Ο ΜΥΘΟΣ ΠΕΡΙ ΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΥΠΕΡΟΧΗΣ [2]

τοῦ Peter J. White

[Συνέχεια 2η]                                             

Ἡ μαθηματικὴ προσέγγισις τοῦ ζητήματος   

         Μερικά παραδείγματα Νορδικών υπερ-ιδιοφυϊών συμπεριλαμβάνουν τον         Gregory Smith, του οποίου το IQ βρίσκεται στο κορυφαίο 0,25 με 0,5% των IQ στον κόσμο (“Majority Super Genius”, Instauration, January 1999, p.15). Ένα άλλο παράδειγμα είναι αυτό μιας νεαράς Νορδικής κοπέλας, η οποία το 2000 επενόησε έναν τρόπο να κρυπτογραφεί πληροφορίες στο διαδίκτυο, ο οποίος λειτουργούσε 22 φορές γρηγορώτερα από την έκδοση που χρησιμοποιούσε το MIT εκείνη την εποχή: “The Girl Whose Sums Could Change Our Lives”, The Weekly Telegraph, March 29-April 4, 2000) p.21.

       

          Παρ᾿  ότι το περιοδικό American Renaissance, το οποίο εκπροσωπεί τον φυλετικό ρεαλισμό, έχει κάνει και εξαιρετική δουλειά, λειτουργεί εν τούτοις με μια πολύ ευρεία έννοια “Λευκότητος”, η οποία συμπεριλαμβάνει και Εβραίους. Υπάρχει όμως μια μη αμελητέα βιβλιογραφία από Εβραίους που αρνούνται ότι οι Εβραίοι είναι Λευκοί – και το ζήτημα αυτό γενικώς δεν αξιολογείται καθόλου στο περιοδικό…  (Παράβαλε Hila Hershkoviz, “Ashkenazi Jews are Not White – Response to Haaretz Article”, Times of Israel December 5, 2014). Ο εκδότης του American Renaissance Jared Taylor, αντιφατικώς, ενώ δέχεται τον ισχυρισμό των «φυλετικών ρεαλιστών» πως οι Εβραίοι έχουν υψηλότερο IQ από τους (Νορδικούς) Λευκούς, την ίδια στιγμή δεν αναγνωρίζει ότι οι παλαιοί Αμερικανοί Νορδικής καταγωγής αποτελούν ξεχωριστό από τους Εβραίους τμήμα του πληθυσμού. Εφ᾿  όσον, όμως, οι πληθυσμοί δεν λογίζονται ως διακεκριμένοι, η σύγκριση των ΔΝ (IQ) τους απλώς καταρρέει. Δεν γίνεται να ισχύουν και τα δύο μαζί.  

          Ο Jared Taylor υποστηρίζει πως οι Ιάπωνες και οι Κινέζοι έχουν δομήσει ανώτερες κοινωνίες από τους Ευρωπαίους: J. Taylor, “If We Do Nothing”, American Renaissance June 1996, pp.3-7, at p.4. Εδώ έγκειται και το κύριο παράδοξο του American Renaissance. Αποσκοπεί στην υπεράσπιση της Λευκής φυλής και του Λευκού πολιτισμού,  όμως στην περί Ασιατικής ανωτερότητος θεωρία δεν βρίσκει κάποιο λόγο να το κάνει αυτό: Η ανθρωπότητα, υπό το στυγνό πρίσμα του κοινωνικού Δαρβινισμού, θα γινόταν καλύτερη σε IQ αν η Λευκή φυλή ολίσθαινε προς τον αφανισμό. Αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι βρίσκονται ακόμη και αντιρατσιστικά και προοδευτικά κείμενα στο περιοδικό, πιθανότατα προστιθέμενα ώστε να γεννηθεί μια ατμόσφαιρα αντικειμενικότητος, παρ᾿  ότι η συστημική βιβλιογραφία είναι γεμάτη με αντίστοιχα κείμενα: M. Meldahl, “Dissenting Voices” American Renaissance December 1993, pp.1,3.

          Ο Taylor εξέτασε το υποστηρικτικό προς τους Ασιάτες έργο του Rushton χωρίς να προσθέσει κάποια κριτική, και μάλιστα προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι οι Ασιάτες έχουν “μεγάλο” εγκέφαλο, οι Λευκοί “μεσαίο” ενώ οι Μαύροι “μικρό”. Η διαφοροποίηση του εγκεφάλου Λευκών/Ασιατών δεν τεκμηριώνεται από στοιχεία (περισσότερα παρακάτω). Βλέπε S.J. Taylor “A New Theory of Racial Differences”, American Renaissance, December, 1994, pp.1, 3-7.

Αφήστε τον ΔΝ (IQ) κατά μέρος…

 

          Θα πρότεινα να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε τον ΔΝ (IQ) ως κριτήριο για την απεικόνιση της φυλετικώς προσημασμένης διανοητικής ανωτερότητος. Το μοναδικό πραγματικό τεστ είναι η συνολική συνεισφορά στον πολιτισμό. Τα βιολογικά και ψυχολογικά δεδομένα (ιδίως αυτά των ομοζυγωτικών διδύμων που έχουν ανατραφεί ξεχωριστά) υποδεικνύουν πως η “ευφυΐα” (ό,τι και αν είναι αυτή) καθορίζεται κατά κύριο λόγο από την κληρονομικότητα, όπως γίνεται και με τις ψυχολογικές διαφορές πολλών πληθυσμιακών ομάδων: K. Lamb, “Individual and Group Character in the Social Psychology of William McDougal”, The Mankind Quarterly, vol.39, no.3, 1999, pp.255-308. Εν τούτοις είναι τελείως διαφορετικό ζήτημα να υποθέσουμε ότι το IQ που υπολογίζεται από οποιοδήποτε τεστ (λ. χ. IPAT, πίνακες Raven, WAIS, WISC κτλ.) υπολογίζει στην πραγματικότητα την “ευφυΐα”. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο κατά πόσον υπάρχει κάποιος παράγων g, κάποιο μετρήσιμο φαινόμενο που να εκπροσωπεί συνολικώς όλες τις πολυποίκιλες εκδηλώσεις της κοινώς αποδεκτής ευφυΐας, όπως προτείνουν οι Jensen και Brand, ακολουθώντας τον Charles Spearman (1883-1945): A.R. Jensen, “The g Factor: The Science of Mental Ability”, (Praeger, Westport, 1998); C. Brand, “The g Factor” John Wiley, New York, 1996).    

          Η αντίληψη πως οι πνευματικές ικανότητες μπορούν να υποβαθμισθούν σε έναν αριθμό επιτρέποντα μια μονοδιάστατη σειρά κατατάξεως είναι πέρα για πέρα παράλογη – και δεν θα πρέπει να γίνεται αποδεκτή χωρίς να συνοδεύεται από αδιάσειστα στοιχεία. Τα υφιστάμενα στοιχεία είναι απλώς ενδεικτικά και διόλου μονοσημάντως συμπερασματικά: M.D. Lezak, “IQ: R.I.P.”, Journal of Clinical and Experimental Neuropsychology, vol.10, 1988, pp.351-361. Σε κάθε περίπτωση, ελλείψει ενός ορισμού για την “ευφυΐα”, που με την σειρά του να είναι βασισμένος σε μια γενική περί ευφυΐας θεωρία, καθίσταται δύσκολο να γνωρίζουμε τι ακριβώς είναι αυτό το οποίο προσπαθούμε να μετρήσουμε. Συνεπώς θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί ως προς τον ισχυρισμό του Jensen πως η ευφυΐα είναι μια μορφή διαχειρίσεως/επεξεργασίας πληροφοριών ή ότι η μελέτη μιας συλλογής ψυχολογικών μεταβλητών όπως οι χρόνοι αντιδράσεως υποκαθιστά την αληθή μελέτη της ευφυΐας…  

          Με αυτήν την απλουστευτική λογική, οι σύγχρονοι υπολογιστές, οι οποίοι – ακόμη και με ισχυρό λογισμικό Τεχνητής Νοημοσύνης – δεν θεωρούνται  ακόμη ως “σκεπτόμενες μηχανές”, θα πρέπει να είναι ανώτεροι των ανθρώπων. Ένας σύγχρονος μη σκεπτόμενος υπολογιστής μπορεί να προγραμματισθεί ώστε να τα καταφέρει καλύτερα από ανθρώπους (συμπεριλαμβανομένων των Ανατολικοασιατών και των Εβραίων) σε πολλά γνωστικά τεστ – μέμνησο ότι οι υπολογιστές μπορούν να κερδίσουν τους ανθρώπους στο σκάκι.

          Επί πλέον θα περιμέναμε η “δημιουργικότητα” να αποτελεί βασικό κομμάτι της “ευφυΐας”. Όμως τα τεστ IQ δεν μετρούν την δημιουργικότητα και ουδέποτε προωρίζοντο για κάτι τέτοιο: H.B. Lyman, “Test Scores and What They Mean”, (Allyn and bacon, Boston, 1998), p.41.   

            Η θεμελιώδης υπόθεση της αξιολόγησης του IQ είναι ότι το IQ αποτελεί ιδιοκτησία του ατόμου. Συγκεκριμένα, ένας αριθμός ατόμων αξιολογείται από έναν αριθμό M ειδικών ικανοτήτων, i=1, 2, 3….. Μ. Αυτά είναι τα συστατικά στοιχεία της γενικής ευφυΐας. Τα άτομα αυτά μετά θα ταξινομηθούν βάσει της σχέσεως διατάξεως, “είναι τουλάχιστον τόσο ευφυής όσο”, ώστε να μπορεί να καθορισθεί μια διάταξη βάσει IQ. Η διάταξη είναι αντανακλαστική, μεταβατική και πλήρης (ἅλυσος). Η συνάρτηση f του ΔΝ (IQ) είναι ένα σύνολο διατάξεων του ατόμου, τέτοια ώστε να απολήγουν σε μία μόνο διάταξη ΔΝ (IQ), η Q. Όμως εδώ εφαρμόζονται οι τέσσερις συνθήκες αδυνατότητος βέλους (σχέσεως ολικής διατάξεως): (1) ακαθόριστο (απεριόριστο) πεδίο ορισμού· (2) η συνθήκη του Pareto· (3) ανεξαρτησία ασυσχετίστων ατόμων και (4) ανεπάρκεια πεδίου ορισμού: A. Sen, “Collective Choice and Social Welfare” (Συλλογική Επιλογή και Κοινωνική Ευημερία), (Oliver and Boyd, London, 1970). Επομένως, βάσει του Θεωρήματος Αδυνατότητος Βέλους, δεν υπάρχει συνάρτηση του ΔΝ (IQ) που να ικανοποιεί ταυτοχρόνως τις συνθήκες (1)-(4). Επομένως, αν η διάταξις (και βαθμολόγηση) του IQ δεν αποτελεί παρά την συνισταμένη διαφορετικών διατάξεων ικανοτήτων του ατόμου, τότε τέτοια διάταξις και, άρα, η έννοια του IQ είναι όντως μαθηματικώς αδύνατη: P.J.W.N. Bird, “The Impossibility of IQ”, Economic Letters, vol.2, 1979, pp.95-97.   

          Αξίζει να σημειωθεί ότι επίσης και η υποτιθεμένη αξία της υψηλής νοημοσύνης για την επιβίωση αμφισβητείται. Ο Arthur C. Clarke είπε: “Παραμένει αναπόδεικτο πως η νοημοσύνη έχει κάποιαν αξία όσον αφορά στην επιβίωση.” Επίσης ο Wolfgang Amadeus Mozart είχε πει: “Ούτε η υψηλή νοημοσύνη, ούτε η φαντασία, ούτε και τα δύο μαζί δεν κάνουν μια διάνοια.” Ελβετοί ερευνητές όπως ο Fredric Merv και άλλοι στο Πανεπιστήμιο του Freiburg, ανακάλυψαν ότι οι εύστροφες προνύμφες φρουτομυγών, ανταγωνιζόμενες με τις πιο αργόστροφες σε συνθήκες περιορισμένης διαθέσιμης τροφής, δεν επεκράτησαν! Η περισσότερη ενέργεια δαπανήθηκε στην πραγματοποίηση και αναδιάταξη νευρωνικών συνάψεων στους εγκεφάλους τους, αφήνοντας λιγότερη ενέργεια διαθέσιμη προς αναζήτησιν τροφής. Η αποφασιστική δράση απαιτεί εξέταση των περιορισμένου αριθμού εναλλακτικών επιλογών, κι εκεί οι έξυπνοι άνθρωποι συχνά ξεγελιούνται περιπλέκοντας τα πράγματα.

 [Συνεχίζεται]