Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα τις τελευταίες ημέρες έδωσαν την εντύπωση πως η μαθητική νεολαία της χώρας «εξεγέρθηκε αυθόρμητα» κατά του συστήματος και των αρχών, «αγανακτισμένη» για τον θάνατο του 15 χρονου – αλλά και διαμαρτυρόμενη για τις τραγικές ελλείψεις και τα προβλήματα της παιδείας, την ανεργία που θα αντιμετωπίσει όταν βγει στην αγορά εργασίας, τα κοινωνικά αδιέξοδα, την αδυναμία του κράτους να δώσει λύσεις στα προβλήματά της και άλλα πολλά.
Το ερώτημα όμως που θα έπρεπε να τεθεί είναι αν η σημερινή ελληνική νεολαία είναι ικανή για τέτοιου είδους επαναστατική σκέψη και δράση. Αν δηλαδή έχει την πνευματική ικανότητα και διαύγεια να διακρίνει σαφώς την ουσία των προβλημάτων κατά των οποίων εναντιώνεται – ή, κι ακόμα αν έχει τον απαραίτητο δημιουργικό αυθορμητισμό, να δράσει βασιζόμενη σε εσωτερικές παρορμήσεις και ένστικτα που διέπουν έναν φυσικώς και πνευματικώς υγιώς αναπτυσσόμενο νέο και νέα.
Η απάντηση και στις δύο ερωτήσεις είναι δυστυχώς αρνητική. Απολύτως.
Η μαθητική νεολαία κατέβηκε στους δρόμους καθοδηγούμενη από την πανώλη των αριστερών «δασκάλων», που ως ινστρούχτορες προπαγανδίζουν κι εκχέουν το μαρξιστικό τους δηλητήριο εντός των σχολείων, έχοντας μάλιστα λάβει το πράσινο φως εκ των πολιτικών αρχών που δίκασαν και καταδίκασαν τους αστυνομικούς με πρωτοφανή βιασύνη και προχειρότητα, και την ηθική καταξίωση από τα Μ.Μ.Ε. και λοιπούς παράγοντες επιρροής: των οποίων όλων η τραγική υποκρισία φαίνεται στο οτι ουδέποτε κινητοποίησαν τους μαθητές καμμία από τις αμέτρητες φορές που κακοποιήθηκαν, βιάστηκαν και σκοτώθηκαν ανήλικοι από μετανάστες – ή κατά των εμπόρων ναρκωτικών ή κάθε άλλου που δηλητηριάζει και κακοποιεί την «υπό την προστασία» τους, δίκην όμως μάλλον «νταβατζή», νεολαία.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι να αναζητήσουμε το ψυχολογικό και κοινωνικό επίκεντρο της μαθητικής «εξέγερσης» των τελευταίων ημερών, επειδή αυτή ακριβώς είναι η ουσιώδης πτυχή, η οποία και πάρα πολύ υπερβαίνει τον πυροβολισμό του νεαρού από την αστυνομία, υπερβαίνει δε ακόμη και την κρατική κακοδιαχείριση, το σχολικό περιβάλλον, τα Μ.Μ.Ε. – να διαγνώσουμε και τα κάτω από τις επιφανειακότερες πολιτικές διαστάσεις δρώμενα, που σχετίζονται ενδεχομένως με την προσπάθεια κάποιων δυνάμεων, ίσως και εκτός Ελλάδος, να διαμορφώσουν συνθήκες κοινωνικής αναταραχής και πολιτικής ρευστότητας στη χώρα μας – όχι χωρίς συνάφεια με γεωπολιτικές συγκρούσεις υπερδυνάμεων.
Όποιος διατηρεί κάποια άμεση επαφή με την σύγχρονη μαθητική νεολαία δεν μπορεί παρά να διακρίνει, μεταξύ των άλλων πολυπληθών ελλείψεων και αδυναμιών, το διάχυτο αντιιεραρχικό της πνεύμα και την αναιδή της απειθαρχία προς τους εκάστοτε ανωτέρους, προς τους γονείς, προς τους γηραιότερους, προς κάθε μορφή αρχής και εξουσίας, προς τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα – και θα αποτελούσε μυωπική θεώρηση αν εκληφθεί αυτή η προσέγγιση ως έκφραση συντηρητισμού ακροδεξιού τύπου. Στην πραγματικότητα αποτελεί επαναστατική ρήξη προς το σύγχρονο διαδεδομένο αντιιεραρχικό αντι-πρότυπο, προς το αντιιεραρχικό πνεύμα που αποτελεί ακριβώς την ουσία του αναρχισμού σε αντιδιαστολή προς το ιεραρχικό πνεύμα που αποτελεί την πεμπτουσία της αριστοκρατίας, τον βαθύτερο πυρήνα του Εθνοκοινοτισμού μας.
Το αντιιεραρχικό μένος αποτελεί την κυρίαρχη στάση της σύγχρονης γενιάς των χρόνων της μεταπολιτεύσεως, στάση που αποκορυφώθηκε την περίοδο της πασοκικής λέπρας και ετραχύνεται έκτοτε γεωμετρικά, την οποία παρέλαβε και συντήρησε και η ψοφοδεής και αμαρτωλή δεξιά πανώλη. Η νέα γενιά είναι, όμως, πρωτίστως, ένα παράγωγο της μεταπολεμικής εποχής και της Νέας Παγκόσμιας Τάξης και μάλιστα το πιο νοσηρό – καθώς μεγάλωσε, τράφηκε, εκπαιδεύτηκε εντός αυτής κατόπιν και της ηλεκτρονικής και ψηφιακής της πλήρους επικρατήσεως. Είναι προϊόν της σύγχρονης πραγματικότητος και παρασύρεται με την μεγίστη ευκολία σε αναρχικές, αντικρατικές (γενικά κι όχι ειδικά για το παρόν τερατώδες κρατικό μόρφωμα, στην ουσία αντι-Ταξικές ιδέες, όπου η Τάξη αναφέρεται με την ανώτερη έννοια) ιδέες από τα Μ.Μ.Ε., τους δασκάλους τους, τα σχολεία τους και τους δειλούς γονείς τους – και τώρα από τους ηρωοποιημένους ελεεινούς αναρχικούς αντι-ήρωες.
Απέναντι αυτών δεν βάζουμε το κράτος αλλά την Αρχή του κράτους ως Ιδέας πια, της οποίας φορέας ΔΕΝ είναι σε καμία περίπτωση η Ελληνική αστυνομία. Γιατί η νεολαία αυτή, διεθνώς, εξεγείρεται αποθρασυμένη (πάντα υποκινούμενη φυσικά από δημαγωγούς) εναντίον κάθε Τάξεως και Αρχής, ως ζωντανή ενσάρκωση της ρίζας των μεταπολεμικών αντι-Αρίων δυνάμεων, της ίδιας της καρδιάς του Συστήματος και της Νέας Τάξης πραγμάτων. Είναι μέρος του στρατού της – και οι πολιτικοί πάτρωνες των συμμοριτών είναι οι αξιωματικοί της.
Ως υπέρμαχοι του Εθνοκοινοτισμού είμαστε απολύτως αριστοκρατικοί στη σκέψη και την στάση μας και κατά συνέπεια αντιμαχόμαστε κάθε έκφραση τόσο του αναρχισμού όσο και του μπολσεβικισμού, κάθε έκφραση αντιστροφής της φυσικής ιεραρχικής πυραμίδος, κάθε απόπειρα ενισχύσεως του προλεταριάτου, ιδωμένου από φυλετικής, κοινωνικής ή πολιτισμικής απόψεως. Ανάλογη έκφραση αντιστροφής είναι και το δημοκρατικό πολίτευμα και το δημοκρατικό κράτος, που αποτελεί προάγγελο της τελικής επιθετικής αποσήψεως που εκρήγνυται τώρα· και φυσικά όλοι του οι θεσμοί με την ως το μεδούλι εκφυλισμένη ρυπαρή ψυχή του φιλελευθερισμού και της ισότητος να έχει διεισδύσει βαθιά στην εκπαίδευση, στα σώματα ασφαλείας και, κυριώτατα, στο συλλογικό ασυνείδητο των πολιτών. Και που καθιστά ανεκτή και δυνατή αυτήν την άνευ όρων παραλυμένη παράδοση στον αναβράζοντα θλιβερό συρφετό, δίδυμο συμπλήρωμα της θεόστραβης αστικής παραλυσίας και δειλίας, προκαλώντας μάλιστα και την πίστωση της κοινωνικής κριτικής και αναζήτησης διεξόδων και λύσεων από τους … οξυδερκείς αστούς αναλυτές σ΄ αυτό το γνησίως οχλοκρατικό ξέσπασμα αστικής νοθείας και επίπλαστης κι εικονικής «επαναστατικότητος»…
Είναι, λοιπόν, πράγματι οι ψυχοπαθολογικές συνέπειες του δημοκρατικού δογματισμού, το κάλεσμα πολλών αρρωστημένων «εγώ» που αποζητούν περισσότερα δικαιώματα και μία χαώδης σύγχυση ιδεών, προσώπων και πραγματων και όχι ο υγιής «αυθορμητισμός» και η νεανική «επαναστατικότητα» τα βαθύτερα αίτια της μαθητικής «ανταρσίας».