἴτε πρὸς ἀριστερὰς εἴτε ποικίλλας ἄλλας ἀποψευδιζούσας μεταμφιέσεις – ἡ οἵα, πάντως, ἐπικαλουμένη «ἀποτελεσματικότης» τῶν ὁποίων πάντοτε ἔπληξε πολλαπλασίως τὸν ἴδιον ἡμῶν χῶρον μᾶλλον παρὰ τὸν Ἐχθρόν! Ὁ ὁποῖος καὶ οὐδόλως ἐβράδυνε ἑκάστοτε ν᾿ ἀναγνωρίσῃ εἰς τὰς τοιαύτας παραλλάξεις καὶ μεταλλάξεις τὰ πρόσφορα ὀχήματα τῆς ἐκ τῶν ἔνδον ἀλλοιώσεως καὶ ἁλώσεως τοῦ χώρου μας – ἐκ τοῦ ὁποίου, βεβαίως, καὶ ἀποκλειστικῶς θὰ εἶχε τὸ Σύστημα νὰ φοβηθῇ ἀνάδυσιν τοῦ θετικοῦ Πόλου ἀντιστάσεως εἰς τὴν ἀπόλυτον ἄρνησιν τὴν ὁποίαν αὐτὸ ἐκπροσωπεῖ.

Ὁ καιρὸς τῶν ἡμιμέτρων, λοιπόν, καὶ τῶν μετηλλαγμένων ὀχημάτων καὶ τῆς οἵας ἑτεροκαθοριζομένης εὐκαιριακῆς παραλλάξεως παρῆλθεν ὁριστικῶς – οἱ δὲ μάγοι της, ἔχοντες ἐξαντλήσει τὴν φαρέτραν γητεμάτων, διαπλοκῶν, κενῶν φαντασμαγοριῶν καὶ ἀκράτου καιροσκοπισμοῦ, ἐνίοτε καὶ μὲ ἀφαντάστως ποταπὲς καὶ δηλητηριώδεις κατώτερες ποιότητες συνυφασμένου, φαίνονται μᾶλλον ἤδη ἀπὸ καιροῦ ἐξωφλημένοι – ἔχοντες, πλέον, μόνον τὴν Δίκην καὶ τὴν Νέμεσιν νὰ καρτεροῦν, ἐλπίζοντες δὲ ἴσως κατὰ βάθος εἰς ἐπιείκειαν δι᾿ ὅσα συνειδητῶς διέσυραν, ἐξηυτέλισαν καὶ κατεκρεούργησαν ἐπὶ τῆς ῥυπαρᾶς Προκρουστείου των κλίνης…

Ἡ αὐθεντικότης καὶ ἡ ἀλήθεια εἶναι τὸ κύριον ὅπλον μας – εἰς δὲ τὸ ΑΡΜΑ οὐδέν ὄχημα τοῦ ὡς ἄνω διαγραφομένου τύπου χωρεῖ!

Στόχον, λοιπόν, τοῦ ΑΡΜΑΤΟΣ δὲν ἀποτελεῖ ἡ προσέλκυσις ὀπαδῶν ἢ χειροκροτητῶν ἀλλ᾿ ἡ πραγματική, ἁπτή καὶ ζῶσα ἀνάδειξις τοῦ αὐθεντικοῦ πυρῆνος τῆς ἀληθείας μας, τῆς δυνάμεώς μας, τῆς οὐσίας, τῶν θεῶν ποὺ μᾶς ἔπλασαν καὶ καθώρισαν τὸ εἶδός μας, τὸ εἶδος τῆς ὑπάρξεώς μας – ἡ ἐκ τοῦ ὁποίου ἐκτροπὴ συνιστᾷ θεμελιώδη ἀστοχίαν, ἀνυπαρξίαν καὶ δυστυχίαν!

Ὅ,τι ὁδηγεῖ στὴν αὐθεντικὴν αὐτὴν ἀρετή, ἐπίγνωσιν καὶ ἀναγέννησιν, εἶναι ὁ δρόμος μας κι ὁ Ἀγών μας – κανένα δῆθεν, οὐδεμία προσποίησις, καμμία ἀντιγραφή! Δι᾿ αὐτοῦ ἐπιδίδεται εἰς ἐνεργὸν ὑπόστασιν «ἡ Φυλή ἐκ τῶν ἔνδον ὁρωμένη», διὰ τῆς ὁποίας ἡ ἀτομική ὕπαρξις ἀναγνωρίζει ἑαυτὴν καὶ ἀναίρεται εἰς πραγματικότητα ὄχι μόνον αἰωνίας διαρκείας, ὅπως καὶ εἶναι προφανές, ἀλλὰ κυρίως οὐσίας, συμπήσσουσα καὶ ἀποκρυσταλλοῦσα μίαν ὀντότητα διὰ πρώτην φορὰν δυναμένην νὰ δημιουργήσῃ ἐλευθέρως καὶ νὰ χαράξῃ τὸν δρόμον της, ποὺ εἶναι τότε καὶ αὐτομάτως ταὐτόσημος μὲ τὸν δρόμον τοῦ ὑπερατομικοῦ Καθήκοντος – καὶ νὰ καθοδηγήσῃ καὶ ἄλλους φωτοτρόπους ἀγωνιστὰς εἰς αὐτόν. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ μονόδρομος τῆς Ἐλευθερίας, δημιουργικὸς καὶ ἐνηρμονισμένος πρός τε τὸν Κόσμον καὶ τὸν κατευθύνοντα Πυρῆνά μας – πού, ἐν τῷ βάθει, ταὐτίζονται .

Ἡ ἀρετή αὕτη, ἐρριζωμένη εἰς αὐτήν ταύτην τὴν φύσιν μας, πρέπει, λοιπόν, ἐντὸς ν᾿ ἀνευρεθῇ, ν᾿ ἀναγεννηθῇ, ν᾿ ἀναδειχθῇ· μάτην, ὅμως, θ᾿ ἀνεζητεῖτο ὅπου δὲν ὑφίσταται ἤδη, δυνάμει! Ὁ ὑπὸ τῶν συστηματικῶν δημοκρατικῶν παραχαρακτῶν καὶ ἀπατεωνίσκων ὡς ἔξοχον ὑπέρ τοὐναντίου ἐκ τῶν κλασσικῶν παράδειγμα προβαλλόμενος Ἰσοκράτης, ἤτοι ὑπέρ τῆς ὑποτιθεμένης «ταὐτίσεως ἑλληνικότητος πρὸς τὴν ἑλληνικήν παιδείαν» (… ἄποψις, πάντως, ποὺ ἐπίσης καθόλου δὲν θὰ ἔβγαζε τοὺς συγκεκριμένους «ἀσπροπρόσωπους», ὅπως ὑποτίθεται ὑπονοοῦν, προσπερνώντας ὅμως ταχυδακτυλουργικῶς τὸν συνολικόν των κραυγαλέον βαρβαρισμόν ἐγκαίρως, προτοῦ ἡ κοινή ἀνοησία καὶ νωθρότης τὸ ἀντιληφθῇ!!!), λοιπόν, ἦτο τόσον ἀληθῶς συνειδητὸς φυλετιστὴς καὶ πανελληνιστής, ὥστε πρὸς ὑποδήλωσιν τοῦ συνόλου τῶν ἠθικῶν ἰδιοτήτων τοῦ ἀνθρώπου μεταχειρίζεται τὴν λέξιν ΦΥΣΙΣ!

Καταφέρεται δὲ ὁ προσφιλής των, δῆθεν, Ἰσοκράτης μετ᾿ ὀξύτητος καθ᾿ ὅσων νομίζουν ὅτι ὑπάρχει τέχνη, «ἥτις τοῖς κακῶς πεφυκόσιν (: ἤτοι, στὶς φαῦλες φύσεις, στοὺς ἐκ φύσεως κακῶς προδιατεθειμένους) ἀρετὴν ἐνεργάσαιτ᾿ ἂν καὶ δικαιοσύνην (:θὰ μποροῦσε τάχα νὰ ἐμβάλῃ ἀρετὴν καὶ δικαιοσύνην)»!

Καὶ ἡ ἀληθὴς παιδεία, μᾶλλον δ᾿ οὕτω ἡ ἑλληνικὴ παιδεία, δὲν δύναται ἄλλο τι παρὰ τοῦτο τὸ μεγαλειῶδες: ν᾿ ἀναδεικνύῃ ὡς ἄριστα τὴν ἰδίαν φύσιν! Τοῦτο διατυπώνει ἄριστα καὶ ὁ Δημόκριτος, ὡς: «Ἡ φύσις καὶ ἡ διδαχὴ παραπλήσιόν ἐστι· καὶ γὰρ ἡ διδαχὴ μεταρρυσμοῖ, μεταρρυσμοῦσα δὲ φυσιοποιεῖ» – ἔτι δὲ ῥιζικώτερον ὁ φωτεινὸς Πίνδαρος: «Γένοιο οἷός ἐσσι μαθών»!!!

Ἀκριβῶς ὅπως, ἀνεστραμμένως, ἡ νῦν κρατοῦσα καὶ ἀπὸ θώκων πιστοποιημένης ὑποταγῆς δογματίζουσα Ἀντιπαιδεία ὡς μέτρον ἐπιτυχίας της θέτει τὸν βαθμὸν ἐκριζώσεως, ἐκκεντρώσεως καὶ ἀνουσίου ἐν παντὶ πλατειασμοῦ.

Δὲν θὰ ἐπιχειρήσουμε, λοιπόν, νὰ γεμίσουμε, πλέον, κανένα «πίθο τῶν Δαναΐδων», κατὰ τὸ δυνατὸν διδασκόμενοι καὶ ἐκ τῆς πικρᾶς μας ἐμπειρίας, ἥτις ἐπανειλημμένως ἐπαληθεύει τὸ ἀρχαῖον : «ἀχάριστος ἀνήρ πίθος ἐστὶ τετριμμένος, ἐφ᾿ οὗ ἁπάσας ἀντλῶν τὰς χάριτας εἰς κενὸν ἐξέχεας»! – ἀλλὰ μᾶλλον θὰ ἀναζητήσουμε τὶς ἄριστες καὶ μὴ εἰσέτι ὁλοσχερῶς κατεστραμμένες κι ἐκκεντρωμένες φύσεις. Διότι ὑφίσταται κι αὐτὴ ἡ ἐκδοχή, μάλιστα κατὰ μίαν τόσον ἐρεβώδη καὶ διαβολικὴν ἐποχήν…

Ἐξ ἄλλου δυστυχῶς ὑπάρχουν καί τινα εἰδικὰ νοσήματα ἢ σύνδρομα τῶν ἀρίστων, ἀφοῦ «τὸ ἔξυπνο πουλὶ ἀπὸ τὴν μύτη πιάνεται»… Κι ἂν διαθέτῃ καὶ κάτοπτρα, θὰ καταγοητευθῇ τόσον ἐκ τῆς «ἐξυπνάδας» του, φόρτου πλέον συνθλιπτικοῦ καταστάσης, καὶ τῆς ἀριστοτεχνικῶς ἀδολεσχούσης δεξιότητος, δίκην δικηγόρου ὑπὲρ τῶν χειρίστων ὡς ἀρίστων φαντασμαγορικῶς κυμβαλολογοῦντος, ὥστε ἡ τοιαύτη καταγοήτευσις νὰ τοῦ ἀποστερῇ ὄχι ἁπλῶς τὴν ἱκανότητα συναισθήσεως καὶ ὀρθῆς λειτουργίας ὡς ἀδελφοῦ, ὡς πατρός, ὡς συζύγου, ὡς συναγωνιστοῦ, καθὼς τὰ πάντα ἀποστεγνοῦνται εἰς ἀντικείμενα διαλεκτικῆς πλοκῆς καὶ ἐξεικονιστικῆς δεξιότητος, ἀφαιρούσης, ὅμως, κάθε οὐσίαν – ὥστε νὰ μένῃ μόνον τὸ ἀλλοπρόσαλλον καὶ ἀνερμάτιστον ἐγωπαθὲς κέλυφος, καθ᾿ ὅσον δὴ κυριώτατα καὶ πρώτιστα ἐξ ἑαυτοῦ ἀποξενοῦται. Καθιστάμενος κέλυφος ἄνευ κέαρος (καρδίας) καὶ βαθέος νοός, πράγματι δυστυχῶς · διὸ καὶ τοιοῦτός τις ἄλλ᾿ ἀντ᾿ ἄλλων «βλέπει» καὶ «ἀναγνωρίζει», κακὸς ἰατρὸς κακίστων νοσηροτάτων κι αἰσχρουργῶν ψυχῶν καταντῶν.

Δικαίως ἔγραψεν ὁ ἀρχαῖος ποιητής:

Νοῦς ὁρῇ καὶ νοῦς ἀκούει·

πῶς κ᾿ ἴδοιεν τὰν σοφίαν πέλας ἑστακυῖαν

ἀνέρες, ὧν τὸ κέαρ παλῷ σέσακται

καὶ δυσεκνίπτῳ τρυγί;

(Πῶς νὰ ἀνεγνώριζε τὴν σοφία κάποιος μὲ καρδιὰ καθόλου ἀνάλαφρη κι ἁγνὴ ἀλλὰ φορτωμένη φορτία βαριὰ καὶ ἐμποτισμένη μὲ τόσο κρασὶ ποὺ μὲ τίποτα δὲν φεύγει;)

Αὐτὴ, λοιπόν, ἡ ἀναζήτησις τῶν καταλλήλως καὶ ἱκανῶς προδιατεθειμένων φύσεων, ἐκ τῶν ὁποίων καὶ μόνον εἶναι δυνατὴ ἡ ἀνάδειξις τῆς ἀρχαίας ἀρετῆς καὶ ἡ ἔκφυσις τοῦ ἐν τῷ βάθει πυρῆνος τοῦ εἴδους μας, συνιστᾷ ἐν ταυτῷ καὶ τὴν ἐπιχειρουμένην στρατολόγησιν καὶ σχηματισμὸν τῆς Νέας Εὐγενείας, Εὐγενείας τοῦ Αἵματος καὶ τοῦ Πνεύματος : ἡ ὁποία καὶ μόνον θὰ ἠδύνατο μελλοντικῶς νὰ πρωτοστατήσῃ καὶ ἡγηθῇ μιᾶς ἀληθοῦς ἀναγεννήσεως τῆς Ἐθνοφυλετικῆς μας Κοινότητος, τοῦ Εἴδους μας δηλαδή, ἐλευθέρως καὶ δημιουργικῶς, ἐν τῇ πλήρει καὶ ὑψηλῇ ἐννοίᾳ αὐτῶν τῶν ὅρων, ποὺ τόσον ἔχουν ἐκ τοῦ «ἀνθρωπισμοῦ», τῆς «δημοκρατίας» καὶ τοῦ ἰσοπεδωτισμοῦ των διαστραφῆ καὶ διασυρθῆ.

Ταῦτα πρὸς γνῶσιν καὶ διευκρίνισιν, ἀφ᾿ ἑνὸς ἐπὶ τῷ νέῳ ἔτει, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ, ὡς φιλικὴν χειρονομίαν πρὸς συνεργαζομένους συνηγόρους φαύλων, ἡμᾶς δὲ μεμφομένους ὅτι «ΔΕΝ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗ ΤΡΟΧΙΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ»: ἰσχυρισμὸς οὐ μόνον ἀστήρικτος, ὡς ἐκ τῆς ἐπανειλημμένης παρουσιάσεως τῶν, συνεπῶν καὶ ἀπαραχαράκτων, θέσεών μας, ἀλλὰ καὶ ἀσύμβατος πρὸς τὴν ἰδίαν του νοημοσύνην… (Τὰ δὲ λοιπά, ὡς μόνον συναρτήσει τοῦ ἄνωθι διαγινωσκομένου συνδρόμου ἑρμηνευτέα, ὅλως ἀνάξια σχολιασμοῦ.)

Καὶ ἔχω ἀκλόνητον συναίσθησιν καὶ ἀντίληψιν ὅτι αὐτὸς ὁ Δρόμος εἶναι μονόδρομος μοναδικὸς διὰ τὴν ἀναγέννησίν μας, διότι ἡ Ἱστορία δὲν ξεγελιέται παρὰ μόνον πρὸς τὸ χειρότερον· ὁ Δρόμος, σκολιὸς μὲν ἀλλ᾿ ἀτρεκὴς καὶ πραγματικός μὲ κοσμικὴν ἔννοιαν καὶ προοπτικήν, τῆς ἀληθοῦς καὶ πλήρους ἀνακάμψεως – ὁ Δρόμος τοῦ ΑΡΜΑΤΟΣ.

Ψηλὰ τὰ Λάβαρα!

Στέφανος Γκέκας